Η μεγαλύτερη τραπεζική κατάρρευση μετά από εκείνη της Lehman Brothers το 2008 και το ντόμινο που προκάλεσε σε μια χώρα μάλιστα που έχει τις τράπεζες στο DNA της, συντάραξε συθέμελα το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Πρόκειται για έναν κλάδο με πολλά ρήγματα ασφαλώς, που έχουν δώσει ισχυρούς σεισμούς στην παγκόσμια οικονομία και έχουν προκαλέσει από τις αρχές του περασμένου αιώνα οδυνηρά πισωγυρίσματα στις ζωές εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων.
Μετά τον «σεισμό»
Είναι βεβαιωμένο ότι έπειτα από έναν χρηματοπιστωτικό «σεισμό» οι άνθρωποι έχουν την τάση καλή τη πίστει να αφήσουν πίσω ό,τι καταστροφικό συνέβη. Να γυρίσουν σελίδα, να πιστέψουν τις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων ότι δήθεν άλλη καταστροφή δεν πρόκειται να ξανασυμβεί και να προχωρήσουν μπροστά. Αλλά και αυτή η διαδικασία αυτοσυντήρησης του συστήματος απαιτεί χρόνο. Διότι η εμπιστοσύνη είναι κάτι που δύσκολα κερδίζεται και εύκολα χάνεται.
Εν προκειμένω δεκαπέντε χρόνια είναι πολύ λίγα για να ξανασυμβεί το κακό. Δεν χαρακτηρίζουν χρονικά ούτε καν μια γενιά. Οσοι αξιωματούχοι, αρμόδιοι και συναρμόδιοι διαβεβαίωναν καταθέτες, επενδυτές και εργαζομένους ότι οι αδυναμίες του συστήματος θεραπεύτηκαν, ότι οι νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις και η αυστηρότερη ρύθμιση και εποπτεία των τραπεζών θα απέτρεπαν το ενδεχόμενο ενός νέου «ατυχήματος» είναι εδώ. Κάποιοι αποστρατευμένοι, πολλοί εν ενεργεία.
Και τώρα ελέγχουν…
Μία πρώην αξιωματούχος, η επικεφαλής της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Εταιρείας Ασφάλισης Καταθέσεων (FDIC) τα χρόνια της κρίσης του 2008 Σέιλα Μπέιρ, δήλωσε τις ημέρες αυτές στο Reuters ότι «οι εποπτικές αρχές θα πρέπει τώρα να στρέψουν την προσοχή τους σε άλλες τράπεζες, που διατηρούν ίσως μεγάλες ποσότητες ανασφάλιστων καταθέσεων και κρύβουν μη καταγεγραμμένες ζημιές, δύο παράγοντες που συνέβαλαν στη γρήγορη κατάρρευση της SVB». Η πρώην επικεφαλής του θεσμού που δημιούργησε ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ το 1933 για να αντιμετωπίσει την Μεγάλη Υφεση που ακολούθησε το κραχ του 1929, αναφέρεται σε «άλλες» τράπεζες. Πέραν δηλαδή των 4.157 εμπορικών τραπεζών που λειτουργούσαν στις ΗΠΑ στις 30 Σεπτεμβρίου 2022 υπό την εποπτεία της FDIC και διαχειρίζονταν περιουσιακά στοιχεία αξίας 23,6 τρισ. δολαρίων!
Δυστυχώς οι ελέγχοντες αποδεικνύεται ότι βρίσκονται διαρκώς ένα βήμα πίσω από τους ελεγχόμενους. Και στον χρηματοοικονομικό τομέα όπου το κέρδος αποτελεί τον καθ’ όλα θεμιτό υπαρξιακό στόχο, ο κάθε έλεγχος (φορολογικός, υγειονομικός, περιβαλλοντικός κ.λπ.) αντιμετωπίζεται εκ προοιμίου ως τροχοπέδη. Ως περιοριστικός των κερδών δηλαδή. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι «φυσικώ τω τρόπω» έπειτα από ένα «ατύχημα» η τάση είναι αφενός οι αυστηρές ρυθμίσεις συν τω χρόνω να χαλαρώνουν, αφετέρου η ανθρώπινη ευφυΐα να αναζητεί διαρκώς ρωγμές στη λειτουργία του νέου, «θωρακισμένου» συστήματος και να εφευρίσκει νέα «προϊόντα» που θα αποφέρουν το «κάτι παραπάνω».
