«Φωτιά» έχει υποσχεθεί να βάλει στα γεωτρύπανα κατά τη δεύτερη θητεία του, που ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς είναι γνωστό και από την πρώτη τετραετία του (2017-2021) ότι πρόκειται για έναν απόλυτο κι αμετακίνητο αρνητή της κλιματικής και περιβαλλοντικής κρίσης.

«Drill, baby, drill» είναι ένα από τα διάσημα συνθήματά του, που απευθύνεται στο πανίσχυρο πετρελαϊκό λόμπι της πατρίδας του, ιδιαίτερα στους παραγωγούς τού εξόχως επιβαρυντικού για το περιβάλλον σχιστολιθικού πετρελαίου.

Στους «πετρελαιάδες» χρωστά εξάλλου τη γενναιόδωρη στήριξη που του παρείχαν προεκλογικά ως χορηγοί της προεκλογικής εκστρατείας του, όχι μόνο με ένα εκατ. δολάρια που τους είχε ζητήσει για να καταργήσει όσους περιβαλλοντικούς νόμους περιορίζουν τις εκμεταλλεύσεις υδρογονανθράκων, αλλά με 15 εκατομμύρια!

«Πράσινη απάτη»

Τέρμα λοιπόν οι πράσινες επιδοτήσεις και οι (όποιες) περιβαλλοντικές απαγορεύσεις αποφάσισε ο Τζο Μπάιντεν. Τέρμα ο περιβόητος Νόμος για την Καταπολέμηση του Πληθωρισμού (IRA) που υιοθέτησε η απερχόμενη διακυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει αναπτυξιακά έργα με θετικό περιβαλλοντικό πρόσημο και «καθαρές βιομηχανίες» και για να βοηθήσει βέβαια την πληγείσα από την πανδημία και την πληθωριστική κρίση αμερικανική οικονομία να ανακάμψει.

Ολα αυτά είναι μια «πράσινη απάτη» κατά τον εκλεγμένο πρόεδρο. Τώρα ο νέος υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ έχει ήδη θέσει ως στόχο την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου κατά ποσότητες που αντιστοιχούν σε 3 εκατ. βαρέλια αργού ημερησίως στα τέλη της θητείας Τραμπ (το 2024 η αμερικανική παραγωγή υδρογονανθράκων αυξήθηκε κατά 30 εκατ. βαρέλια).

Είναι αλήθεια ότι έχει βάλει πολύ ψηλά τον πήχη ο Τραμπ. Λέει ότι θα προωθήσει προγράμματα παραγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ότι θα κατασκευάσει νέους αγωγούς, ενώ υπόσχεται να μειώσει τη γραφειοκρατία στον ευρύτερο κλάδο, διευκολύνοντας την έκδοση νέων αδειών εκμεταλλεύσεων και τη διανομή.

Διακηρυγμένος στόχος του είναι μια «παγκόσμια ενεργειακή κυριαρχία» με την αύξηση των εξαγωγών (ήδη οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη χώρα παραγωγής και εξαγωγών υδρογονανθράκων). Κάτι που θα περιορίσει το εμπορικό έλλειμμα, ενώ η αύξηση της παραγωγής ενέργειας θα συμβάλει και στην κάλυψη των αναγκών της τεχνητής νοημοσύνης. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, εξάλλου, η αμερικανική «ενεργειακή κυριαρχία» θα αναγκάσει την Ευρώπη να αυξήσει την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ.

Πιέσεις στις τιμές

Είναι όμως δυνατόν να πραγματοποιηθούν τα πετρελαϊκά οράματα του εκλεγμένου προέδρου; Πολύ δύσκολα, απαντούν οι αναλυτές του βρετανικού «Economist». Κατ’ αρχάς, ο πετρελαϊκός κλάδος των ΗΠΑ δεν βρίσκεται υπό κρατικό έλεγχο. Τον ελέγχουν ιδιώτες, που θα πρέπει να πειστούν ότι τους συμφέρει να εφαρμόσουν την αντιφατική πετρελαϊκή πολιτική του Τραμπ.

Διότι η τεράστια αύξηση της παραγωγής, στην οποία προσβλέπει, θα δημιουργήσει πιέσεις στις τιμές των υδρογονανθράκων διεθνώς. Επιπλέον, οι παραγωγοί σχιστολιθικού πετρελαίου και φυσικού αερίου (οι υδρογονάνθρακες που παράγονται με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης συμβάλλουν τα μέγιστα στη συνολική αμερικανική παραγωγή) ήδη δουλεύουν με ζημιά.

Για να είναι κερδοφόρες οι εκμεταλλεύσεις τους πρέπει, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Κάνσας Σίτι, η τιμή του αμερικανικού αργού στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων να υπερβαίνει τα 89 δολάρια το βαρέλι.

Σήμερα η τιμή έχει υποχωρήσει κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι. Δύσκολα βρίσκει κανείς πειστικούς λόγους για να ανακάμψουν οι τιμές.

