Με την είσοδο στην υψηλή περίοδο διακοπών (High season) και τις αφίξεις στους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς να βαίνουν αυξανόμενες, προμηνύοντας ότι ο ελληνικός τουρισμός τελικά θα καταρρίψει τα ιστορικά ρεκόρ του 2019, το στοίχημα μεταφέρεται για το 2024 και αφορά κυρίως τη διατήρηση της ανοδικής αυτής πορείας.
Στους παράγοντες που θέλουν τη φετινή χρονιά να ξεπερνά ελαφρά τα μεγέθη αφίξεων και εσόδων του 2019 συγκαταλέγονται οι αεροπορικές αφίξεις, η ελκυστικότητα της χώρας στην ευρωπαϊκή και την αμερικανική αγορά και η κρουαζιέρα.
Υψηλός ανταγωνισμός
Το 2023 αποτελεί χρονιά υψηλού ανταγωνισμού, αλλά και ισχυρών προκλήσεων, λένε παράγοντες του κλάδου που καταγράφουν «τις αλήθειες και τους μύθους του ελληνικού τουρισμού». Ο τουρισμός, επισημαίνουν, μπορεί να βρίσκεται σε τροχιά επαναφοράς στα προ πανδημίας επίπεδα, όμως έχει να αντιμετωπίσει καινούργια «αγκάθια». Τα κυριότερα από αυτά είναι το υψηλό κόστος διακοπών, η συρρίκνωση του αριθμού των διανυκτερεύσεων, ο περιορισμός του διαθέσιμου ευρωπαϊκού οικογενειακού εισοδήματος, η πτώση της γερμανικής αγοράς ταξιδιών και η απουσία ρώσων επισκεπτών.
Σε ό,τι αφορά τη γενικότερη εικόνα του ελληνικού τουρισμού, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ), Γρηγόρης Τάσιος, επισημαίνει ότι «το 2023 είναι μια κανονική χρονιά, με τα θετικά και τα αρνητικά της σημεία». Είναι αλήθεια ότι ξεκίνησε με καλούς ρυθμούς τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, όμως τον Μάιο παρουσίασε κάμψη σε ορισμένα νησιά και προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας, ενώ τώρα δείχνει τη δυναμική του, καθώς διανύουμε την υψηλή τουριστική περίοδο. Οι κρατήσεις για το δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου δείχνουν πως θα «πιαστούν» τα μεγέθη του 2019, παρά το γεγονός ότι διανύουμε μια χρονιά ολικής επαναφοράς των ανταγωνιστών μας, όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος και η Ισπανία.
Ειδικά για την Τουρκία, λέει ο κ. Τάσιος, διαπιστώνεται ότι αυτή τη στιγμή έχει 30% – 40% χαμηλότερες τιμές, κυρίως στις πολυτελείς υπηρεσίες και γι’ αυτό βλέπουμε μια κάμψη στα ελληνικά «πεντάστερα».
Υπερδιπλάσιες τιμές
Την ίδια στιγμή, τα ελληνικά ξενοδοχεία πολυτελείας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Mabrian Technologies (εταιρεία ανάλυσης τουριστικών δεδομένων), εμφανίζουν αυξήσεις τιμών που σε σχέση με το 2019 φτάνουν ακόμα και στο 123% (!). Μάλιστα, η Ελλάδα καταγράφει τις υψηλότερες αυξήσεις σε σύγκριση με την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία.
Τα νησιά-έκπληξη
«Δεν είναι μύθος», λένε χαρακτηριστικά, ότι φέτος καταγράφεται αυξημένη ζήτηση για ταξίδια σε λιγότερο δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς. Ο κορεσμός και η εκτόξευση των τιμών σε κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς, σε συνδυασμό με την προσφορά σημαντικών εκπτωτικών πακέτων από τις αεροπορικές εταιρείες, έχουν ενισχύσει τη ζήτηση για νησιά όπως η Αστυπάλαια, η Κάρπαθος, η Λήμνος και η Λέρος. Ειδικότερα, κατά το πρώτο 15νθήμερο του Ιουλίου, ο αριθμός των επισκεπτών σε νησιά με διαχρονικά μικρότερη τουριστική ζήτηση αυξήθηκε κατά 15%-20%. Για παράδειγμα, στη Νάξο αυξήθηκε έως 80%, με το αντίστοιχο ποσοστό να αγγίζει το 50% για την Κάρπαθο. Σε ποσοστό άνω του 40% διαμορφώνεται η αύξηση της επιβατικής κίνησης για την Κεφαλλονιά, τη Λήμνο και τη Λέρο. Επίσης, η λίστα των προορισμών με σημαντική ζήτηση περιλαμβάνει νησιά του Ιονίου (Ζάκυνθος), των Σποράδων (Σκιάθος) και του Βόρειου-Ανατολικού Αιγαίου (Ικαρία, Χίος, Λέσβος).
Μικρότερους ρυθμούς αύξησης της ζήτησης, αλλά ενισχυμένους σε σχέση με το 2022, καταγράφουν η Σάμος, τα Κύθηρα, η Μήλος και η Πάρος, γεγονός που αποδίδεται περισσότερο στην περιορισμένη χωρητικότητα των υποδομών τους.
Μύκονος και Σαντορίνη
Κορυφαίοι προορισμοί όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες του Ιουλίου ενισχύονται μόλις κατά 5% και 15%, αντίστοιχα, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022.
Την ίδια στιγμή, η Αθήνα διανύει μια καλή χρονιά με αυξημένη επισκεψιμότητα από τις ΗΠΑ και τον Καναδά και κάποιες άλλες εθνικότητες, ενώ η Θεσσαλονίκη κινείται σε σταθερούς ρυθμούς με πρώτες τις αφίξεις από τη βαλκανική ενδοχώρα. Επιπλέον, και ο οδικός τουρισμός δείχνει μια αξιόλογη κινητικότητα, με πρωταγωνιστές κυρίως τους Ρουμάνους.
Επίσης, σημαντικό «αγκάθι» για τη φετινή σεζόν αποτελεί η μειωμένη κίνηση από τη γερμανική αγορά.
«Σφιχτά» πορτοφόλια
Φέτος η αλήθεια είναι ότι η σχέση ποιότητας – τιμής και εν γένει το κόστος ταξιδιού, σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού και ακρίβειας, αποτελούν τις δύο κύριες παραμέτρους για την επιλογή προορισμού από τους ευρωπαίους ταξιδιώτες. Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι φέτος το 18% των Ευρωπαίων στοχεύει να ταξιδέψει εκτός της περιόδου υψηλής ζήτησης για να κάνει πιο οικονομικές διακοπές, ενώ το 14% σχεδιάζει να κάνει διακοπές σε προορισμούς που θεωρεί πιο προσιτούς οικονομικά. Στην κατεύθυνση περιορισμού του συνολικού κόστους διακοπών, η πλειονότητα των ταξιδιωτών «έχει σφιχτό πορτοφόλι», επιλέγοντας να συρρικνώσει τον αριθμό των διανυκτερεύσεων. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη διάρκεια ενός ταξιδιού, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι (36%) επιλέγουν να περάσουν λιγότερο από μία εβδομάδα (4-6 διανυκτερεύσεις) στον προορισμό τους, ενώ μόλις το 27% στοχεύει να μείνει 7-9 νύχτες.