Ετοιμες να εκπληρώσουν ξανά μετά την υπερδεκαετή κρίση τη βασική τους αποστολή, τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας με επαρκείς πόρους, είναι οι ελληνικές τράπεζες, καθώς ολοκληρώνεται η εξυγίανσή τους και ο απαραίτητος μετασχηματισμός τους. Αυτό δηλώνει, μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής», ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς. Οπως επισημαίνει σχετικά, το 2021 αναμένεται ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με την αρωγή εθνικών και κοινοτικών αναπτυξιακών εργαλείων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι πόροι τους, εξηγεί, θα μοχλευθούν από ιδιωτικές επενδύσεις με τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, ενώ «πέραν της χρηματοδότησης οι τράπεζες είναι σημαντικό να παίξουν βασικό ρόλο, με βάση την τεχνογνωσία τους, στην επιλογή και στον σχεδιασμό της δομής βιώσιμων και αναπτυξιακών έργων». Ας ξεκινήσουμε από το σχέδιό σας για πλήρη εξυγίανση της Εθνικής Τράπεζας. Μετά την ολοκλήρωση της τιτλοποίησης Frontier, η τράπεζα περιορίζει τα κόκκινα δάνεια στα 4 δισ. ευρώ περίπου. Παρ’ όλα αυτά ο δείκτης καθυστερήσεων θα παραμένει πάνω από 10%. Ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις προκειμένου να πέσει ο δείκτης σε μονοψήφιο ποσοστό το 2022; «Η Εθνική Τράπεζα θα ολοκληρώσει τη μεγάλη τιτλοποίηση των περίπου 6 δισ. ευρώ του Frontier χωρίς να «κάψει» καθόλου κεφάλαια και χωρίς να χρειαστεί να κάνει απόσχιση των τραπεζικών δραστηριοτήτων της (hive down), κάτι που θα δημιουργούσε λειτουργικές δυσκολίες (π.χ. συντονισμός 2 Διοικητικών Συμβουλίων). Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) έχει μειωθεί από επίπεδα άνω του 30% που ήταν πριν 2 χρόνια σε 13,6% στο τέλος του 2020, το οποίο σημαίνει ότι τα ΜΕΑ μειώθηκαν πάνω από 11 δισ. ευρώ – καθόλου αμελητέο ποσό. Να υπογραμμίσω δύο σημαντικά σημεία. Πρώτον, τα 4 δισ. ευρώ που απομένουν είναι καλύτερης ποιότητας ΜΕΑ, καθώς περίπου τα μισά είναι ήδη ρυθμισμένα δάνεια με πολύ καλές ελπίδες να τηρήσουν τους όρους τους ώστε να χαρακτηρισθούν ενήμερα. Δεύτερον, τα 4 δισ. ευρώ, ή ακόμη καλύτερα να πω τα 1,6 δισ. ευρώ, που δεν είναι καλυμμένα από προβλέψεις, σαν απόλυτο νούμερο δεν είναι υψηλό. Σε κάθε περίπτωση, προβλέπουμε τα ΜΕΑ να μειωθούν περαιτέρω κοντά στο 6% στο τέλος του ’21. Θα το πετύχουμε κάνοντας κι άλλες συναλλαγές, περίπου 1 – 1,5 δισ. ευρώ, αλλά και με ρυθμίσεις, κυρίως στεγαστικών δανείων, μέσω της λύσης split and settle. Η Εθνική θα είναι σύντομα μία τράπεζα με καθαρό ισολογισμό». Δεν θα δεχθεί όμως η τράπεζα πρόσθετη πίεση από τα κόκκινα δάνεια που δημιουργεί η ύφεση, λόγω πανδημίας; Σε τι επίπεδα εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθούν τα νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα; Είναι μέγεθος που μπορεί να ανατρέψει τον σχεδιασμό εξυγίανσης; «Τα πρώτα σημάδια είναι ενθαρρυντικά. Από τα 3 δισ. ευρώ ενήμερα δάνεια τα οποία είχαν μπει σε καθεστώς παύσης πληρωμών (moratorium) λόγω πανδημίας και στην περίπτωση της ΕΤΕ έχουν όλα λήξει, σχεδόν στο σύνολό τους σήμερα είναι ενήμερα, ενώ ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από ό,τι περιμέναμε δεν ζήτησε περαιτέρω στήριξη. Σε αυτό έχει συμβάλει φυσικά το πρόγραμμα επιδότησης Γέφυρα αλλά και οι λύσεις που δίνει η τράπεζα στους δανειολήπτες παρέχοντας τη δυνατότητα σταδιακής επιστροφής στο 100% της δόσης του δανείου τους. Ακόμη και μετά το πέρας αυτών των διευκολύνσεων, δεν αναμένουμε