Το συστημικό λάθος
Ευτυχώς είναι άνθρωποι (και όχι ακόμα η τεχνητή νοημοσύνη) οι πρωταγωνιστές και οι υπεύθυνοι για ό,τι καλό ή κακό φέρνουν οι κύκλοι της ζωής – όχι μόνο οι οικονομικοί. Στην προϊούσα τραπεζική κρίση κάποιοι βρέθηκαν σε πόστα ευθύνης. Κάποιοι κρατούσαν το τιμόνι του καραβιού που έπεσε στα βράχια ή κλήθηκαν για να περισώσουν ό,τι είναι δυνατόν να περισωθεί. Αλλά το λάθος είναι μάλλον συστημικό και όχι ανθρώπινο. Εκτός κι αν το δει κανείς τελείως φιλοσοφικά το θέμα.
Ραλφ Χάμερς, ο Ολλανδός της UBS που διέσωσε τους ανταγωνιστές
«Είναι μια πολύ θλιβερή ημέρα. Ουδείς ευχόταν να βρίσκεται εδώ για να κάνει τη δουλειά αυτή» δήλωσε στο εθνικό ειδησεογραφικό δίκτυο της Ελβετίας SRF ο ολλανδός τραπεζίτης Ραλφ Χάμερς μετά τη συμφωνία που συντόνισαν η κυβέρνηση και οι τραπεζικές αρχές της χώρας για να εξαγοράσει η UBS τη μεγάλη ανταγωνίστριά της, Credit Suisse, και να τη διασώσει σώζοντας ταυτόχρονα ό,τι είναι δυνατόν να περισωθεί από την κλονισθείσα αξιοπιστία και ανθεκτικότητα ενός «συστήματος» εθνικο-τραπεζικής κυριαρχίας που κατάφερε να ξεπεράσει αβρόχοις ποσί (ως «ουδέτερη») δύο Παγκοσμίους Πολέμους και μόνο μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 πιέστηκε αφόρητα για να χαλαρώσει κάπως το περίφημο «απόρρητο», που προστάτευσε επί δεκαετίες ακόμα και το πλιάτσικο των Ναζί.
Ο Χάμερς έχει επίγνωση της ευθύνης που απορρέει από τις υπερεξουσίες που αποκτά ως επικεφαλής και των δύο μεγαλύτερων τραπεζικών ομίλων της χώρας. Το ενεργητικό μόνο της UBS, που λόγω αξιώματος ελέγχει και διευθύνει ο Χάμερς, είναι διπλάσιο από το ΑΕΠ της Ελβετίας. Τώρα καλείται να αναλάβει και ό,τι θα απομείνει από την Credit Suisse. Συνολικά θα έχει τον τελευταίο λόγο για την τύχη περιουσιακών στοιχείων των δύο τραπεζών που φθάνουν συνολικά τα 1,6 τρισ. δολάρια. Και για την τύχη 120.000 εργαζομένων βεβαίως.
Βετεράνος έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες στην ING και παντρεμένος με πρώην συνάδελφό του στην ολλανδική τράπεζα, ο Χάμερς χαρακτηρίστηκε ως «αναπάντεχη επιλογή» για την ηγεσία της UBS.Δεν ήταν ανέφελη η θητεία του Χάμερς στην ING. Το 2020 ολλανδικό Εφετείο διέταξε έρευνα για τον ρόλο που διαδραμάτισε στην αποτυχία του ομίλου ING να περιορίσει το ξέπλυμα χρήματος. Η ελβετική τράπεζα όταν έγινε γνωστή η υπόθεση είχε πάντως εκφράσει την «πλήρη εμπιστοσύνη» της στον Χάμερς. Εχει τη φήμη καλού γνώστη των νέων τεχνολογιών και ενός μοντέρνου και προσιτού μάνατζερ. Θεωρείται εξάλλου ως ένας από τους χαμηλότερα αμειβόμενους τραπεζίτες στην Ευρώπη. Ε, τώρα με την Credit Suisse ένα επιμίσθιο θα το πάρει.
Τιμ Μαγιόπουλος, ο Ελληνας που θα καθαρίσει τα απόνερα της SVB
Οταν τα μαθαίνουν οι Ελληνες τα αμερικάνικα τα χειρίζονται καλύτερα κι απ’ τους Αμερικανούς. Αν όχι με την προφορά, με τη νοοτροπία σίγουρα. «Θα κάνουμε business as usual» είπε την περασμένη Δευτέρα που ανέλαβε την υπό εκκαθάριση Silicon Valley Bank ο Τίμοθι Μαγιόπουλος. Εντάξει, πρόκειται για Ελληνοαμερικανό δεύτερης γενιάς με μητέρα Αμερικανίδα. Οπότε στην περίπτωσή του όχι μόνο η νοοτροπία, αλλά και η προφορά του είναι απόλυτα «αμερικανική».
