Ετοιμο για τη μεγαλύτερη με διαφορά επενδυτική δραστηριότητα όλων των εποχών στον τραπεζικό κλάδο είναι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, στο πλαίσιο του σχεδίου αποεπένδυσής του από τους τέσσερις συστημικούς ομίλους. Μιλώντας στο «Βήμα» ο CEO του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) Ηλίας Ξηρουχάκης αναφέρεται στα άμεσα και πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία από αυτή την εξέλιξη και αναλύει τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογηθούν οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ιδρύθηκε σε μία πολύ δύσκολη για την Ελλάδα συγκυρία, μετά τη χρεοκοπία του 2010, για τη διάσωση των τραπεζών. Θεωρείτε ότι μετά τον επιτυχημένο μετασχηματισμό και την εξυγίανσή τους έχει ολοκληρωθεί η αποστολή του;
«Οι προκλήσεις της σημερινής συγκυρίας είναι ισχυρές και έχουν έναν αθέατο κοινό παρονομαστή που προσθέτει ισχυρές δόσεις αβεβαιότητας, διαταράσσοντας την οικονομία. Στη φάση αυτή η εξασφάλιση της ανάπτυξης αλλά και η εξάλειψη των μεγάλων ανισοτήτων απαιτεί παράγοντες που συμβάλλουν στην ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αλλά και την προστασία του δημόσιου συμφέροντος.
Γι’ αυτό η αποστολή και λειτουργία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας είναι χρήσιμη όσο ποτέ στη σημερινή περίοδο. Και ενισχύεται περαιτέρω, καθώς οφείλει να υλοποιήσει μια αναπτυξιακή δραστηριότητα ιδιαίτερης σημασίας τα αμέσως επόμενα χρόνια, έως το τέλος του 2025. Τη στρατηγική αποεπένδυσης.
Στην πραγματικότητα θα είναι η μεγαλύτερη επενδυτική δραστηριότητα που έχει υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια στον τραπεζικό κλάδο. Η ολοκλήρωσή της θα σηματοδοτεί και την εκπλήρωση του σκοπού ύπαρξης του Ταμείου, αλλά και το μεγάλο εγχείρημα στήριξης των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες διέγραψαν μια θεαματική διαδρομή από την απαξίωση, στη σημερινή πραγματικότητα, έχοντας καταστεί ιδιαίτερα ελκυστικοί επενδυτικοί στόχοι εξαιρετικά σοβαρών και πολύ μεγάλου βεληνεκούς διεθνών επενδυτικών σχημάτων».
Ποιες είναι οι βασικές πτυχές του πλάνου αποεπένδυσης που έχετε σχεδιάσει;
«Το Ταμείο έχει σχεδιάσει τη Στρατηγική Αποεπένδυσης σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς – τους εγχώριους και ευρωπαϊκούς θεσμούς – και σε συνεργασία με τις ελληνικές τράπεζες, με στόχο να επιστρέψει ο εγχώριος χρηματοπιστωτικός τομέας σε ιδιωτικό καθεστώς σε εύλογο χρονικό διάστημα και με τρόπο που θα βελτιστοποιεί την αξία του χαρτοφυλακίου του μεσοπρόθεσμα, δηλαδή έως το τέλος του 2025, στηρίζοντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ενεργώντας με βάση το δημόσιο συμφέρον.
Ετσι, ο βασικός μας στόχος είναι να καταβάλουμε κάθε εύλογη προσπάθεια για να διαθέσουμε όλες τις μετοχές μας στις συστημικές τράπεζες πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2025, με την επιφύλαξη της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, της εξασφάλισης της εύλογης αξίας των συμμετοχών μας, αλλά και της εμπλοκής στα μετοχικά σχήματα μακροχρόνιου ορίζοντα διεθνών επενδυτών, που θα προσθέσουν σημαντική αξία, αλλά και θα εξασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα, σε κάθε επίπεδο, των τραπεζικών ιδρυμάτων στα οποία θα επιλέξουν να επενδύσουν».
Τους προηγούμενους μήνες εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από μεγάλα επενδυτικά σχήματα για την απόκτηση μετοχών του ΤΧΣ στις τράπεζες. Πότε αναμένονται οι πρώτες συμφωνίες;
«Αν και για ευνόητους λόγους, δεν θα μπορούσαμε να είμαστε πιο συγκεκριμένοι σε ό,τι αφορά στο χρονοδιάγραμμα και τον ακριβή τρόπο υλοποίησης της στρατηγικής αποεπένδυσης, μπορώ να πω ότι το Ταμείο παρακολουθεί στενά τις συνθήκες της αγοράς και το ενδιαφέρον των επενδυτών και είμαστε έτοιμοι να εντοπίσουμε τις ευκαιρίες για την υλοποίηση καλά σχεδιασμένων συναλλαγών, με δέσμευση στις βέλτιστες πρακτικές και στην πλήρη συμμόρφωση με το ισχύον νομικό και κανονιστικό πλαίσιο.
Οι αποφάσεις αποεπένδυσης θα βασίζονται σε κριτήρια σχετικά με τη χρηματοοικονομική και λειτουργική βιωσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τον αντίκτυπό τους στην οικονομία και τον κλάδο γενικότερα, ενεργώντας προς το συμφέρον του έλληνα φορολογούμενου. Κατά την υλοποίηση των συναλλαγών, το Ταμείο θα ακολουθεί μια απόλυτα διαφανή και ανταγωνιστική διαδικασία, διατηρώντας παράλληλα την εμπιστευτικότητα, που είναι απαραίτητο συστατικό για κάθε παρόμοια συναλλαγή».