τα νέα ΜΕΑ λόγω πανδημίας να ξεπεράσουν τα 500-600 εκατ. ευρώ (το 20% των δανείων σε moratoria), νούμερο απόλυτα διαχειρίσιμο για την τράπεζα. Εδώ θέλω να σημειώσω μια διαφοροποίηση της ΕΤΕ από τις άλλες τράπεζες: είμαστε η μόνη τράπεζα που έχει κρατήσει τη διαχείριση των ΜΕΑ και δεν την έχει αναθέσει σε εξωτερική εταιρία (servicer), γεγονός που της δίνει μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείρισή τους στο μέλλον». Ο μετασχηματισμός που προαναγγείλατε πριν από δύο χρόνια στις δομές της Εθνικής Τράπεζας, είχε στόχους να την αναδείξει αφενός σε τράπεζα πρώτης επιλογής για τους Ελληνες, αφετέρου να βελτιώσει σημαντικά την οργανική της κερδοφορία. Υπάρχουν έως τώρα δεδομένα που αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα του έργου αυτού; «Τόσο εγώ όσο και η ομάδα μου είμαστε πολύ περήφανοι για τον μετασχηματισμό μας – ένα πρόγραμμα το οποίο τρέχει για δυόμισι χρόνια τώρα και λειτουργεί ως μηχανισμός για την υλοποίηση της στρατηγικής μας και την επίτευξη των στόχων μας. Τι σημαίνει αυτό: αντιμετώπιση της κατανομής των πόρων (πληροφορική, ανθρώπινο δυναμικό), σωστή προτεραιοποίηση, έγκαιρη παρακολούθηση αλλά και πέραν αυτών η λειτουργία του μηχανισμού φέρνει αλλαγή κουλτούρας, ομαδική δουλειά, κινητοποίηση μέσω κινήτρων αναγνώρισης. Ως προς τα αποτελέσματα, το 2020 πετύχαμε οργανική κερδοφορία πριν από προβλέψεις 610 εκατ. ευρώ, αυξημένη κατά 30% σε σχέση με το 2018. Την τελευταία διετία τα οργανικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 5%, παρά τη σημαντική μείωση των λογιστικών εσόδων από τη μείωση των ΜΕΑ (περίπου 100 εκατ. ευρώ) και την πανδημία που επηρέασε αρνητικά τη δραστηριότητα. Επίσης, τα έξοδά μας μειώθηκαν κατά περίπου 10% κάθε χρόνο. Σε αυτά τα νούμερα πρέπει να προσθέσουμε τη σημαντικά χαμηλότερη ανάγκη για προβλέψεις επισφαλών δανείων λόγω της μείωσης των ΜΕΑ. Η σταθερά επαναλαμβανομένη, οργανική κερδοφορία χτίζεται μεθοδικά με την προσφορά καλών και γρήγορων υπηρεσιών και προϊόντων προς τους πελάτες. Αυτό έχουμε βάλει στρατηγικό στόχο στην ΕΤΕ με τη στήριξη του προγράμματος Μετασχηματισμού μας. Και όπως λέω συνήθως, η αντιγραφή είναι η καλύτερη απόδειξη ότι κάτι κάνουμε καλά». Μετά την πανδημία ένα μεγάλο μέρος των συναλλαγών έχει μεταφερθεί στις ηλεκτρονικές τραπεζικές υπηρεσίες. Ποιο πιστεύετε ότι θα είναι τα επόμενα χρόνια το μοντέλο παραγωγής εσόδων για τις τράπεζες; «Η πανδημία έδωσε τεράστια ώθηση στην τάση που ήδη υπήρχε για αύξηση στη χρήση των ψηφιακών καναλιών, ιδίως για τις πιο απλές συναλλαγές όπως πληρωμές λογαριασμών, μεταφορές κ.λπ. Είναι εντυπωσιακό ότι κατά το α’ τρίμηνο του 2021, μόλις 5% των συναλλαγών (σε αριθμό) γίνονται πλέον στα ταμεία των καταστημάτων, ενώ το υπόλοιπο 95% μοιράζεται μεταξύ digital banking και ΑΤΜ. Πιστεύω ότι σε λίγα χρόνια και πιθανώς πολύ πιο γρήγορα από ό,τι περιμένουμε η νέα ψηφιακή τεχνολογία και συμπεριφορά θα αλλάξει ριζικά την τραπεζική όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Η επίσκεψη στο κατάστημα θα γίνεται λιγότερο συχνά, αλλά για πιο ουσιαστικούς λογούς και για πιο σύνθετα προϊόντα, όπως για παράδειγμα επενδυτικές λύσεις ή στεγαστικά δάνεια. Η αναβαθμισμένη εμπειρία εξυπηρέτησης της ΕΤΕ θα είναι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημά μας και προσδοκούμε να δημιουργήσει το επιθυμητό engagement με τον πελάτη και να ενισχύσει την πιστότητα. Δύο πρόσφατα παραδείγματα της στροφής μας προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα