Τις καλύτερες επιδόσεις από την έναρξη της διαδικασίας του τακτικού τους ελέγχου από τις ευρωπαϊκές αρχές μέσω των stress tests πέτυχαν στην εφετινή άσκηση οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της που ανακοινώθηκαν την περασμένη Παρασκευή, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας στο δυσμενές σενάριο βρίσκονται αρκετά πάνω από το όριο που χρησιμοποιούσε ο επόπτης σε παλαιότερες δοκιμασίες, ενώ σε ιδιαίτερα ικανοποιητικά επίπεδα διαμορφώνεται και ο δείκτης μόχλευσης.Με αυτά τα δεδομένα, ανοίγει ο δρόμος για την εξασφάλιση της απαραίτητης έγκρισης του επόπτη, για τη διανομή μερίσματος από τα κέρδη του 2023, την ερχόμενη χρονιά.
Η αλήθεια είναι ότι απαιτήθηκε μεγάλη προσπάθεια τα τελευταία χρόνια για να φτάσουν οι ελληνικές τράπεζες σε αυτό το σημείο.
Από αδύναμος κρίκος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος την περασμένη δεκαετία, έχουν εξυγιανθεί πλήρως, αναπροσάρμοσαν το επιχειρησιακό τους μοντέλο και βρίσκονται πλέον σε τροχιά υψηλής κερδοφορίας. Επιπλέον, η πλήρης επανασύνδεσή τους με τις αγορές επιτρέπει την άνετη εφαρμογή των σχεδίων τους για περαιτέρω αύξηση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας, στη βάση της υποχρέωσης MREL.
Οι επιδόσεις
Αναλυτικότερα, οι επιδόσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων στις εφετινές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων ήταν οι εξής:
l Στην Alpha Bank ο δείκτης CET1 από το 11,9% στο τέλος του 2022 αυξάνεται το 2025 στο βασικό σενάριο στο 14,1%, ενώ στο δυσμενές υποχωρεί στα επίπεδα του 8,9%.
l Στη Eurobank ο δείκτης CET1 από το 14,4% τον Δεκέμβριο της περυσινής χρονιάς ενισχύεται το 2025 στο 18% στο βασικό σενάριο, ενώ στο αρνητικό υποχωρεί στο 12,2%.
l Στην Εθνική Τράπεζα ο δείκτης CET1 από το 15,8% το 2022 αυξάνεται το 2025 στο 21,6% στο βασικό σενάριο και υποχωρεί στο 14,5% στο δυσμενές.
l Στην Τράπεζα Πειραιώς ο δείκτης CET1 από το 11,5% στο τέλος της περυσινής χρονιάς ενισχύεται το 2025 στο 14,2%, ενώ στο δυσμενές πέφτει στο 9,1%.