Ταπεινής καταγωγής, γιος του τεχνικού στην αεροπορική βιομηχανία με έντονη συνδικαλιστική δράση Χάρη Μαγιόπουλου και της πωλήτριας μερικής απασχόλησης στην αλυσίδα πολυκαταστημάτων Sears, Ελίονορ Ρέιφσναϊντερ, ο ηλικίας 64 ετών νέος διευθύνων σύμβουλος της SVB σπούδασε Αγγλικά στο Cornell και Νομικά στο New York University. Εργάστηκε σε δικηγορικά γραφεία και από το 1996 έως το 2000 διηύθυνε εταιρεία συμβούλων. Το 2000 ενεπλάκη για πρώτη φορά με τον χρηματοοικονομικό τομέα ως σύμβουλος αρχικά στην Credit Suisse First Boston και στη συνέχεια στην αμερικανική πτέρυγα της Deutsche Bank, στην Investment Bank, στην Bank of America και στη Merrill Lynch.
«Ο Μαγιόπουλος κομίζει στην SVB δεκαετίες εμπειριών σε θέματα νομικής και οικονομικής διαχείρισης, καθώς, όταν ανέλαβε τη γιγαντιαία κρατική τράπεζα χορήγησης στεγαστικών δανείων Fannie Mae, η κυβερνητική εταιρεία πάσχιζε να ξεπεράσει την κρίση του 2008» αναφέρει χαρακτηριστικά το «TIME». «Το πρώτο που έχω να κάνω είναι να ενημερωθώ και να γνωρίσω τους πελάτες της SVB. Αναλαμβάνω το αξίωμα που μου ανατέθηκε με ταπεινοφροσύνη αλλά και με την επίγνωση της εμπειρίας που έχω στη διαχείριση παρόμοιων καταστάσεων» σημείωσε στο πρώτο γραπτό μήνυμά του ως επικεφαλής της SVB ο Τιμ Μαγιόπουλος. Στο μήνυμά του φυσικά δεν παραλείπει να απευθυνθεί στους αγωνιώντες πελάτες της τράπεζας και να τους διαβεβαιώσει ότι στην κορυφή των προτεραιοτήτων του είναι η εφαρμογή της απόφασης της κυβέρνησης Μπάιντεν να διασφαλιστούν στο σύνολό τους οι αποταμιεύσεις των καταθετών της SVB, και άνω των 250.000 δολαρίων που ούτως ή άλλως εγγυάται ο αμερικανικός νόμος. Αρχή άνδρα δείκνυσι, έλεγαν οι πρόγονοι του Τιμ Μαγιόπουλου.
Ούλριχ Κέρνερ: Δεν κατάφερε να σβήσει τη φωτιά στην Credit Suisse
Ο διευθύνων σύμβουλος της Credit Suisse Ούλριχ Κέρνερ είναι ο άνθρωπος στα χέρια του οποίου «έσκασε» η μία εκ των δύο μεγάλων τραπεζών της Ελβετίας. Σύμφωνοι, η Credit Suisse είχε σκελετούς στην ντουλάπα της, αλλά αν η αποστολή του ήταν να αποφύγει τα βράχια, δεν μπορεί κανείς να πει ότι την έφερε εις πέρας.
Επί των ημερών τού ηλικίας 61 ετών ελβετού τραπεζίτη η τιμή της μετοχής της Credit Suisse έχασε το 63% της αξίας της καθώς η τράπεζα κατέγραψε τη δεύτερη συνεχόμενη χρονιά ζημιών πολλών εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων, κάτι που πανικόβαλε πολλούς πελάτες της που απέσυραν καταθέσεις και άλλα περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας 111 δισ. ελβετικών φράγκων (121 δισ. δολαρίων).
Ο Κέρνερ ευτύχησε να έχει την αμέριστη στήριξη της ελβετικής κυβέρνησης και της Τράπεζας της Ελβετίας για να αποφύγει τις συνέπειες της μετάδοσης της κρίσης που προκάλεσε στις ΗΠΑ η χρεοκοπία της SVB. Τα 50 δισ. ελβετικά φράγκα που διέθεσε στην Credit Suisse η Τράπεζα της Ελβετίας για να τη σώσει και να αποκαταστήσει την κλονισμένη εμπιστοσύνη των πελατών της δεν ήρκεσαν για να σταματήσουν την κεφαλαιακή αιμορραγία.
