Υστερα από μια τριετία με τις μηχανές του μετασχηματισμού και της εξυγίανσης στο φουλ, οι ελληνικές τράπεζες μπαίνουν ξανά στα διεθνή επενδυτικά ραντάρ. Με δείκτες καθυστερήσεων σε μονοψήφια επίπεδα για πρώτη φορά από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, βελτιστοποιημένο μοντέλο λειτουργίας και δαπάνες προσαρμοσμένες στις ανάγκες της εποχής, αλλά και με επαρκή ρευστότητα για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών, διαθέτουν πλέον τα χαρακτηριστικά εκείνα που είναι απαραίτητα για την προσέλκυση νέων επενδυτών. Και όλα αυτά εν μέσω ενός περιβάλλοντος ισχυρής ανάπτυξης, με την ελληνική οικονομία να τρέχει με υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης για δεύτερη συνεχή χρονιά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, κόντρα στην ενεργειακή κρίση που οδηγεί την ευρωζώνη σε ύφεση. Ενδιαφέρον για το 20% Ενδεικτικό του θετικού κλίματος που έχει διαμορφωθεί για τον εγχώριο χρηματοπιστωτικό κλάδο αποτελεί η πρόσφατη εκδήλωση ενδιαφέροντος από τη Σαουδική Αραβία για την απόκτηση του 20% της Εθνικής Τράπεζας, η οποία κατά πληροφορίες διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στην προ μερικών εβδομάδων συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Αθήνα. Ο λόγος γίνεται για το ήμισυ της συμμετοχής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), την οποία καλείται να ρευστοποιήσει στο σύνολό της έως και το 2025, με βάση την προσφάτως ψηφισθείσα για το πλαίσιο λειτουργίας του νομοθεσία. Σύμφωνα με πηγές που έχουν εικόνα των σχετικών διεργασιών, η κουβέντα της σαουδαραβικής πλευράς με το Ταμείο έχει ήδη ξεκινήσει, αλλά βρίσκεται σε αρχικό στάδιο. Κατά τους ίδιους κύκλους, στόχος των ενδιαφερομένων είναι μέσω του ελληνικού συστημικού ομίλου να αποκτήσουν πρόσβαση στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, καθώς θα διασφαλίσουν μέσω της ΕΤΕ το απαραίτητο διαβατήριο από τον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ (SSM) για την επέκτασή τους και σε άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου. Ετσι, θα διευκολυνθεί η εκτέλεση του ευρύτερου επενδυτικού τους προγράμματος στην Ευρώπη. Τα τρία «αγκάθια» Ωστόσο, προσθέτουν ότι για να υπάρξει άμεσα deal θα πρέπει να ξεπεραστούν διάφορα εμπόδια. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν τα εξής: Πρώτον, οι Σαουδάραβες επιθυμούν να αποκτήσουν το πακέτο μετοχών της Εθνικής Τράπεζας χωρίς διαγωνισμό. Αυτό όμως αντίκειται στον νόμο που πέρασε πρόσφατα από τη Βουλή, ο οποίος προβλέπει την πρόσληψη συμβούλων από το ΤΧΣ για να προχωρήσει η ρευστοποίηση οποιασδήποτε συμμετοχής του σε τράπεζες. Η σχετική διαδικασία δεν έχει καν ξεκινήσει. Ως εκ τούτου, με τα σημερινά δεδομένα, μια απευθείας πώληση μετοχών της τράπεζας, εάν δεν αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο, είναι αδύνατη. Δεύτερον, καθώς η χώρα έχει ήδη εισέλθει σε προεκλογική περίοδο, θεωρείται ρίσκο για την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα στην πώληση ενός τόσο μεγάλου πακέτου στην ιστορικότερη τράπεζα της χώρας, που παραδοσιακά ελέγχεται από το Δημόσιο. Και αυτό διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να κατηγορηθεί από την αντιπολίτευση για αφελληνισμό και ξεπούλημα. Θεωρείται λογικότερο η όποια εξέλιξη να μετατεθεί για το 2023 και αφότου έχει ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο μετά τις εκλογές. Τρίτον, με τις σημερινές αποτιμήσεις η ζημιά που θα καταγράψει το ΤΧΣ θα είναι υψηλή. Ειδικότερα, η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία των μετοχών που κατέχει διαμορφώνεται λίγο πάνω από το 1 δισ. ευρώ, ποσό χαμηλό σε σύγκριση με τα χρήματα που έχει εισφέρει στις δύο ανακεφαλαιοποιήσεις που συμμετείχε (2013, 2015). Ως εκ τούτου είναι λογικό να αναμένει την ενίσχυση της τιμής της μετοχής της ΕΤΕ. Στο πλαίσιο αυτό, οι ίδιες πηγές σημειώνουν πως θα ήταν έκπληξη η γρήγορη πώληση ποσοστού της Εθνικής, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά πως «μόνο εάν η πρόταση των Σαουδαράβων είναι τριπλάσια από αυτή που σήμερα θεωρούμε εμείς ως πολύ καλή θα μπορούσε να γίνει κάτι άμεσα. Πόσες πιθανότητες έχει όμως κάτι τέτοιο;». Τα ποσοστά του ΤΧΣ Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ είναι υποχρεωμένο να προχωρήσει σε πλήρη απο-επένδυση από τον τραπεζικό κλάδο μέχρι και το 2025. Τα ποσοστά του στις υπόλοιπες συστημικές τράπεζες ανέρχονται σε 27% στην Τράπεζα Πειραιώς, 9% στην Alpha Bank και 1,4% στη Eurobank. Στην τελευταία περίπτωση τα πράγματα είναι αρκετά απλά. Το μερίδιο του ΤΧΣ είναι χαμηλό, ενώ ο όμιλος έχει ήδη έναν ισχυρό μέτοχο. Από την άλλη, η πώληση των συμμετοχών του σε Τράπεζα Πειραιώς και Alpha Bank θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγή των μετοχικών συσχετισμών. Αναλυτές που παρακολουθούν το κλάδο εκτιμούν ότι σε αυτή τη φάση, με την κρίση του πληθωρισμού σε πλήρη εξέλιξη και την αβεβαιότητα για την πορεία των αγορών στα ύψη, οι πιθανότητες για πώληση μετοχών από το ΤΧΣ τους επόμενους μήνες είναι περιορισμένες. Αλλωστε, υπενθυμίζουν οι ίδιες πηγές, στόχος του Δημοσίου είναι να μεγιστοποιήσει το όφελός του από τις συγκεκριμένες κινήσεις. Με την προοπτική λοιπόν αύξησης των αποτιμήσεων όταν βελτιωθεί το κλίμα και οι τράπεζες αποδείξουν ότι είναι ικανές να παράγουν κέρδη και να διανέμουν μέρισμα, είναι λογικό να αναμένει τουλάχιστον μερικούς μήνες ακόμη. Εκτός κι αν οι επενδυτές είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν ισχυρά premium που δεν θα μπορούσαν να αγνοηθούν.