Σε εταιρεία-αλκοολίκι, την οποία οι εξαρτημένοι χρήστες του προϊόντος της λατρεύουν να μισούν, έχει εξελιχθεί το Facebook. Οι κυβερνήσεις, φοβούμενες το πολιτικό κόστος που θα είχαν ενδεχόμενα περιοριστικά μέτρα που θα επέβαλλαν για να περιορίσουν την καταχρηστική συμπεριφορά του Facebook, διστάζουν να το «ακουμπήσουν» – εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα αποτελεί η κυβέρνηση της Αυστραλίας που υποχρέωσε την «εταιρεία του τζάμπα» να πληρώνει τα μέσα ενημέρωσης για την αναμετάδοση πληροφοριών από τις πλατφόρμες της. Η διακυβέρνηση Μπάιντεν, που μέχρι στιγμής δείχνει ότι δεν διστάζει να «σπάσει αβγά» για να πετύχει τους πολιτικούς της στόχους, ίσως επιχειρήσει να επιβάλει μια τάξη στη διαδικτυακή αυθαιρεσία του Facebook και των άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που εκδηλώνεται με τη στυγνή οικονομική εκμετάλλευση εκατοντάδων εκατομμυρίων χρηστών και την προκλητική παραβίαση της ιδιωτικότητάς τους, αλλά και με τον οιονεί αφορολόγητο πλουτισμό της ίδιας της επιχείρησης. Δίνει αφορμές Αφορμές η εταιρεία του Μαρκ Ζάκερμπεργκ δεν παύει να δίνει. Τελευταία, η διαρροή προσωπικών πληροφοριών περισσοτέρων από μισό δισεκατομμύριο χρηστών του Facebook, όπως δημοσίευσε η αμερικανική διαδικτυακή ειδησεογραφική ιστοσελίδα Business Insider. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, σε ακαθόριστο χρόνο στο πρόσφατο παρελθόν διέρρευσαν στοιχεία, όπως αριθμοί τηλεφώνων, ημερομηνίες γεννήσεων, φυσικές και ηλεκτρονικές διευθύνσεις, λεπτομέρειες για την προσωπική και οικογενειακή ζωή, για τις πολιτικές προτιμήσεις, τις απόψεις σε κοινωνικά ζητήματα και άλλα στοιχεία 533 εκατομμυρίων χρηστών του Facebook σε 106 χώρες. Εξ αυτών οι 617.722 είναι κάτοικοι Ελλάδας. Η ίδια η εταιρεία υποστήριξε ότι πρόκειται για μια «παλαιά» υπόθεση, μια διαρροή που σημειώθηκε προ διετίας και έκτοτε το πρόβλημα λύθηκε. Υποβάθμιση «Εντοπίσαμε το πρόβλημα διαρροής παλαιών προσωπικών δεδομένων και το λύσαμε τον Αύγουστο του 2019» διαβεβαίωσε μέσω Twitter η εκπρόσωπος του Facebook Λιζ Μπουρζουά. Αλλά ο συνιδρυτής της ισραηλινής εταιρείας καταπολέμησης του ηλεκτρονικού εγκλήματος Hudson Roc, ο οποίος αποκάλυψε τη διαρροή στοιχείων το Σάββατο 3 Απριλίου, έχει άλλη άποψη. «Κακόβουλα άτομα σίγουρα χρησιμοποιούν προσωπικές πληροφορίες που περιήλθαν στην κατοχή τους για ιδιοτελείς ή και σκοτεινούς σκοπούς, για να παραβιάσουν την προσωπική ζωή διασήμων και άλλων ανθρώπων και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους ή ακόμα για να πετύχουν μια στοχευμένη προώθηση προϊόντων» δήλωσε στη «Washington Post» ο Αλον Γκαλ της Hudson Rock. Και πρόσθεσε ότι τα στοιχεία δεδομένων που διέρρευσαν πουλήθηκαν αρχικά αντί δεκάδων χιλιάδων δολαρίων, στη συνέχεια οι κάτοχοί τους συνέχισαν να τα διαθέτουν σε χαμηλότερες τιμές και εν τέλει έφθασαν να προσφέρονται δωρεάν στους ενδιαφερομένους. Η αμερικανική εφημερίδα αναφέρει ότι στις 3 Απριλίου ένας χρήστης που είχε στην κατοχή του δεδομένα από τις διαρροές τα διέθεσε δωρεάν σε ένα διαδικτυακό φόρουμ. Στο στόχαστρο Η «Post» προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τον χρήστη μέσω της εφαρμογής Telegram, αλλά δεν έλαβε απάντηση. Νωρίτερα εφέτος ο Αλον Γκαλ είχε ανακοινώσει ότι κάποιος δημιούργησε μια ηλεκτρονική διεύθυνση στο Διαδίκτυο στην οποία έδινε σε όποιον ενδιαφερόταν τη δυνατότητα να αποκτήσει πρόσβαση σε προσωπικά στοιχεία χρηστών του Facebook έναντι κάποιου μικρού τέλους. Η «Washington Post» αναφέρει ότι «το δημοφιλέστερο μέσο κοινωνικής δικτύωσης με περισσότερους από 2 δισεκατομμύρια χρήστες βρίσκεται εδώ και χρόνια στο στόχαστρο των αμερικανικών αρχών για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τα προσωπικά στοιχεία όσων το χρησιμοποιούν». Το 2019 η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) των