Η κυβέρνηση επαίρεται για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και με κάθε ευκαιρία τις προπαγανδίζει με θέρμη. Οι υπεύθυνοι της οικονομικής πολιτικής δηλώνουν ενθουσιασμένοι με τους υπερδιπλάσιους του μέσου ευρωπαϊκού όρου ρυθμούς ανάπτυξης, υπεραμύνονται του επενδυτικού κλίματος, μιλούν για κύματα δημόσιων και ιδιωτικών, εγχώριων και ξένων, επενδύσεων, για τις επιδόσεις του τουρισμού, για τις τάσεις αναγέννησης της βιομηχανίας, υπερηφανεύονται για την απομείωση της ανεργίας σε επίπεδα χαμηλότερα του 10%, για την κάμψη κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες του κινδύνου φτώχειας και βεβαίως για την αργή, έστω, αλλά καταγεγραμμένη, βελτίωση των αμοιβών και εν γένει των εισοδημάτων.

Ωστόσο, όσοι παρακολουθούν από κοντά τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας δεν κρύβουν την ανησυχία και τον προβληματισμό τους. Οι επιφανέστεροι των τραπεζιτών και των οικονομολόγων δεν συμμερίζονται την κυβερνητική αισιοδοξία, παρά αισθάνονται σύννεφα να συγκεντρώνονται πάνω από την ελληνική οικονομία. Νιώθουν σαν η ελληνική οικονομία να πιάνει «ταβάνι», να εξαντλεί τα όριά της.

Στις ιδιωτικές τους συνομιλίες αναγνωρίζουν ότι οι ελληνικοί ρυθμοί ανάπτυξης είναι όντως υπερδιπλάσιοι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, αλλά, όπως επισημαίνουν, κινούνται στη χαμηλή ζώνη του 2%, η οποία ούτε ασφάλεια προσφέρει ούτε μπορεί να εγγυηθεί πρόοδο μακράς διαρκείας που έχει ανάγκη ο τόπος.

Σημάδια κάμψης

Προς επίρρωση των παραπάνω, σημειώνουν ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία πια που βεβαιώνουν ότι ο τουρισμός δεν θα συνεχίσει να υπεραποδίδει, όπως τα προηγούμενα πολλά χρόνια. Πράγμα που ευθέως συνδέεται με τη στασιμότητα των περισσότερων ευρωπαϊκών οικονομιών. Γεγονός που φαίνεται και στις εξαγωγές, οι οποίες τα δύο προηγούμενα χρόνια φανέρωναν δυναμισμό και υγεία και πλέον δίνουν σημάδια κάμψης και υποχώρησης.

Το σήμα είναι διπλό. Δηλώνει ευθέως ότι η στασιμότητα των περισσότερων ευρωπαϊκών οικονομιών επιδρά αρνητικά στην ελληνική οικονομία και παραπέμπει σε νέα επιδείνωση του ισοζυγίου πληρωμών, όπως φανερώνουν και τα τελευταία στοιχεία του περασμένου Αυγούστου. Περιττό δε να σημειώσουμε ότι τίποτε επί του παρόντος δεν βεβαιώνει ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες θα ανακτήσουν τη χαμένη αναπτυξιακή δυναμική τους και θα προσφέρουν κάποια ευκαιρία καλύτερης πορείας των ελληνικών οικονομικών υποθέσεων.

Οι επενδύσεις

Επιπλέον, οι ίδιοι παράγοντες υπογραμμίζουν ότι παρά τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος το ύψος των επενδύσεων παραμένει χαμηλό, σε μεγάλη απόσταση από την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου κατά μέσο όρο οι επενδύσεις τρέχουν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 22%, ενώ στη χώρα των «επενδυτικών θαυμάτων» μετά βίας «πιάνουν» το 14%. Και αυτό όταν ο Μάριο Ντράγκι στην πρόσφατη εμπεριστατωμένη έκθεσή του κατέγραψε ότι για την ανάκτηση της χαμένης ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας θα απαιτηθεί ο ρυθμός των ετήσιων επενδύσεων στη Γηραιά Ηπειρο να ανέλθει στο 26%.

Η αλήθεια είναι ότι πέραν των παραπάνω παραγόντων και συνθηκών υπάρχουν και δημοσιονομικοί κίνδυνοι. Η χώρα μας προκειμένου να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα των προηγούμενων χρόνων αναγκάστηκε να αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες και να κλείσει συμφωνίες για προμήθειες πολεμικών αεροσκαφών και πλοίων υψηλού κόστους, η αποπληρωμή των οποίων θα βαρύνει τους επόμενους προϋπολογισμούς.

Κίνδυνοι

Σε ένα περιβάλλον οικονομικής δυσπραγίας το αναληφθέν βάρος των αμυντικών δαπανών δεν είναι απίθανο να απαιτήσει στροφή σε περιοριστικές πολιτικές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.

Ακόμη δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι τα τελευταία έξι χρόνια η Ελλάδα απολαμβάνει συνθήκες πολιτικής σταθερότητας. Οι τρέχουσες πολιτικές συνθήκες δεν επιτρέπουν βεβαιότητες για τη διατήρηση και στο μέλλον του κρίσιμου για την οικονομική ανάπτυξη αγαθού της πολιτικής σταθερότητας. Αρα οι κίνδυνοι, οικονομικοί και πολιτικοί, είναι μπροστά και οι ελληνικοί ουρανοί μπορεί να καταστούν και πάλι νεφοσκεπείς.