Με ποια κριτήρια λοιπόν θα αξιολογήσετε τους υποψήφιους επενδυτές;
«Θεωρούμε πως η αποεπένδυση θα προσφέρει ευρύτερα σημαντικά οφέλη στην ελληνική οικονομία μέσω:
i) Αύξησης της ελεύθερης διασποράς των μετοχών των ελληνικών τραπεζών που αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω τη ρευστότητα, τους τζίρους και την αποτελεσματικότητα της ελληνικής κεφαλαιαγοράς.
ii) Παροχής περισσότερων ευκαιριών για άμεσες ξένες επενδύσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα σε σχετικά μεγάλη κλίμακα.
iii) Προσέλκυσης μεγάλων αξιόπιστων επενδυτών με μεσομακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, που θα προσθέσουν αξία στις τράπεζες και θα ενισχύσουν τον ρόλο τους στην οικονομία.
iv) Θα επιτευχθεί η μετάβαση σε ένα τραπεζικό τομέα υπό πλήρη ιδιωτική ιδιοκτησία.
Γι’ αυτό ως γενική αρχή, το Ταμείο καλωσορίζει στρατηγικούς επενδυτές για σημαντικά πακέτα των μετοχών του, όπως διεθνώς αναγνωρισμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κρατικά επενδυτικά ταμεία, θεσμικούς και μακροπρόθεσμου ορίζοντα επενδυτές, καθώς και πάσης φύσεως επενδυτικά σχήματα που θεωρείται ότι θα ενισχύσουν την ικανότητα του ελληνικού τραπεζικού τομέα να ανταποκριθεί στις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και τεχνολογικές προκλήσεις της σύγχρονης εποχής και βέβαια στις χρηματοδοτικές ανάγκες καταναλωτών και επιχειρήσεων.
Η δυνατότητα και η δεδηλωμένη πρόθεση μελλοντικής στήριξης της τράπεζας, δηλαδή πέραν της αρχικής επένδυσης, από τον εκάστοτε ενδιαφερόμενο επενδυτή σε δυνητικά δύσκολες συνθήκες αβεβαιότητας και μεταβλητότητας, είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό που κρίνεται σημαντικό κατά τη διαδικασία επιλογής».
Μετά την κατάρρευση αμερικανικών τραπεζών στις ΗΠΑ οι χρηματοοικονομικές συνθήκες διεθνώς έχουν επιδεινωθεί. Πιστεύετε ότι αυτή η αναταραχή μπορεί να επηρεάσει το χρονοδιάγραμμα αποεπένδυσης;
«Παρά τις βραχύβιες πιέσεις που δέχθηκαν οι ελληνικές τράπεζες στις αποτιμήσεις τους τις ημέρες που διαδέχθηκαν την πρόσφατη τραπεζική κρίση σε ΗΠΑ και Ευρώπη, θεωρώ ότι ο εγχώριος κλάδος είναι πλήρως θωρακισμένος, τόσο κεφαλαιακά όσο και από απόψεως λειτουργικής κερδοφορίας και ρευστότητας. Κι αυτό διότι έχουν επιτύχει μεγάλης κλίμακας, εντυπωσιακή θα τη χαρακτήριζε εύστοχα κάποιος, εξυγίανση των ισολογισμών τους, σημαντική ενίσχυση των κεφαλαιακών τους δεικτών και επιστροφή σε δυναμική τροχιά κερδοφορίας, διασφαλίζοντας όχι μόνο αντοχή απέναντι σε διεθνείς κλυδωνισμούς, παρεμφερείς με αυτούς που βιώσαμε προ ημερών, αλλά σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά το Ταμείο παρακολουθεί και θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά όλες τις εξελίξεις προκειμένου να υλοποιήσει με επιτυχία τη στρατηγική του, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων και τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ενεργώντας πάντα με βασικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Το ΤΧΣ έχει προετοιμάσει μεθοδικά την οργάνωση της μεγαλύτερης μακράν επενδυτικής δραστηριότητας στον τραπεζικό κλάδο και θα την υλοποιήσει με βασικό στόχο να προκληθούν άμεσα και πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία».
Και μια τελευταία ερώτηση… Πρόσφατα ολοκληρώθηκε η αύξηση κεφαλαίου της Attica Bank, στην οποία είστε βασικός μέτοχος. Πιστεύετε ότι αλλάζει τροχιά η τράπεζα;
«Στόχος μας είναι η εξυγίανση με γρήγορο ρυθμό της τράπεζας, που έχει ενισχυθεί κεφαλαιακά ουσιωδώς. Στις δύο τελευταίες αυξήσεις κεφαλαίου τοποθετήθηκαν πάνω από 700 εκατ. ευρώ και ευελπιστούμε ότι ανοίγει πλέον μια νέα περίοδος ισχυρής ανάπτυξης και μετασχηματισμού. H επιδιωκόμενη από τους βασικούς μετόχους διαδικασία συγχώνευσης της Αττικής και της Παγκρήτιας, σύμφωνα με όρους και προϋποθέσεις που προβλέπονται, θα συμβάλει αναμφίβολα θετικά ώστε η αγορά να αποκτήσει έναν νέο δυναμικό τραπεζικό πυλώνα προς όφελος της ελληνικής οικονομίας».