ΗΠΑ επέβαλε στη Facebook πρόστιμο 5 δισ. δολαρίων για τον έκνομο τρόπο κατά τον οποίο τρίτα μέρη, όπως για παράδειγμα διαφημιστές, αποκτούσαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες. 55 πολυεθνικές με κέρδη $40 δισ. εισέπραξαν επιστροφή φόρου $3 δισ. Η Nike, η FedEx, η Dish Network και άλλες 52 μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις δεν πλήρωσαν ούτε ένα σεντ φόρο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ το 2020 για τα κέρδη τους που ξεπέρασαν συνολικά τα 40 δισ. δολάρια, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Φορολογικής και Οικονομικής Πολιτικής. Για την ακρίβεια, όχι μόνο δεν πλήρωσαν αλλά… εισέπραξαν περισσότερα από 3 δισ. δολάρια από επιστροφές φόρου! Κάτι που σημαίνει ότι τη χρονιά που πέρασε φορολογήθηκαν με αρνητικό συντελεστή περίπου 9%. «Οι συνολικές φοροαπαλλαγές των εταιρειών για το 2020 περιλαμβάνουν 8,5 δισ. δολάρια σε αποφυγή φόρων και 3,5 σε επιστροφές, συνολικά δηλαδή οι εν λόγω επιχειρήσεις γλίτωσαν 12 δισ. δολάρια» σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης Μάθιου Γκάρντνερ και Στιβ Γουόμχοφ. Η μεταρρύθμιση Τραμπ «Τα ευρήματα της έρευνας σκιαγραφούν το πολύ ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι μεγάλες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ μετά τις περικοπές φόρων που θεσμοθέτησε το 2017 ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ» γράφει στην «Washington Post» ο Κρίστοφερ Ινγκρααμ. Και εξηγεί ότι η φορολογική μεταρρύθμιση του Τραμπ μείωσε μεν εταιρικό συντελεστή από το 35% στο 21%, αλλά «οι 26 από τις 55 επιχειρήσεις που κάλυψε η έρευνα του Ινστιτούτου δεν πλήρωσαν κανένα σεντ φόρο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ από το έτος 2017» (σε αυτές συμπεριλαμβάνονται οι τρεις προαναφερθείσες). Από το 2018 οι 26 συγκεκριμένες επιχειρήσεις ενθυλάκωσαν κέρδη περισσότερα από 77 δισ. δολάρια, ενώ εισέπραξαν από την κυβέρνηση και σχεδόν 5 δισ. δολάρια ως επιστροφές φόρου. Δεν πληρώνουν Ο Μάθιου Γκάρντνερ ξεκαθάρισε στην «Washington Post» ότι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι εν λόγω εταιρείες χρησιμοποίησαν καθόλα νόμιμα μέσα για να μη φορολογηθούν. «Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις δεν βαρύνονται με κανένα κρίμα» σημειώνει ο αμερικανός ερευνητής. Διότι «πολλές ευνοϊκές για αυτές φορολογικές ρυθμίσεις υιοθετήθηκαν επειδή οι ίδιες άσκησαν ασφυκτικές πιέσεις και δημιούργησαν λόμπι για να θεσπιστούν». Οι αμερικανικές επιχειρήσεις, δηλαδή, απολαμβάνουν ένα κραυγαλέα ευνοϊκό για αυτές φορολογικό καθεστώς επειδή οι ίδιες έχουν τη δύναμη να το επιβάλουν. Πώς όμως εξασφαλίζουν ακόμα και επιστροφές φόρου; «Μέσω ρυθμίσεων που προβλέπουν εκπίπτουσες δαπάνες, όπως είναι η χορήγηση δικαιωμάτων επί μετοχών (stock options) στα υψηλόβαθμα στελέχη, μέσω πιστώσεων για έρευνα και για πειραματικές δοκιμές και μέσω διαγραφών φόρων για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και κεφαλαιακών επενδύσεων» σημειώνει η έρευνα του αμερικανικού think tank. Αλλάζει το σκηνικό Μιλώντας τον περασμένο μήνα στην Οικονομική Επιτροπή της Γερουσίας, η αρμόδια για τη φορολόγηση υφυπουργός Οικονομικών Κίμπερλι Κλόζινγκ είπε ότι οι μειώσεις φόρων του Τραμπ μείωσαν κατά το ήμισυ τη συμβολή των εταιρικών φόρων στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό. «Ενώ σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες οι εταιρικοί φόροι αντιστοιχούν στο 3% του ΑΕΠ, στις ΗΠΑ το ποσοστό υποχώρησε από το 2% στο 1% μετά το 2017» είπε συγκεκριμένα. Προετοιμάζοντας για την επερχόμενη… αλλαγή σκηνικού, η «Washington Post» θυμίζει πρόσφατη δημοσκόπηση της Gallup, σύμφωνα με την οποία 7 στους 10 Αμερικανούς πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις πληρώνουν όντως πολύ λίγους φόρους.