Τη Δευτέρα το βράδυ ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης θα στείλει στις Βρυξέλλες το σχέδιο του προϋπολογισμού του 2019 υποβάλλοντας με τον ίδιο έμμεσο τρόπο, όπως διατυπώθηκε και στο προσχέδιο, το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης να ακυρωθεί το μέτρο της περικοπής των παλαιών συντάξεων.
Το επικαιροποιημένο σχέδιο θα προβλέπει αύξηση του κονδυλίου για το επίδομα στέγασης στα 200 εκατ. ευρώ.
Οσον αφορά στις συντάξεις το βασικό του επιχείρημα είναι ότι «οι αριθμοί βγαίνουν. Και χωρίς τις περικοπές ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% επιτυγχάνεται και το 2019», ενώ τώρα που και οι άλλες χώρες της ευρωζώνης αποκαλύπτουν τη δημοσιονομική τους κατάσταση, προστέθηκε και το γεγονός ότι «η Ελλάδα θα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα με ισοσκελισμένο, αν όχι πλεονασματικό, προϋπολογισμό».
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι η απόφαση για την τύχη των συντάξεων δεν είναι πολιτική. Και αυτό γιατί οι χώρες που μπορεί να έχουν αντιρρήσεις με πρώτους τους Γερμανούς έχουν τη δυνατότητα να επιμείνουν ότι «η εφαρμογή του Νόμου Κατρούγκαλου συνιστά διαρθρωτική αλλαγή και έχει ήδη συμφωνηθεί».
Στους Ευρωπαίους η τελική απόφαση
Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική πλευρά κινείται περισσότερο στο παρασκήνιο ώστε να εξασφαλίσει τουλάχιστον την ανοχή των διαφωνούντων, τακτική που ακολούθησε και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στις συναντήσεις που είχε στο Μπαλί με την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ και τον Πόουλ Τόμσεν και να αφήσει τους ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών να πάρουν την τελική απόφαση.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, η διαδικασία αυτή θα περάσει μέσα από τέσσερα στάδια:
1Τη σύνταξη της έκθεσης για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών και τον προϋπολογισμό του 2019 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
2Τις συζητήσεις που θα γίνουν με τους θεσμούς και τον επικεφαλής Ντέκλαν Κοστέλο, οι οποίοι αναμένονται στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου.
3Την εισήγηση που θα κάνει ο κ. Κοστέλο στο EuroWorking Group και τις επισημάνσεις ή τυχόν ενστάσεις που θα υποβληθούν στη συνεδρίαση των βοηθών υπουργών Οικονομικών στα τέλη Οκτωβρίου.
4 Τη συνεδρίαση του Eurogroup της 5ης Νοεμβρίου όπου η Ελλάδα περιμένει να ανάψει το πράσινο φως για να προχωρήσει στη σύνταξη του τελικού σχεδίου προϋπολογισμού χωρίς την περικοπή των συντάξεων για να τον καταθέσει εν συνεχεία στη Βουλή.
Βέβαια για την Ελλάδα θα υπάρξει ακόμη μια ευκαιρία, το Eurogroup του Δεκεμβρίου, αλλά αυτό θα γίνει εφόσον υπάρξουν διαφωνίες ή ακόμη και «βέτο» με μια απόφαση που καίει την ελληνική κυβέρνηση.
Σε αυτή την προσπάθεια σύμμαχος της Ελλάδας είναι ασφαλώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία διά του επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί ακολουθεί τη γραμμή ότι «μια κυβέρνηση μπορεί να εφαρμόσει μια απόφαση κοινωνικής πολιτικής αν βγαίνουν οι αριθμοί».
Οι προβολείς στην Ιταλία
Ωστόσο το γεγονός είναι ένα: ότι όλη η Ευρώπη ασχολείται με το πρόβλημα της Ιταλίας και δευτερευόντως με το ελληνικό ζήτημα των συντάξεων.
Αύριο και η Ιταλία θα πρέπει να παρουσιάσει αναλυτικά στις Βρυξέλλες τον νέο προϋπολογισμό της, με τις όποιες ενδεχόμενες διορθώσεις και αλλαγές έτσι ώστε το δημοσιονομικό της έλλειμμα να περιοριστεί κάτω από 1% του ΑΕΠ για το 2019, αντί να αυξηθεί στο 2,4% του ΑΕΠ, όπως προβλεπόταν στο προσχέδιο της κυβέρνησης Κόντε, προκαλώντας θύελλα στις αγορές. Το τριετές σχέδιο που είχε συμφωνηθεί με τις Βρυξέλλες έθετε στόχο να μειωθεί στο 0,8% του ΑΕΠ το 2019.
Και δύο ημέρες αργότερα το «πρόβλημα Ιταλία» θα συζητηθεί σίγουρα διεξοδικά στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο, παρότι στην ατζέντα βρίσκεται το Μεταναστευτικό και το Brexit.
Οι σκληροί του ΔΝΤ
Για το ίδιο θέμα των συντάξεων o κ. Τσακαλώτος επιδιώκει να εξασφαλίσει την «ανοχή» του ΔΝΤ. Οπως είναι γνωστό, συναντήθηκε στο περιθώριο των εργασιών της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ στο Μπαλί πρώτα με τον κ. Τόμσεν και στη συνέχεια με την κυρία Λαγκάρντ και ανέπτυξε τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς με έμφαση στο ότι η μείωση των συντάξεων δεν αποτελεί διαρθρωτικό μέτρο. Επίσης υποστήριξε ότι υπάρχει πλέον ο δημοσιονομικός χώρος για να υλοποιηθεί η πλειονότητα των αντιμέτρων σε βάθος τετραετίας.
Οι «σκληροί» του ΔΝΤ είπαν, κατά τις πληροφορίες που μεταδίδονται, ότι το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου είναι πρωτίστως ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων, αλλά επέμειναν ότι τα περιθώρια που θα υπάρξουν, αν υπάρξουν, θα πρέπει να διατεθούν σε μέτρα που θα ενισχύουν την ανάπτυξη.
Επέμειναν στη θέση ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για παροχές τα επόμενα χρόνια. Και τούτο γιατί υπολογίζουν ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα πιάσουν οριακά τον στόχο που έχει τεθεί. Μετά την αναθεώρηση των προβλέψεών του το ΔΝΤ προσδιορίζει τα πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ από εφέτος έως και το 2022 και στο 3% για το 2023.