Εναν μήνα προτού στηθούν οι κάλπες που θα βγάλουν τον 47ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών και ενώ οι προεκλογικές εκστρατείες των Ντόναλντ Τραμπ και Κάμαλα Χάρις κλιμακώνονται, το ενδιαφέρον εστιάζεται στις οικονομικές πολιτικές που θα εφαρμόσουν οι δύο μονομάχοι και στις επιπτώσεις που αυτές θα έχουν. Διότι υπάρχουν πολλά κοινωνικά ως επί το πλείστον θέματα που διχάζουν τους αμερικανούς ψηφοφόρους, όπως είναι το Μεταναστευτικό ή το δικαίωμα διακοπής της κύησης των γυναικών, για παράδειγμα.
Υπάρχει όμως και η οικονομία, που διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο σε κάθε πολιτική εκλογική αναμέτρηση. Χώρια που όλα έχουν την οικονομική τους διάσταση, ακόμα και το Μεταναστευτικό, ακόμα και το θέμα των αμβλώσεων.
Οι μελετητές
Κατ’ αρχάς οι μελετητές των οικονομικών προγραμμάτων του Ντόναλντ Τραμπ και της Κάμαλα Χάρις διαπιστώνουν ότι αυτά διαφέρουν μεν, αλλά όχι τόσο όσο διέφεραν στο παρελθόν τα προγράμματα ενός υποψηφίου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και ενός υποψηφίου του Δημοκρατικού Κόμματος. Σύμφωνοι, στον «Πλανήτη Τραμπ», κατά το Bloomberg, ο πήχης των εισαγωγικών δασμών ανεβαίνει και εκείνος της φορολόγησης των επιχειρήσεων κατεβαίνει, όπως συμβαίνει επί δεκαετίες στις περιόδους που τη διακυβέρνηση των ΗΠΑ ασκούν Ρεπουμπλικανός πρόεδρος και κυβέρνηση.
Επίσης επί ρεπουμπλικανικής διακυβέρνησης ο κλάδος των πετρελαίων ευνοείται, ενώ οι νέοι μετανάστες αντιμετωπίζουν ακόμα και πογκρόμ απελάσεων από τους παλαιότερους, από τα εγγόνια εκείνων που εξολόθρευσαν τους γηγενείς πληθυσμούς της αμερικανικής ηπείρου, ακριβέστερα. Εντάξει, στον «Κόσμο της Χάρις» (του Bloomberg επίσης ο χαρακτηρισμός), οι γονείς ή οι νέοι αγοραστές στέγης έχουν πρόσβαση σε περισσότερα κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν τη ζωή τους.
«Οι μπακάληδες θα πρέπει να σκέπτονται διπλά προτού ανεβάσουν τις τιμές στα ράφια των τροφίμων και οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούν εύκολα να μεταφέρουν κέρδη στους μετόχους μέσω αγορών ιδίων μετοχών» γράφει το αμερικανικό πρακτορείο. Σε πολλές περιπτώσεις, όμως, παρατηρείται μια ώσμωση των πολιτικών των δύο μονομάχων. Και όχι μόνο των οικονομικών πολιτικών, κάτι που φάνηκε και στο ντιμπέιτ Τραμπ – Χάρις, όταν η Δημοκρατική υποψήφια αποκάλυψε ότι τόσο η ίδια όσο και ο υποψήφιος αντιπρόεδρός της, Τιμ Ουόλς, έχουν πυροβόλα όπλα στο σπίτι τους.
Ενα πράγμα είναι ξεκάθαρο: ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί, το αμερικανικό χρέος, που βρίσκεται σήμερα στο 99% του ΑΕΠ, θα συνεχίσει να αυξάνεται. Σύμφωνα με το Bloomberg Economics, με μια προεδρία Χάρις το χρέος θα έχει φθάσει στο 109% το 2028. Με μια προεδρία Τραμπ θα αυξηθεί λίγο περισσότερο, στο 116% – το 2019, πριν από την πανδημία δηλαδή, το χρέος ήταν στο 79%. Κι εδώ παρατηρεί κανείς μια από τις μεταλλάξεις που έχουν επισυμβεί στους Ρεπουμπλικανούς, μισόν αιώνα σχεδόν αφότου η Σχολή του Σικάγου επέβαλε τη λεγόμενη «νέα οικονομική ορθοδοξία»: έπαψαν να τρομοκρατούνται από τα ελλείμματα και τα χρέη.
Το έλλειμμα
«Τα Τραμπονόμικς έχουν καταργήσει τα νεοφιλελεύθερα Ριγκανόμικς που καθοδηγούσαν τη ρεπουμπλικανική σκέψη εδώ και δεκαετίες» γράφει ο βρετανικός «Economist». Παρεμπιπτόντως, το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να κλείσει εφέτος στο 6,5% του αμερικανικού ΑΕΠ και ουδόλως απασχολεί την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, ο οποίος έχει μετεξελιχθεί σε ηγέτη της «λαϊκής Δεξιάς» με την ευρωπαϊκή έννοια του όρου, που κατηγορεί την Κάμαλα ως εκπρόσωπο της κοινωνικά φιλελεύθερης και πλούσιας «αριστερής» ελίτ της Νέας Υόρκης, του Λος Αντζελες και του Σαν Φρανσίσκο.