Τα παγκόσμια πετρελαϊκά διαθέσιμα βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ φήμες φέρουν τις πετρελαιοεξαγωγικές χώρες του OPEC (οι ΗΠΑ δεν μετέχουν στο καρτέλ) να μην υλοποιούν την πρόθεσή τους να μειώσουν την παραγωγή τους τον επόμενο Απρίλιο, όταν βελτιώνεται ο καιρός στο βόρειο ημισφαίριο και υποχωρεί η ζήτηση. Οι παραγωγοί του OPEC αντλούν υδρογονάνθρακες με τον παραδοσιακό, πάμφθηνο τρόπο. Γιατί άραγε να βάλουν πλάτη για να μην καταρρεύσουν οι ανταγωνιστές τους αμερικανοί παραγωγοί σχιστολιθικών υδρογονανθράκων;

Υποσχέσεις

Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί μεγάλες μειώσεις φόρων στους εγχώριους παραγωγούς, κυρίως στους μικρούς οι εκμεταλλεύσεις των οποίων είναι και πιο ρυπογόνες. Ομως δίχως φορολογικά έσοδα θα αποτύχει ένας άλλος μείζων στόχος του υπουργού Οικονομικών Μπέσεντ, να περιορίσει το αμερικανικό έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ. Οι αντιφάσεις αυτές επηρεάζουν σοβαρά τους παραγωγούς.

Στις 5 Δεκεμβρίου η Chevron, δεύτερος σε παραγωγή μετά την Exxon Mobil πετρελαϊκός όμιλος των ΗΠΑ, προανήγγειλε μείωση των επενδύσεων κεφαλαίου για το 2025.

«Ευλόγως η Διεύθυνση Ενεργειακών Πληροφοριών εκτιμά τώρα ότι η αύξηση της αμερικανικής παραγωγής θα φτάσει μόλις τις 600.000 βαρέλια ημερησίως το 2028» σημειώνει ο «Economist». Κατά τις εκτιμήσεις του ίδιου του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ δηλαδή ο Μπέσεντ θα «πιάσει» μόνο κατά το ένα πέμπτο τον στόχο του.

Δεν θα γίνουν οι ΗΠΑ ο «παγκόσμιος πετρελαϊκός χωροφύλακας»

«Η αγορά δεν φαίνεται ότι θα κάνει τα χατίρια του κ. Τραμπ» αποφαίνεται ο «Economist». Πέρα από τα νομικά προσκόμματα που θα πρέπει να ξεπεράσει η αντιπεριβαλλοντική ενεργειακή πολιτική του εκλεγμένου προέδρου, αμφίβολης αποτελεσματικότητας κρίνονται και οι προθέσεις του να επιβάλει με πυγμή τις προθέσεις του σε Ανατολή και Δύση.

Η αύξηση του μεριδίου των ΗΠΑ στην παγκόσμια παραγωγή με τις τιμές στα σημερινά επίπεδα – και τους αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικών υδρογονανθράκων να κινδυνεύουν να τεθούν τελείως εκτός παιχνιδιού – ο νέος πρόεδρος μοιάζει σχεδόν αδύνατον να επιβληθεί με αστυνομικά μέτρα, με κυρώσεις δηλαδή κατά του Ιράν ή της Βενεζουέλας, προκειμένου να τις αποκλείσει από την παγκόσμια πετρελαϊκή προσφορά και τις αγορές.

Συγκριτικά με τις αγορές πετρελαίου, η επιβολή της κυριαρχίας των ΗΠΑ στις αγορές φυσικού αερίου μοιάζει λιγότερο δύσκολη, εκτιμά το βρετανικό περιοδικό. Η εταιρεία συμβούλων Rystad Energy προβλέπει ότι η αμερικανική παραγωγή θα φθάσει ούτως ή άλλως στα 22,4 δισ. κυβικά πόδια ημερησίως το 2030 από τα 11,3 δισ. κυβικά πόδια που ήταν το 2023 (με ενεργειακούς όρους η αύξηση αντιστοιχεί σε 1,9 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως, αντικειμενικά δεν είναι και τόσο επιδραστική δηλαδή).

Και πάλι όμως, «παρά το ότι η ζήτηση για αέριο αναμένεται να αυξηθεί, μεγάλες αυξήσεις παραγωγής από χώρες όπως η Αυστραλία και το Κατάρ θα πιέζουν καθοδικά τις τιμές και θα δυσκολεύουν την επίτευξη των στόχων του Τραμπ», κατά τον «Economist». Εξάλλου ο νέος πλανητάρχης θα κλιμακώσει τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, κάτι που και μόνο του λειτουργεί αντιαναπτυξιακά, αντικαταναλωτικά και πάντως δεν ευνοεί τη ζήτηση και τις αμερικανικές εξαγωγές ενέργειας.