Τι θα γίνει αν ένας κατακλυσμός τύπου «Ντάνιελ», που διέλυσε τη Θεσσαλία, πλήξει και την Αττική και ιδιαίτερα την πρωτεύουσα Αθήνα; Το ερώτημα το θέτει και το διερευνά σ’ ένα σχεδόν εφιαλτικό άρθρο του στην «Καθημερινή» (17/3) ο συνεργάτης της Κώστας Καλλίτσης και από το οποίο αντλώ τη σχετική πληροφόρηση. Δεν είναι μόνο η ελληνική κυβέρνηση που δεν ασχολείται καθόλου με το πρόβλημα. Είναι και ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ενωση που εθελοτυφλεί.
Εχει επικεντρώσει τη μέριμνά της στη λήψη μέτρων για τη μείωση των εκπομπών ρύπων, με αμφίβολα άλλωστε αποτελέσματα, ενώ παραμένει ανοχύρωτη και απροετοίμαστη όσον αφορά τις υποδομές της, ώστε αυτές να καταστούν ισχυρές και να αντέξουν στις επιπτώσεις της κλιματική κρίσης.
Οπως επισημαίνεται, ακόμα και αν από θαύμα αύριο το πρωί μηδενίζονταν οι εκπομπές του θερμοκηπίου, κάτι δυστυχώς αδιανόητο, το πυκνό νέφος με το οποίο έχουμε ήδη τυλίξει τη Γη θα συνεχίσει να την υπερθερμαίνει τα επόμενα 25-30 χρόνια. Το ακόμα χειρότερο είναι ότι η Ευρώπη υπερθερμαίνεται με ταχύτητα διπλάσια από τη μέση παγκόσμια.
Η οικονομική ζημιά που έχει υποστεί η Ευρώπη από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που οφείλονται στην κλιματική κρίση, υπολογίζεται τα τελευταία 40 χρόνια σε 650 δισεκατομμύρια ευρώ. Και καθώς δεν λαμβάνονται σοβαρά μέτρα αποτροπής με ενίσχυση των υποδομών, μόνο οι καταστροφές από τις πλημμύρες σε παραθαλάσσιες περιοχές υπολογίζεται ότι θα προκαλούν ζημιές ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ ετησίως. Αναπόφευκτα οι καταστροφικές επιπτώσεις θα είναι πολλαπλάσιες.
Το είδαμε στη Θεσσαλία, όπου όχι μόνο καταστράφηκαν παραγόμενα προϊόντα, αλλά και οι μελλοντικές παραγωγικές δυνατότητες για κάποιο χρονικό διάστημα ή για πάντα. Ταυτόχρονα μειώθηκαν τα φορολογικά έσοδα, ενώ απαιτήθηκαν υψηλότερες έκτακτες δαπάνες, και συνεπώς χρειάστηκε να αυξηθεί και ο δανεισμός κεφαλαίων από το Δημόσιο για την κάλυψη των σχετικών δαπανών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμώντας την κατάσταση διαπίστωσε ότι εφεξής προέχει η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών και κάλεσε τα κράτη-μέλη, αλλά και τους ιδιώτες, να προβούν σε επενδύσεις, που θα την ενισχύσουν δραστικά. Ομως από πού θα προέλθει η χρηματοδότηση αυτών των πρόσθετων τεράστιων επενδύσεων; Θα χρειαστεί έκτακτη χρηματοδότηση με τεράστια πρόσθετα ευρωπαϊκά κονδύλια, τα οποία όμως ούτε καν αναζητούνται. Η Ευρωπαϊκή Ενωση προσβλέπει στα αδιάθετα 200 δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Θα μπορούσε τουλάχιστον η Ελλάδα να διαθέσει γι’ αυτόν τον σκοπό τα 32 δισεκατομμύρια, που της αναλογούν από το Ταμείο, αντί να προτιμάται ο εν πολλοίς πελατειακός και αδιαφανής τρόπος, όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος, ο οποίος εν προκειμένω διερωτάται: Αλήθεια, κανείς δεν ανησυχεί μήπως ένας «Ντάνιελ» ενσκήψει και στην Αττική; Δυστυχώς η απουσία ανησυχίας για επαπειλούμενους κινδύνους είναι γενικότερη στη χώρα μας. Γιατί π.χ. δεν υπάρχει πιεστική ενεργοποίηση όλων των πολιτών για την ασφάλιση των ακινήτων τους για όλους τους κινδύνους συμπεριλαμβανομένων σεισμών, πλημμύρας και γενικά φυσικών καταστροφών; Αν το κράτος γνωστοποιούσε στους πολίτες ότι δεν θα καταβάλλει αποζημιώσεις αν δεν ασφαλίζουν τα ακίνητα ή τις καλλιέργειές τους;