Με στόχο να λυθεί οριστικά έως και το τέλος του 2021 το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων, η Τράπεζα της Ελλάδος και το υπουργείο Οικονομικών ξεκινούν τις επόμενες ημέρες νέο κύκλο επαφών με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές προς λήψη των απαραίτητων εγκρίσεων για τη δημιουργία ενός κεντρικού σχήματος διαχείρισης επισφαλειών, που θα επιταχύνει σημαντικά την εξυγίανση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βρίσκονται δύο ξεχωριστά σχέδια, ένα της Τράπεζας της Ελλάδος και ένα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν τόσο ανεξάρτητα, όσο και συνδυαστικά. Μέσω αυτών επιτυγχάνεται η μαζική μεταβίβαση σε τρίτους ενός μεγάλου όγκου μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε τιμές που δεν θα προκαλέσουν ζημιές ικανές να οδηγήσουν τον κλάδο σε μια τέταρτη, μετά το ξέσπασμα της κρίσης, αναγκαστική ανακεφαλαιοποίηση.
Το μυστικό των πλάνων αυτών κρύβεται στην παροχή κρατικών εγγυήσεων στους επενδυτές που θα αναλάβουν το ρίσκο της τοποθέτησης στις προς πώληση προβληματικές χορηγήσεις. Με τον τρόπο αυτόν ένα μέρος της επένδυσής τους είναι διασφαλισμένο, αυξάνοντας το προσφερόμενο στις τράπεζες τίμημα.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας θεωρεί ότι οι Ευρωπαίοι οφείλουν να προσφέρουν στον εγχώριο κλάδο μια λύση που θα διευκολύνει την επιστροφή του στην κανονικότητα. Οπως αναφέρει σε στενούς του συνεργάτες, «στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν έχει επιτρέψει τη χρήση κρατικών εγγυήσεων για την υποβοήθηση των τραπεζών. Γιατί να μην το κάνει και για εμάς;»
Πιστεύει δε πως εάν δοθεί το πράσινο φως για την εφαρμογή τουλάχιστον ενός εκ των δύο προαναφερθέντων σχεδίων, οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι δυνατό να μειωθούν ακόμη και κάτω από το 10% μέχρι και το τέλος του 2021. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο χρόνος προετοιμασίας που απαιτείται είναι σχετικά σύντομος, μεταξύ 6 και 9 μηνών, καθιστώντας δυνατή την εφαρμογή τους στο β’  εξάμηνο του 2019. Με τον τρόπο αυτόν θα ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη των τεσσάρων συστημικών ομίλων στην υπό δημιουργία πανευρωπαϊκή τραπεζική ένωση κάποια στιγμή μετά το 2022.
Δημιουργία
ειδικών σχημάτων
Αναλυτικότερα, οι προτάσεις ΤΧΣ και ΤτΕ προβλέπουν την τιτλοποίηση προβληματικών δανείων για τη διάθεσή τους σε επενδυτές. Η αποπληρωμή τους θα γίνεται με τα ποσά που θα ανακτώνται από τη διαχείριση των χορηγήσεων. Ωστόσο, για να ενισχυθεί η τιμή πώλησης των τίτλων αυτών, θα παρέχονται εγγυήσεις. Στην περίπτωση του σχεδίου του ΤΧΣ μέρος των ομολόγων θα είναι απευθείας εγγυημένο από το ελληνικό Δημόσιο, ενώ με βάση το σχεδιασμό της ΤτΕ τον ρόλο των εξασφαλίσεων θα παίζει ο αναβαλλόμενος φόρος.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το πλάνο που παρουσίασε η κεντρική τράπεζα στους επικεφαλής των ελληνικών τραπεζών την περασμένη Πέμπτη, θα μεταφερθούν σε ένα όχημα ειδικού σκοπού μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα 40 δισ. ευρώ ή 20 δισ. ευρώ μετά προβλέψεων. Πρόκειται περίπου για τις μισές προβληματικές χορηγήσεις των τραπεζών σήμερα. Τη διαχείρισή τους θα αναλάβει ανεξάρτητος φορέας, κατόπιν διαγωνισμού.