καινοτόμα προϊόντα που προσφέραμε πρώτοι στην αγορά: ψηφιακό άνοιγμα τραπεζικής σχέσης (digital onboarding) και καταναλωτικό δάνειο ΕΞΠΡΕΣ που είναι διαθέσιμο σε λίγα μόλις λεπτά μέσα από το κινητό του πελάτη. Και έρχονται κι άλλες εκπλήξεις, νέες καινοτόμες ψηφιακές υπηρεσίες που ετοιμαζόμαστε να ανακοινώσουμε. Το 2020 πιστεύω ότι κάναμε μεγάλη πρόοδο στην «εμπειρία του πελάτη»: πάνω από 2 εκατ. πελάτες χρησιμοποιούν τα ψηφιακά μας κανάλια, ενώ στο mobile banking το μερίδιο αγοράς μας ανέρχεται σε 33% – δηλαδή 1 στους 3 ενεργούς χρήστες επιλέγουν το mobile banking της Εθνικής. Εξίσου σημαντικό, σε πρόσφατη συγκριτική έρευνα εξειδικευμένης συμβουλευτικής εταιρείας, η ΕΤΕ βγήκε πρώτη στην Ελλάδα στην παροχή ψηφιακών υπηρεσιών και πολύ κοντά σε μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες». Τα νέα δάνεια προς ιδιώτες παραμένουν σήμερα σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Πότε πιστεύετε πως θα αναστραφεί αυτή η τάση και υπό ποιες προϋποθέσεις θεωρείτε ότι η Εθνική θα αυξήσει σημαντικά τις χορηγήσεις δανείων σε επαγγελματίες και νοικοκυριά; «Συνήθως η ζήτηση για δάνεια από τους ιδιώτες έρχεται αργότερα στον οικονομικό κύκλο – πρώτα γίνονται οι επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας και εμπιστοσύνη στα νοικοκυριά και μετά έρχεται η ζήτηση για δάνεια προς αυτά. Δυστυχώς η πρόσφατη ιστορία με τη μακροοικονομική κρίση και μια ανάπτυξη που διακόπηκε από την πανδημία έχει καθυστερήσει τον οικονομικό κύκλο να φτάσει στη φάση των ιδιωτών. Εν τούτοις, εντός του 2020, κυρίως με τη στήριξη των προγραμμάτων της κυβέρνησης, δεν ήταν αμελητέες οι εκταμιεύσεις προς τους ιδιώτες και τους επαγγελματίες. Και να μην ξεχνάμε ότι το ύψος της επιστρεπτέας προκαταβολής (8,5 δισ. ευρώ το ’20 και ’21) στήριξε τη ρευστότητα των μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και μείωσε την ανάγκη τους για τραπεζικό δανεισμό. Κοιτώντας μπροστά προβλέπω να επιστρέφουμε σε μία πιο ομαλή κατάσταση και ήδη βλέπουμε σημεία ανάκαμψης της ζήτησης τόσο για στεγαστικά, προφανώς από χαμηλή αφετηρία, όσο και για καταναλωτικά και δάνεια επαγγελματιών». Η πώληση του 90% της Εθνικής Ασφαλιστικής {ERT}Με την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής στο επενδυτικό σχήμα CVC, τακτοποιείται μία δέσμευση της τράπεζας προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η οποία εκκρεμούσε από το 2015. Αυτό σας δημιουργεί ένα αίσθημα ικανοποίησης; Τι απαντάτε σε όσους θεωρούν ότι το τίμημα ήταν χαμηλότερο της πραγματικής αξίας της θυγατρικής σας;{ERT} «Είναι αλήθεια ότι η δέσμευση της τράπεζας (και της Ελλάδας) προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής έχει απασχολήσει για μεγάλο διάστημα τόσο τη διοίκηση της τράπεζας όσο και την ίδια τη θυγατρική μας. Χαίρομαι λοιπόν που τελικά συμφωνήσαμε την πώληση του 90% της θυγατρικής μας στο CVC, έναν εταίρο που θεωρώ ότι θα σεβαστεί την εταιρεία και θα της δώσει τα εχέγγυα να αναπτυχθεί περαιτέρω. Αλλωστε η Εθνική Τράπεζα θα συνεχίσει να είναι στενά συνδεδεμένη με την Ασφαλιστική. Κι αυτό διότι έχουμε αποκλειστική 15ετή συμφωνία διάθεσης τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων μέσα από το δίκτυο της τράπεζας, αλλά κρατήσαμε και το 10% της εταιρείας. Αναφορικά με το τίμημα, αυτό θα φτάσει δυνητικά λίγο πάνω από 500 εκατ. ευρώ, με τα εποπτικά κεφάλαια της εταιρείας στα 500 εκατ. ευρώ, τα κέρδη της τα τελευταία χρόνια μεταξύ 40-50 εκατ. ευρώ τον χρόνο, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και το περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων το οποίο πλήττει σε μεγάλο βαθμό ασφαλιστικές εταιρείες όπως η Εθνική, που διαθέτει μεγάλο χαρτοφυλάκιο ασφαλειών ζωής». Θέλουμε να πρωταγωνιστήσουμε σε όλο το φάσμα των επενδυτικών σχεδίων {ERT}Σχετικά με τον επιχειρηματικό τομέα, ποιες πιστεύετε ότι θα είναι οι ανάγκες τραπεζικής χρηματοδότησης την επόμενη διετία; Τι στόχους έχει βάλει συγκεκριμένα η Εθνική για το 2021 και το 2022;{ERT} «To 2020 εστιάσαμε στη στήριξη των πελατών μας στην περίοδο της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό οι νέες εκταμιεύσεις δανείων σε επιχειρήσεις της τράπεζας ανήλθαν σε περίπου 4,5 δισ. ευρώ το 2020 (+40% σε ετήσια βάση). Επιπλέον, παρείχαμε μια σειρά από μέτρα διευκόλυνσης πληρωμής των δόσεων, τα οποία θα συνεχίσουν και το 2021. Το 2021 αναμένεται ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με την αρωγή και των εθνικών και κοινοτικών αναπτυξιακών εργαλείων όπως το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι πόροι που θα εισέλθουν στην οικονομία είναι απαραίτητο να μοχλευθούν από ιδιωτικές επενδύσεις με τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος. Πέραν της χρηματοδότησης όμως, οι τράπεζες είναι σημαντικό να παίξουν βασικό ρόλο, με βάση την τεχνογνωσία τους, στην επιλογή και στον σχεδιασμό της δομής βιώσιμων και αναπτυξιακών έργων. Σημειώνεται ότι το 37% των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης θα διοχετευθεί σε δράσεις πράσινης ανάπτυξης. Εχοντας την τεχνογνωσία, τη διαχρονική εμπειρία αλλά και τις δυνατότητες που μας παρέχει ο ισολογισμός μας, στόχος μας είναι να πρωταγωνιστήσουμε σε όλο το φάσμα των επενδυτικών σχεδίων μέσω νέων επιχειρηματικών χρηματοδοτήσεων που αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα 3 έτη. Επίσης, για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού στο παγκοσμιοποιημένο επιχειρηματικό περιβάλλον απαιτείται συγκέντρωση επιχειρηματικών δυνάμεων και για τον σκοπό αυτόν θα υποστηρίξουμε τις προσπάθειες για συμπράξεις και συγχωνεύσεις, κυρίως μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων». {ERT}Πρόσφατα υιοθετήσατε τις αρχές της Υπεύθυνης Τραπεζικής. Τι σημαίνει αυτό για τους υποψήφιους δανειολήπτες; Θα τεθεί σταδιακά ζήτημα δυσκολότερης – ευκολότερης χρηματοδότησης ή υψηλότερων – χαμηλότερων επιτοκίων, ανάλογα με το πόσο «πράσινη» είναι μία επιχείρηση;{ERT} «Στρατηγική προτεραιότητά μας αποτελεί η στήριξη των πελατών μας στο να αναπτύξουν βιώσιμες και υπεύθυνες οικονομικές δραστηριότητες και πρακτικές, που θα καταστήσουν τις επιχειρήσεις τους ελκυστικότερες για προσέλκυση επενδύσεων. Θα είμαστε κοντά στις επιχειρήσεις που θα υιοθετήσουν το νέο βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Θέλουμε η Εθνική Τράπεζα να ηγείται των εξελίξεων σε θέματα ESG, κάτι που έχουμε αποδείξει και με το υψηλό μερίδιό μας στην αγορά των ΑΠΕ (~30%) αλλά και με την τοποθέτηση του πρώτου Πράσινου Ομολόγου Υψηλής Εξασφάλισης στην ελληνική αγορά, ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ, του οποίου τα έσοδα θα χρηματοδοτήσουν βιώσιμα έργα. Παράλληλα, μέσα από μια σειρά στοχευμένων δράσεων και ενεργειών (βελτίωση ενεργειακής απόδοσης κτιρίων, μείωση κατανάλωσης ενέργειας και χαρτιού, μετάβαση σε υβριδικό/ηλεκτρικό στόλο οχημάτων, κ.ά.) περιορίζουμε το περιβαλλοντικό μας αποτύπωμα, δίνοντας το παράδειγμα και στους πελάτες μας».