Αρχές του 2019 αναμένεται να κλείσει ο πρώτος γύρος συγκέντρωσης στον κλάδο της ιδιωτικής υγείας. Ενας κλάδος που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών, όχι τόσο για τις επιδόσεις του μέσα στην κρίση όσο για τις μελλοντικές προοπτικές του. Αναμφίβολα πρωταγωνιστής είναι το CVC Capital. To private equity fund από το Λουξεμβούργο έχει αποκτήσει το νοσοκομείο Metropolitan αντί 80 εκατ. ευρώ, το Iασώ General αντί 20 εκατ. ευρώ και το Θεραπευτήριο Υγεία – βρίσκεται σε εξέλιξη η δημόσια πρόταση για το 100% των μετοχών – σε μια συναλλαγή που θα αγγίξει τα 290 εκατ. ευρώ. Εντός του πρώτου τριμήνου του 2019 θα έχει ξεκαθαρίσει η τύχη της Ευρωκλινικής, του Ιασώ και του «Ερρίκος Ντυνάν».
Η Ευρωκλινική ανήκει στο επενδυτικό fund της Global Finance και η τελευταία θέλει να προχωρήσει σε αποεπένδυση από την εξαγορά που είχε πραγματοποιηθεί το μακρινό 2008. Το θετικό για την Global Finance είναι ότι έχει δεχθεί δύο διαφορετικές προτάσεις από ξένους που σε πρώτη φάση δεν την ενθουσίασαν αλλά εκτιμάται ότι με τις κατάλληλες υποχωρήσεις από την πλευρά του πωλητή και των εν δυνάμει αγοραστών θα βρεθεί η χρυσή τομή και το πρώτο τρίμηνο του 2019 θα πραγματοποιηθεί το deal.
Στο Ιασώ το fund Oaktree έχει αρχίσει οικονομικό και νομικό έλεγχο (due diligence). Η μη δεσμευτική προσφορά των Αμερικανών (1,5 ευρώ ανά μετοχή) θεωρήθηκε έκπληξη από την αγορά, καθώς οι θυγατρικές Ιασώ Θεσσαλίας και το κέντρο αποκατάστασης Φιλοκτήτης είναι ζημιογόνες, αλλά οι τελευταίοι λέγεται ότι εντυπωσιάστηκαν από τις εγκαταστάσεις των μονάδων (μαιευτήριο, κλινική) στο Μαρούσι και προχώρησαν σε αυτή την προσφορά σε συνδυασμό βεβαίως με τα κέρδη της μητρικής που αντισταθμίζουν τα ζημιογόνα αποτελέσματα των θυγατρικών.
Το Oaktree μετά το due diligence θα υποβάλει δημόσια προσφορά και είναι διατεθειμένο να δώσει έως και 180 εκατ. ευρώ για το 100% των μετοχών. Το Ιασώ είναι πολυμετοχική εταιρεία με μετόχους γιατρούς που κανείς δεν ελέγχει πάνω από 2%-3% του μετοχικού κεφαλαίου. Τίθεται έτσι ένα θέμα επιτυχίας της δημόσιας προσφοράς αφού το Oaktree θα θέλει να αποκτήσει τουλάχιστον το 51%. Αυτοί που θα προσφέρουν τις μετοχές τους σίγουρα είναι οι γιατροί που είναι κοντά στη σύνταξη.
Οι νεότεροι είναι επιφυλακτικοί για την επόμενη μέρα και το νέο μοντέλο διαχείρισης της Oaktree και μάλιστα λέγεται πως το τίμημα που αρχικά ήταν 1,2 ευρώ ανέβηκε στο 1,5 ευρώ ανά μετοχή για να καμφθεί ακριβώς αυτή η επιφυλακτικότητα. Υπενθυμίζεται πως το Oaktree έχει ήδη παρουσία στη χώρα μας αφού το 2014 είχε προχωρήσει σε συμφωνία με την εταιρεία Σάνη ΑΕ, συμφερόντων των αδερφών Ανδρεάδη, για την ανάπτυξη πολυτελών resorts στην Ελλάδα, της αλυσίδας Ikos.
Αρχές Ιανουαρίου θα έχει ξεκαθαρίσει και η υπόθεση του «Ερρίκος Ντυνάν». Στον διαγωνισμό που διενεργεί η ιδιοκτήτρια Τράπεζα Πειραιώς η προσφορά που εξετάζεται είναι αυτή του ιδρύματος Ωνάση. Το τελευταίο έχει ανακοινώσει ότι αν αποκτήσει το «Ερρίκος Ντυνάν» θα το δωρίσει στο Δημόσιο. Η προσφορά του όμως, σύμφωνα με πληροφορίες, αφορά την ανάληψη μέρος των δανείων που ανέρχονται συνολικά στα 110 εκατ. ευρώ, και μάλιστα χωρίς εγγυήσεις. Μια προσφορά που δεν καλύπτει την Τράπεζα Πειραιώς.
