Στις 15 Οκτωβρίου αναμένεται να λάβει μια πρώτη απάντηση το υπουργείο Οικονομικών για το θέμα της μείωσης ή μη των συντάξεων, καθώς τότε θα κατατεθεί στις ευρωπαϊκές αρχές από την ελληνική πλευρά το δημοσιονομικό πρόγραμμα για το 2019. Η κυβέρνηση εμφανίζεται αισιόδοξη ότι τελικά δεν θα μειωθούν οι συντάξεις, με τις οριστικές αποφάσεις να λαμβάνονται σε έκτακτο Eurogroup πριν από την κατάθεση του οριστικού σχεδίου του προϋπολογισμού ή το αργότερο στη νέα συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις 3 Δεκεμβρίου.
Την ίδια στιγμή, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κατάρτισε το προσχέδιο του προϋπολογισμού με βασική υπόθεση τη μη μείωση των συντάξεων και παράλληλα τη μη εφαρμογή σειράς αντιμέτρων. Ο νέος προϋπολογισμός έχει κερδισμένους αλλά και χαμένους και όλο το αφήγημα της κυβέρνησης για την επίτευξη των υψηλών πλεονασμάτων βασίζεται εν πολλοίς στην πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης το 2019 στα επίπεδα του 2,5%.
Ιδιοκτήτες ακινήτων
Στους κερδισμένους του νέου προϋπολογισμού – εφόσον τελικά περάσει η ελληνική πρόταση – θα είναι 1.500.000 «παλαιοί» συνταξιούχοι (με έκδοση σύνταξης πριν από τις 13 Μαΐου 2016), οι οποίοι κινδυνεύουν να χάσουν έως και 2 συντάξεις από 1.1.2019, αν εφαρμοστεί ο νόμος που ισχύει σήμερα.
Ωφελημένοι θα είναι και οι ιδιοκτήτες ακινήτων με ακίνητη περιουσία αντικειμενικής αξίας 60.000 -100.000 ευρώ. Οι συγκεκριμένοι ιδιοκτήτες το επόμενο έτος θα έχουν μεσοσταθμική μείωση ΕΝΦΙΑ 10% ή συνολικά 263 εκατ. ευρώ. Μεγαλύτερη έκπτωση, έως 30%, θα έχουν οι πολύ χαμηλές περιουσίες έως 60.000 ευρώ και όσο ανεβαίνουν οι αξίες, τόσο θα περιορίζεται το όφελος.
Η επιδότηση ενοικίου
Ερωτηματικό παραμένει ποιοι τελικά θα λάβουν την επιδότηση ενοικίου, καθώς ο νόμος που είχε ψηφιστεί – και είχε εκδοθεί μάλιστα και η σχετική υπουργική απόφαση – καθόριζε τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για 600.000 δικαιούχους, οι οποίοι θα ελάμβαναν επίδομα ενοικίου ή στεγαστικού δανείου με συνολική δαπάνη για το κράτος τα 600 εκατ. ευρώ.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού γίνεται αναφορά μόνο για επιδότηση ενοικίου και όχι στεγαστικού δανείου και το κονδύλι περιορίζεται στα 150 εκατ. ευρώ από 600 εκατ. ευρώ. Είναι προφανές ότι οι δικαιούχοι που θα λάβουν το εν λόγω επίδομα θα περιοριστούν σε 150.000, με μεγάλους χαμένους τους υπόλοιπους 450.000 δικαιούχους που δεν θα λάβουν ούτε 1 ευρώ. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα οικογενειακά επιδόματα δεν θα αλλάξουν, αν και υπάρχει το σενάριο σε κάποιες περιπτώσεις να αυξηθούν, ιδιαίτερα στις τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, που είχαν μεγάλες απώλειες με τις τελευταίες αλλαγές.
Από 1.1.2019 αναμένεται να μειωθούν κατά 35% και οι εισφορές των επαγγελματιών, δίνοντας έτσι μια ανάσα συνολικής αξίας 229 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα θα προχωρήσει και η επιδότηση νέων ηλικίας έως 25 ετών για να περιοριστεί η ανεργία στη συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών, όπου σχεδόν 1 στους 2 βρίσκεται στην ανεργία.
Οι επιχειρήσεις
Κερδισμένες θα είναι και οι επιχειρήσεις, όχι όμως όσο θα περίμεναν. Και αυτό διότι ο φορολογικός συντελεστής από 29% που είναι σήμερα θα πέσει από το νέο έτος στο 28% αντί για 26% όπως έχει ψηφιστεί. Το όφελος για τις επιχειρήσεις θα ήταν συνολικά 461 εκατ. ευρώ.
Το προσχέδιο του προϋπολογισμού έχει και αρκετούς χαμένους, όπως είναι για παράδειγμα οι 210.000 συνταξιούχοι που βγήκαν στη σύνταξη από 13 Μαΐου 2016 και μετά (ημερομηνία εφαρμογής του νέου νόμου Κατρούγκαλου) και για τους οποίους δεν υπάρχει πρόβλεψη να γίνει κάποια διόρθωση, ακόμη και αν δεν περάσει η μείωση στους παλαιότερους. Ουσιαστικά θα έχουμε συνταξιούχους δύο ταχυτήτων, ανάλογα με το πότε βγήκαν στη σύνταξη, πριν ή μετά τις 13 Μαΐου 2016.
Παράλληλα, μεγάλοι χαμένοι θα είναι όσοι έχουν ετήσια εισοδήματα έως 14.400 ευρώ και για τους οποίους υπήρχε πρόβλεψη να πληρώνουν πολύ χαμηλότερη συμμετοχή στα φάρμακα σε σχέση με ό,τι εφαρμόζεται σήμερα. Το ποσό που θα γλίτωναν σε ετήσια βάση θα ξεπερνούσε τα 240 εκατ. ευρώ.
Ούτε τα σχολικά γεύματα θα επεκταθούν σε 450.000 μαθητές, συνολικού κόστους 190 εκατ. ευρώ, ούτε θα ενισχυθούν μέσα στο 2019 οι βρεφονηπιακοί σταθμοί με 150 εκατ. ευρώ. Πίσω πάνε και τα νέα προγράμματα ενίσχυσης της εργασίας συνολικού ύψους 260 εκατ. ευρώ.