Συνάντησα για πρώτη φορά τον Δημήτρη Βαράκη το 1995 σε μια σύσκεψη στο υπουργείο Οικονομικών, αυτός στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού του ΓΛΚ και εγώ τότε γενικός γραμματέας Ερευνας, με τον Σημίτη υπουργό Βιομηχανίας. Στη συνάντηση ζήτησα να εγγραφούν περισσότερα κονδύλια για την έρευνα με το διαχρονικό επιχείρημα ότι μόνο με σύγχρονη τεχνολογία μπορούμε να πετύχουμε ανάπτυξη και να επιταχύνουμε τη σύγκλιση με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο Βαράκης με κοίταξε επιτιμητικά λέγοντάς μου ότι όλοι οι καθηγητές τα ίδια λένε και αν ήθελα παραπάνω πόρους να τους έβρισκα κάνοντας περικοπές σε άλλες δαπάνες.
Ετοιμαζόμουν να απαντήσω σε ανάλογο ύφος, αλλά τότε ξέσπασε σε ένα καλόκαρδο γέλιο διαρκείας που δεν σε άφηνε να του μιλήσεις επιθετικά και προτίμησα μια πιο χαλαρή προσέγγιση. Του εξήγησα λοιπόν ότι τα κονδύλια αυτά θα δίνονταν στα ερευνητικά κέντρα ως εθνική συνεισφορά (matching funds) κοινοτικών προγραμμάτων και με τον τρόπο αυτόν θα έρχονταν άλλα τόσα από την ΕΕ. Το έλλειμμα καμία επιβάρυνση δεν θα είχε. Τελικά σε συνεννόηση και με τον Γιώργο Ρωμαίο, τότε αρμόδιο υπουργό για το ΚΠΣ, ο Βαράκης συμφώνησε και τα ερευνητικά ιδρύματα της χώρας ενισχύθηκαν με σημαντικά κεφάλαια. Ηταν μια δύσκολη αλλά καλή αρχή στη μακρά γνωριμία μας που ακολούθησε.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος