Αυξημένη κατά 11,8% ήταν η ζήτηση για εξοχικές κατοικίες στην Ελλάδα από υπηκόους άλλων χωρών το πρώτο τρίμηνο του 2024, καθώς, σύμφωνα και με πρόσφατο ρεπορτάζ της Δήμητρας Σκούφου στα «ΝΕΑ», Αγγλοι, Γερμανοί και Αμερικανοί κυρίως (αλλά όχι μόνο) δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για την απόκτηση ενός… ησυχαστηρίου στα νερά του Αιγαίου ή του Ιονίου.
Ο συνδυασμός του συγκεκριμένου στοιχείου με τα συμπεράσματα πρόσφατων σχετικών ερευνών αποδεικνύουν ότι δεν πρόκειται για τυχαίο φαινόμενο, αλλά για μια τάση που έχει βαθιές ρίζες και είναι πιθανό να έχει διάρκεια.
Στην έκτη θέση
Είναι ενδεικτικό ότι, ειδικά όσον αφορά τις προτιμήσεις των συνταξιούχων, πρωτίστως εκείνων οι οποίοι προέρχονται από χώρες με αρκετά υψηλό εισόδημα και είναι σε θέση να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν το όνειρό τους, το σύνολο των ερευνών φέρνει την Ελλάδα στις κορυφαίες θέσεις. Οχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε όλον τον κόσμο, όπου μάλιστα ο ανταγωνισμός είναι έντονος.
«Η Ελλάδα αποτελεί ένα συναρπαστικό μείγμα νησιών που λούζονται στον ήλιο, επιβλητικών βουνών, πολυσύχναστων πόλεων και ατελείωτων παραδόσεων. Τυλιγμένη στη ζεστή αγκαλιά του Αιγαίου Πελάγους, είναι γεμάτη ζωή, φιλοξενία και εκπλήξεις» σημειώνει η έρευνα της International Living για το 2024, η οποία με βάση τον Παγκόσμιο Δείκτη Συνταξιοδότησης κατατάσσει τη χώρα μας στην έκτη θέση παγκοσμίως στη λίστα με τους «επίγειους παραδείσους» για τους συνταξιούχους.
Τα μεγάλα «αν»
Σημαίνουν, άραγε, όλα τα παραπάνω ότι η Ελλάδα δικαιούται να βάζει τον πήχη ακόμη ψηλότερα; Θα μπορούσε κανείς να απαντήσει θετικά, αν περιοριζόταν σε ένα δεδομένο παραδεκτό από τους περισσότερους: Οτι είναι μια χώρα προικισμένη με σπάνιο φυσικό κάλλος και προσφέρει έναν συνδυασμό που δύσκολα συναντάται σε άλλες χώρες, ακόμα και στις «ανταγωνίστριες». Οπως συμβαίνει πάντα, ωστόσο, υπάρχει μια δεύτερη και πιο σκοτεινή πλευρά του νομίσματος, η οποία μας υπενθυμίζει πως πολλά εξαρτώνται από τις επιλογές που θα γίνουν για το μέλλον και το μοντέλο ανάπτυξης που θα επιλεγεί.
Τα τρία στοιχεία
Τρία στοιχεία είναι ενδεικτικά: Το πρώτο αφορά το κόστος διαβίωσης και στέγασης, το οποίο αυξάνεται διαρκώς, συρρικνώνοντας παράλληλα το σχετικό πλεονέκτημα που εξακολουθεί να διαθέτει η Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες. Το δεύτερο έχει να κάνει με την ισορροπία ανάμεσα στο «προϊόν» που προσφέρεται και τις δυνατότητες που υπάρχουν ώστε αυτό να υπηρετηθεί επαρκώς – σε μια εξίσωση η οποία προφανώς περιλαμβάνει και τις ανάγκες των κατοίκων της.
Οσο για το τρίτο, είναι αυτό που, όπως προειδοποιούν αρκετοί ειδικοί, μοιάζει να απειλεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της Ελλάδας. Πρόκειται, βεβαίως, για την κλιματική αλλαγή, η οποία φέρνει ολοένα υψηλότερες θερμοκρασίες (ειδικά το καλοκαίρι), έλλειψη νερού εξαιτίας των διαρκώς μειούμενων χιονοπτώσεων και βροχοπτώσεων, καθώς και μια σειρά από ακραία καιρικά φαινόμενα.
Τα δυνατά «χαρτιά» της χώρας μας
- Ηλιοφάνεια: Με τις 2.665 ώρες ηλιοφάνειας που καταγράφονται ανά έτος στην Ελλάδα, η χώρα καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στην Ευρώπη στη σχετική λίστα πίσω από τη Μάλτα, η οποία έχει να «προσφέρει» 2.993 ώρες.
- Καθαρές θάλασσες: 625 παραλίες της Ελλάδας διαθέτουν εφέτος το προνόμιο της «Γαλάζιας Σημαίας», με αποτέλεσμα η χώρα να έρχεται δεύτερη παγκοσμίως πίσω από την Ισπανία (639) και να προηγείται της Τουρκίας (567).
- Βίζα συνταξιοδότησης: 24.000 ευρώ ετησίως είναι το ελάχιστο «παθητικό εισόδημα» που πρέπει κανείς να έχει διασφαλίσει για να λάβει βίζα συνταξιοδότησης, προσαυξανόμενο κατά 400 ευρώ μηνιαίως για τη/τον σύζυγο και κατά 200 ευρώ για κάθε τέκνο. Η βίζα έχει αρχική διάρκεια δύο ετών και ο/η κάτοχος πρέπει να διαμένει τουλάχιστον το μισό του έτους στην Ελλάδα.
- Μεσογειακή διατροφή: Τα παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα που αποτελούν την πρώτη ύλη για τη μεσογειακή διατροφή μπορεί μεν κανείς να τα βρει σε όλον σχεδόν τον κόσμο, όμως στην Ελλάδα αποτελούν συστατικό των περισσότερων πιάτων σε εστιατόρια και νοικοκυριά.
- Κόστος διαβίωσης: Παρά την αλματώδη αύξηση των τιμών, η Ελλάδα εξακολουθεί να θεωρείται ελκυστική σε σύγκριση με αρκετές χώρες σε αυτό το επίπεδο. Ειδικά, δε, όσον αφορά τις ΗΠΑ, η σύγκριση δείχνει πως η Ελλάδα είναι φθηνότερη στην κατοικία κατά περίπου 75%.
- Ιστορία – αρχαιολογικοί τόποι: Από την Ακρόπολη και το μουσείο της μέχρι το Σούνιο, από την Ολυμπία και την Επίδαυρο μέχρι τα Μετέωρα και τη Βεργίνα και από την Κρήτη, τη Δήλο, τη Σαμοθράκη και την Κέρκυρα, η Ελλάδα δίνει την ευκαιρία της διά ζώσης επαφής με έναν από τους πιο αρχαίους πολιτισμούς στον πλανήτη.
Το καμπανάκι έχει χτυπήσει…
Σκληρός ανταγωνισμός για την αγορά της Γερμανίας
Η Γερμανία είναι η πολυπληθέστερη στην Ευρώπη και μια από τις πλουσιότερες χώρες της και, ως εκ τούτου, αποτελεί παραδοσιακά μια από τις σημαντικότερες αγορές από τις οποίες πολλοί επιδιώκουν να προσελκύσουν συνταξιούχους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2022, τα Ταμεία της Γερμανίας κατέβαλαν συντάξεις σε 1,71 εκατομμύρια ανθρώπους, οι οποίοι κατοικούν για αρκετούς μήνες του χρόνου σε άλλες χώρες.
Πρόκειται για αριθμό μεγαλύτερο κατά ένα τρίτο σε σύγκριση με τον αντίστοιχο πριν από δύο δεκαετίες, που μεταφράζεται στο 7% του συνόλου των γερμανών συνταξιούχων.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι στην… ποδιά τους «σφάζονται» πολλοί. Πρωτίστως, δε, οι εταίροι στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπου λαμβάνουν συντάξεις περίπου 1,23 εκατ. γερμανοί πολίτες. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι στην κορυφή των προτιμήσεων βρίσκονται η Ιταλία, η Ισπανία και η Αυστρία (η τελευταία λόγω τόσο της γλώσσας όσο και της εγγύτητας).
Από τις τρίτες χώρες, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ταϊλάνδη όπου, σύμφωνα με πρόσφατο ρεπορτάζ της «Handelsblatt», ένας μέσος γερμανός συνταξιούχος, οι απολαβές του οποίου ανέρχονται σε περίπου 1.800 ευρώ μηνιαίως, μπορεί να διαθέτει ένα ευρύχωρο σπίτι 120 τετραγωνικών μέτρων, έναντι μόλις 400-500 ευρώ.
Οσον αφορά την Τουρκία, από την άλλη, πλεονέκτημα συνιστά το υποτιμημένο νόμισμα, που καθιστά ιδιαίτερα προσιτή τη διαμονή εκεί, αλλά και την απόκτηση στέγης.
Σε ορισμένες περιοχές, για του λόγου το αληθές, μπορεί κανείς να αγοράσει εξοχική κατοικία 70 τετραγωνικών μέτρων, ενίοτε με θέα και πισίνα, έναντι μόλις 40.000 ευρώ. Οσο για το κόστος ζωής, με κριτήριο μια αξιοπρεπή διαβίωση στην οποία ουδείς θα στερείται τα βασικά, υπολογίζεται πως αντιστοιχεί περίπου στα δύο τρίτα του αντίστοιχου στην Ελλάδα.
Συντονισμός: Αγγελος Σκορδάς
Επιμέλεια: Παναγιώτης Σωτήρης