Δεν ήταν εύκολη η δουλειά που του ζητήθηκε να κάνει, παρά τον «πολλά υποσχόμενο» χαρακτήρα του, όπως φαίνεται από περιγραφές και αξιολογήσεις συναδέλφων και συνεργατών του. «Αδυσώπητο» τον χαρακτήρισε μιλώντας υπό καθεστώς ανωνυμίας στους «Financial Times» ένας συνεργάτης του. «Ο Uli μπορεί να εμφανίζεται και να περιγράφεται ως ένα εσωστρεφές άτομο, αλλά είναι πολύ συμπαθητικός αν του μιλήσεις από κοντά, είναι έξυπνος, είναι εύστροφος» διαβεβαιώνει επωνύμως ο Σέρτζιο Ερμότι, πρώην διευθύνων σύμβουλος της UBS.
Ο Ερμότι είναι αυτός που το 2011 έπειτα από ένα διαλυτικό σκάνδαλο έπιασε το τιμόνι της UBS και την επανέφερε σε ήρεμα νερά. Ηταν η δεύτερη επιλογή. Πρώτος είχε κληθεί στη «γέφυρα» ο Ούλι Κέρνερ, τότε οικονομικός διευθυντής της UBS, αλλά αρνήθηκε. Στην περίπτωση της Credit Suisse είπε να μη χάσει την ευκαιρία…
Γκρεγκ Μπέκερ, το «παιδί» της SVB που έγινε ο μοιραίος άνθρωπος
«Με απίστευτα βαριά καρδιά είμαι εδώ για να σου απευθύνω το μήνυμα αυτό. Δεν μπορώ να φανταστώ τι περνούσε από το μυαλό σου τις μέρες αυτές. Να ξέρεις ότι αναρωτιόμουν για τη δουλειά σου, για το μέλλον σου…». Σε βιντεοσκοπημένη μετάδοση οι εργαζόμενοι της Silicon Valley Bank (SVΒ) είδαν στην οθόνη του υπολογιστή τον μάνατζερ της τράπεζάς τους να εκφράζει την αγωνία του για το εργασιακό τους μέλλον. Οταν τελείωσε τη βιντεοσκόπηση ο Γκρέγκορι Μπέκερ έβαλε το μαγιό, το αντηλιακό και τις σαγιονάρες του στη βαλίτσα και πέταξε με τη σύζυγό του στη Χαβάη. Για να ελαφρύνει κάπως την καρδιά του.
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες είχε σκεφθεί να ρευστοποιήσει και μετοχές της SVB, αξίας 3,6 εκατ. δολαρίων, από το προσωπικό του χαρτοφυλάκιο. Εντάξει, δεν θα μπορούσε να ειδοποιήσει να κάνουν το ίδιο οι πελάτες και οι επενδυτές της τράπεζάς του. Θα πυροδοτούσε μόνος του το bank run.
Γέννημα-θρέμμα της καλιφορνέζικης τράπεζας, ο ηλικίας 55 ετών αμερικανός τραπεζίτης εντάχθηκε στο δυναμικό της πριν από 30 χρόνια ως υπάλληλος στο τμήμα των χορηγήσεων. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 η SVB εστίασε τις δραστηριότητες και τα ενδιαφέροντά της στις νεοφυείς επιχειρήσεις, κάτι που ο Μπέκερ από το 2011 που έγινε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του SVB Financial Group (μητρικός όμιλος της SVB), ενέτεινε. Προτού αναρριχηθεί στην κορυφή, ο σπουδαγμένος στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα τραπεζίτης είχε γίνει συνιδρυτής της SVB Capital, του επενδυτικού κλάδου του ομίλου. Την τελευταία δεκαετία παρείχε επίσης τις υπηρεσίες του ως σύμβουλος της ψηφιακής οικονομίας στο αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου και ως μέλος της Ομόσπονδης Τράπεζας της Καλιφόρνιας.
Στην ιστοσελίδα της Silicon Valley Bank ο Γκρεγκ Μπέκερ (αυτο)αναφέρεται ως «πρωταθλητής της οικονομίας της καινοτομίας». Κληθείς από το BBC τον περασμένο Δεκέμβριο να δώσει μια συμβουλή καριέρας στους νέους, τους πρότεινε να ασχοληθούν με τον ψηφιακό προγραμματισμό και την οικονομική διαχείριση. Αν κάποτε χρειαστεί να πουν κι αυτοί με βαριά καρδιά «αλόχα, κορόιδα» είναι κάτι που οι ίδιοι θα αποφασίσουν.