Μαζί με τα δάνεια, ωστόσο, θα εισφερθούν και οι αναλογούσες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις, ύψους 7,5 δισ. ευρώ, οι οποίες θα αποτελούν μια εναλλακτική πηγή εσόδων σε περίπτωση που η διαχείριση των δανείων δεν αποδίδει τα αναμενόμενα. Ο τρόπος χρήσης αυτών των εγγυήσεων θα καθοριστεί με νομοθετική παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών. Ενδεχομένως, θα μπορούσαν να διατίθενται σταδιακά σε τρίτες κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Δημιουργείται
«μαξιλάρι» ασφαλείας
Για παράδειγμα, εάν μια εταιρεία εμφανίσει θετικό αποτέλεσμα 300 εκατ. ευρώ σε μία χρήση, μπορεί με ένα ποσοστό έκπτωσης της τάξης του 10% να αποκτήσει αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις ύψους 87 εκατ. ευρώ (το 29% των κερδών της), πληρώνοντας στο όχημα 78 εκατ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτόν θα κερδίσει τη διαφορά των 9 εκατ. ευρώ, καθώς θα απαλλαγεί πλήρως από τον φόρο εισοδήματος. Αρα, μέσω της αναβαλλόμενης φορολογίας, δημιουργείται ένα «μαξιλάρι» ασφαλείας, ενδεχομένως και άνω των 6,50 δισ. ευρώ, ενισχύοντας το τίμημα πώλησης των ομολόγων.
Εάν εφαρμοστεί με επιτυχία το συγκεκριμένο σχέδιο, οι τράπεζες θα περιορίσουν με μια κίνηση το σταθμισμένο στον κίνδυνο ενεργητικό τους, χωρίς να εμφανίσουν ζημιές στα αποτελέσματα χρήσης, αλλά μειώνοντας τους δείκτες κεφαλαιακής τους επάρκειας κατά το ύψος της αναβαλλόμενης φορολογίας που θα μεταφέρουν στο νέο σχήμα.
Ωστόσο, οι όποιες απώλειες θα είναι διαχειρίσιμες, ενώ εάν χρειαστεί νέα ένεση σε κεφάλαια, η Τράπεζα της Ελλάδος πιστεύει πως ο SSM δύσκολα θα αρνηθεί τη χρήση εναλλακτικών εργαλείων, όπως οι υβριδικοί τίτλοι, προκειμένου να αποφευχθεί η έκδοση νέων μετοχών.
Μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα θα συνεχιστούν οι επαφές των τραπεζικών διοικήσεων με την κεντρική τράπεζα, ενώ την ερχόμενη Πέμπτη θα παρουσιαστεί επισήμως το σχέδιο μέσω της Εκθεσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που θα δώσει στη δημοσιότητα ο κ. Στουρνάρας.
Τραπεζικές πηγές υπογραμμίζουν πως το ιδανικό θα ήταν τα δύο σχέδια, του ΤΧΣ και της ΤτΕ, να λειτουργήσουν συμπληρωματικά. Προσθέτουν δε ότι υπάρχουν σημαντικές τεχνικές πτυχές τους που δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές και η οριστικοποίησή τους θα απαιτήσει χρόνο.
Οι στόχοι για το 2021
Σημειώνεται ότι με βάση τα επιχειρησιακά πλάνα που έχουν υποβάλει οι τράπεζες στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), έως και το τέλος του 2021 οι «κόκκινες» χορηγήσεις θα πρέπει να μειωθούν κατά 55 δισ. ευρώ, από τα 88 δισ. ευρώ σήμερα στα 33 δισ. ευρώ.
Το 50% της προβλεπόμενης ανάκτησης προέρχεται από πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων, το 30% από εισπράξεις μέσω ρευστοποιήσεων ενεχύρων και το 20% από την αναταξινόμηση προβληματικών δανείων στην κατηγορία των εξυπηρετούμενων μέσω ρυθμίσεων.