Δεδομένου ότι η Τράπεζα δεν έχει καμία δέσμευση απεμπλοκής από το «Ντυνάν», όλα δείχνουν πως ο διαγωνισμός θα κηρυχθεί άγονος. Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός πως ο τζίρος του νοσοκομείου το 2018 είναι αυξημένος κατά 20% σε σχέση με το 2017 και τους τελευταίους μήνες καταγράφεται και θετικό ebitda. Παράλληλα η πληρότητα έχει ενισχυθεί στο 50% και η προσδοκία είναι ότι το 2019 το νοσοκομείο θα εμφανίσει θετικό αποτέλεσμα. Βεβαίως, θεωρείται σίγουρο ότι θα ακολουθήσει άμεσα νέος διαγωνισμός με τα επενδυτικά funds της Mubadala από το Αμπου Ντάμπι και την αμερικανική Farallon να δηλώνουν «παρών».
Το Ιατρικό Κέντρο, το οποίο με σύμμαχο την HIG συγκρούστηκε με το CVC για το «Υγεία», προς το παρόν επικεντρώνεται στην οργανική ανάπτυξη του ομίλου. Η διοίκηση της εταιρείας θεωρεί ότι ο κλάδος έχει να αντιμετωπίσει ακόμη πολλές προκλήσεις και θα προχωρήσει σε «ζυγισμένες» κινήσεις στο μέλλον. Προς το παρόν βλέπει όλες του τις μονάδες να είναι αποδοτικές και τον ρυθμό αύξησης των κερδών του να είναι πολλαπλάσιος του ρυθμού ανάπτυξης των πωλήσεων.
Προβληματισμός για το μοντέλο διοίκησης που ακολουθούν τα funds
Οι ιδιωτικές μονάδες βλέπουν τα περιθώρια κέρδους να ενισχύονται – το 17% στο περιθώριο κέρδους των ebitda θεωρείται άκρως ικανοποιητικό – αλλά οι αστάθμητοι παράγοντες παραμένουν, όπως οι αιφνίδιες αλλαγές στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ με δυσμενείς όρους συνεργασίας για τα ιδιωτικά νοσοκομεία. O κλάδος της ιδιωτικής υγείας τα χρόνια της κρίσης είδε τα έσοδά του να μειώνονται και σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς rebate (υποχρεωτικές εκπτώσεις στον ΕΟΠΥΥ) και clawback (επιστροφή ποσών αν οι δαπάνες υπερβαίνουν τον αρχικό προϋπολογισμό) αντιμετώπισε και προβλήματα ρευστότητας, με αποτέλεσμα να μην μπορούν κλινικές και διαγνωστικά να εξυπηρετήσουν δανειακές υποχρεώσεις.
Τα περιθώρια κέρδους
Rebate και clowback θα καταργηθούν το 2021 και θα δώσουν μια σημαντική ανάσα στα έσοδα των μονάδων. Η κατάργηση των δύο αυτών μέτρων λέγεται πως ήταν καταλυτική για την επένδυση του CVC σε Υγεία, Metropolitan και Ιασώ General καθώς το 2023-2024 όταν θα προχωρήσει σε αποεπένδυση θα μπορέσει να διεκδικήσει ένα καλό τίμημα. Παράλληλα, τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών του κλάδου αναμένεται να ενισχυθούν για τρεις λόγους:
Πρώτον, αλλάζει ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης, η οποία θα καταστεί κύρια πηγή εσόδων για τις εταιρείες του κλάδου στη θέση του ΕΟΠΥΥ. Δεύτερον, περιορίζεται σταδιακά το «αποτύπωμα» των μεγαλογιατρών και, τρίτον, η έλευση ξένων ιδιοκτητών και ξένων μετόχων στη μετοχική σύνθεση των μονάδων εξασφαλίζει όρους εταιρικής διακυβέρνησης και χρηστής διαχείρισης, καθώς ο κλάδος είχε εμφανίσει στο παρελθόν φαινόμενα διαφθοράς.
Μισθωτοί γιατροί
Αν συνυπολογίσει κανείς και την επιστροφή της οικονομίας σε ρυθμούς ανάπτυξης, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για ένα πραγματικό comeback του κλάδου.
Υπάρχουν όμως και αστάθμητοι παράγοντες, όπως οι αιφνίδιες αλλαγές στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ με δυσμενείς όρους συνεργασίας για τα ιδιωτικά νοσοκομεία, ενώ στις μονάδες της επαρχίας όπου ο ΕΟΠΥΥ παραμένει ο βασικός αιμοδότης του τζίρου δεν καταγράφεται το κλίμα υπεραισιοδοξίας που καλλιεργείται στην Αττική.
Επίσης, προβληματισμός εκδηλώνεται για τη στρατηγική των funds και το αντίκτυπο που θα έχει αυτή στον ανταγωνισμό. Για παράδειγμα, η εμπειρία δείχνει πως το CVC θα επιδιώξει να δουλεύει με γιατρούς μισθωτούς και θα μειώσει τα περιφερειακά κόστη ώστε να προσφέρει καλύτερες τιμές.
Αυτό το μοντέλο είναι δύσκολο να λειτουργήσει στην Ελλάδα που τα λεφτά στα ιδιωτικά θεραπευτήρια τα «φέρνουν» οι γιατροί. Σημειώνεται πως το CVC σε αντίστοιχες επενδύσεις στον κλάδο της υγείας στην Ισπανία έβγαλε έως τρεις φορές τα λεφτά του, αλλά στην Αυστραλία αποχώρησε με ζημιές, ενώ και στη Γαλλία οι τοποθετήσεις του έως τώρα δεν είναι αποδοτικές.