Λαϊκές ατζέντες
Σε ό,τι αφορά τους φόρους και τις δαπάνες, ακρογωνιαίος λίθος της οικονομικής ατζέντας του Τραμπ είναι η παράταση του νόμου που ψήφισε κατά την πρώτη θητεία του και ο οποίος προβλέπει χαμηλότερους συντελεστές φορολόγησης για τις επιχειρήσεις και το εισόδημα.
Ο νόμος αυτός λήγει το 2025 και πρώτη προτεραιότητα των Ρεπουμπλικανών, αν ξαναμπούν στον Λευκό Οίκο, είναι να επεκτείνουν ακόμα περισσότερο τις περικοπές φόρων, κυρίως για τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης και για τις μικρές επιχειρήσεις. Επίσης ο Τραμπ θέλει να μειώσει περαιτέρω τον συντελεστή εταιρικής φορολόγησης από το 21% στο 15%, ενώ σε προεκλογικές ομιλίες του δεν παύει να προσθέτει στοχευμένες φορολογικές υποσχέσεις, όπως φέρ’ ειπείν την κατάργηση της φορολόγησης των φιλοδωρημάτων και των υπερωριών.
Η φορολογία
Και η Κάμαλα Χάρις, όμως, έχει υποσχεθεί να μειώσει στο ένα δέκατο τον φόρο των νεοφυών επιχειρήσεων. Επίσης υποσχέθηκε να αυξήσει από τις 2.000 στις 3.600 δολάρια το αφορολόγητο για κάθε παιδί και να θεσμοθετήσει αφορολόγητο 6.000 για τα νεογέννητα (για τη χρονιά που γεννιέται δηλαδή το παιδί). «Στο μέτρο που και ο υποψήφιος αντιπρόεδρος του Τραμπ, Τζέι Ντι Βανς, έχει υποστηρίξει μια εκδοχή φοροελάφρυνσης των νοικοκυριών που αποκτούν παιδιά, στο επόμενο Κογκρέσο θα υπάρξει δυνατότητα διακομματικής σύγκλισης στο θέμα» παρατηρεί η Μάγια Μαγκίνας, πρόεδρος της Επιτροπής για έναν Υπεύθυνο Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό.
Υποσχέσεις και κίνδυνοι
Οι δασμοί, ο πληθωρισμός και ο ακοστολόγητος λογαριασμός
Ως πραγματικός ηγέτης της εσωστρεφούς Δεξιάς ο Ντόναλντ Τραμπ έχει υποσχεθεί, αν κερδίσει, να διπλασιάσει τις δράσεις για την προώθηση της πολιτικής που εγκαινίασε κατά την πρώτη θητεία του και έχει ως αξιακό πυρήνα και κεντρική ιδέα το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική». Στο πλαίσιο αυτό θα επιβάλει δασμούς 20% σε όλες τις εισαγωγές, που θα φθάσουν στο 60% αν πρόκειται για εισαγωγές από την Κίνα.
Εξαιρουμένων των αυτοκινήτων, στα οποία ο συντελεστής μπορεί να φτάσει και στο 100% για οχήματα που εισάγονται όχι μόνο από την Κίνα αλλά ακόμα και από το γειτονικό Μεξικό – μάλλον δεν ρώτησε το φίλο του, Ιλον Μασκ, όταν το ξεστόμισε αυτό. Και η Κάμαλα Χάρις όμως έχει υποσχεθεί φοροαπαλλαγές στις αμερικανικές επιχειρήσεις προκειμένου να ανταγωνιστούν τις κινεζικές – για τις ευρωπαϊκές δεν το συζητάμε, είναι άνευ σημασίας όσο παραμένει στο συρτάρι το σχέδιο Ντράγκι.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg Economics, ενδεχόμενα αντίποινα στη δασμολογική πολιτική Τραμπ από την Κίνα και μόνο θα μείωναν κατά 0,8% το ΑΕΠ και θα ωθούσαν τις τιμές κατά 4,3% υψηλότερα έως τα τέλη της τετραετίας.
Για τη Χάρις, από την άλλη, ο κίνδυνος δημοσιονομικών εκτροπών θα μπορούσε να προέλθει από την αύξηση των επιδομάτων στους ευάλωτους, που πιθανότατα δεν θα καλυφθούν από την αύξηση της φορολόγησης των πλουσίων στο πλαίσιο της περιλάλητης «αναδιανομής», που εξακολουθεί να αποτελεί αξιακή αρχή για τους Δημοκρατικούς. Σε κάθε περίπτωση, τα οικονομικά προγράμματα τόσο του Τραμπ όσο και της Χάρις είναι ακοστολόγητα, σύμφωνα με τον «Economist».