Τραπεζίτες και επιχειρηματίες σπεύδουν να τοποθετηθούν έναντι αυτών των προοπτικών και διεκδικούν πιο δυναμικές πολιτικές από την πλευρά της κυβέρνησης.

Επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι η χώρα σε αυτό το περιβάλλον ευρωπαϊκής στασιμότητας οφείλει να εκμεταλλευθεί τις συνθήκες άνετης ρευστότητας που επικρατούν διεθνώς και εγχωρίως και να υιοθετήσει ένα ευρύ πρόγραμμα ενίσχυσης των επενδύσεων με την κατά το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων και εργαλείων.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών θέτει ζήτημα υιοθέτησης περισσότερων επενδυτικών κινήτρων, φορολογικών και άλλων, όπως για παράδειγμα τη διαμόρφωση συνθηκών κερδοφορίας μέσω γρήγορων αποσβέσεων.

Οπως και να έχει, όλοι αντιλαμβάνονται ότι το παρόν επίπεδο των ελληνικών επενδύσεων δεν αρκεί και θα χρειαστούν πραγματικά άλματα και εμπέδωση ενός ξεχωριστού επενδυτικού κλίματος προκειμένου να υπερνικηθούν οι ανησυχίες και να ξεπεραστούν οι δεδομένες ελληνικές αδυναμίες.

Δυστοκία

Μέχρι πρότινος η ελληνική κυβέρνηση προσπερνούσε την όποια κριτική για το έλλειμμα των επενδύσεων και δήλωνε ικανοποιημένη από τις επενδυτικές πρωτοβουλίες, δημόσιες και ιδιωτικές. Την περασμένη εβδομάδα ωστόσο έκανε μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση.

Αναγνώρισε τη δυστοκία στην πληγείσα, από τη θύελλα του «Ντάνιελ», Θεσσαλία, όπως και στις εθνικά ευαίσθητες και διαρκώς υποβαθμιζόμενες πληθυσμιακά και οικονομικά περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και αποφάσισε την ανακατεύθυνση χρηματοδοτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 3 δισ. ευρώ, οι οποίοι με την τραπεζική μόχλευση μπορεί να φθάσουν και τα 8,5 δισ. ευρώ. Αν όντως δοθεί δυνατότητα πραγματοποίησης ιδιωτικών επενδύσεων ύψους 8,5 δισ. ευρώ στη Θεσσαλία, στο δυτικό και ανατολικό άκρο της Βόρειας Ελλάδας, θα αλλάξει πραγματικά η εικόνα και η θέση της χώρας.

Πρωτοβουλίες

Το ενδιαφέρον είναι ότι βρίσκονται σε εξέλιξη ενδιαφέροντα επενδυτικά σχέδια στην περιφέρεια της χώρας, όπως και ότι σε όλη τη χώρα δραστηριοποιούνται και εξελίσσονται ξεχωριστά επιχειρηματικά σχήματα, αναλαμβάνοντας νέες πρωτοβουλίες. Η METLEN του Ευάγγελου Μυτιληναίου προετοιμάζει επένδυση ύψους 350 εκατ. ευρώ στη Βόρεια Ελλάδα στη ζώνη των σπάνιων γαιών και πρώτων υλών, εκμεταλλευόμενη τις ανάγκες της ευρωπαϊκής αγοράς σε γάλλιο, ένα σπάνιο και κρίσιμο για την παραγωγή ημιαγωγών μέταλλο, που μπορεί να παραχθεί από την επεξεργασία υποπροϊόντων βωξίτη. Η Ελλάδα επίσης τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε μοναδική βάση παραγωγής φαρμάκων για ολόκληρη την Ευρώπη και μαζί μπορεί να υπερηφανευθεί για τα εξελιγμένα καλώδιά της, την πρωτοποριακή σωληνουργία της, τις μοντέρνες μπαταρίες της, τα ενεργειακά της αυτοματοποιημένα συστήματα.

Η βιομηχανία τροφίμων επίσης και ευρύτερα ο αγροδιατροφικός τομέα έχουν να επιδείξουν ξεχωριστές προσπάθειες υποκατάστασης των εισαγωγών. Και ακόμη οι πρόσφατες εξαγγελίες για ευρεία ανάπτυξη των θερμοκηπίων σε όλη την επικράτεια μπορεί να δώσει ενδιαφέρουσες απαντήσεις.

Η ευκαιρία

Οπως συνηθίζει να λέει ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας, «οι συνθήκες άνετης ρευστότητας επιτρέπουν επενδυτικά άλματα που χρειάζεται η χώρα και η οικονομία της». Και δεν κρύβει ότι «ισχυρά διεθνή επενδυτικά σχήματα που έχουν παρουσία στην Ελλάδα αναγνωρίζοντας τους ανταγωνιστικούς όρους που προσφέρει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διεκδικούν από εδώ χρηματοδοτικούς πόρους για τις δουλειές τους σε ευρωπαϊκές χώρες». Κοινώς, η ευκαιρία είναι τώρα και η κυβέρνηση οφείλει να τολμήσει αν θέλει πραγματικά να διαμορφώσει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, αλλάζοντας την πορεία της χώρας και τις προοπτικές της.