Επιβράδυνση του παγκόσμιου ρυθμού ανάπτυξης «βλέπουν» για το 2019 σχεδόν όλοι όσοι νομιμοποιούνται να έχουν άποψη: διεθνείς οργανισμοί, ενώσεις κρατών, πανεπιστημιακοί ερευνητές, think tanks, τράπεζες, αλλά και οιωνοσκόποι, μέντιουμ, προφήτες, τηλεπαθητικοί… Η οικονομική επιβράδυνση, ωστόσο, τη νέα χρονιά αλλά και την επόμενη (διότι πολλοί σπεύδουν να εκδώσουν την πρόβλεψή τους και για το 2020) δεν θα έχει μείζονα επίπτωση στις τιμές των εμπορευμάτων. Και τούτο, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, επειδή θα μειωθούν μεν η ζήτηση, οι επενδύσεις και η παραγωγή στον ευρύτερο κλάδο, θα συρρικνωθούν όμως και τα παγκόσμια αποθέματα. Οι αυξομειώσεις των διαθεσίμων επηρεάζουν καθοριστικά τις αγορές στη διαμόρφωση των τιμών.
Δεν είναι λοιπόν η οικονομία που θα επηρεάσει ως επί το πλείστον τις τιμές των εμπορευμάτων τη χρονιά που ξεκίνησε. Η κεφαλαιώδης «μεταβλητή» που θα καθορίσει τις εξελίξεις θα είναι η πολιτική. Με κορυφαία πολιτική εκκρεμότητα ασφαλώς την εξέλιξη στις σινοαμερικανικές σχέσεις. Στον πόλεμο, εν προκειμένω, που έχει ξεσπάσει μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη (αν δεν λογίσει κανείς ως μία και ενωμένη την ευρωπαϊκή οικονομία – και γιατί να το κάνει άλλωστε, δεν συντρέχει ουδείς λόγος, μόνο ευσεβείς πόθοι). Το πεδίο διεξαγωγής του πολέμου αυτού είναι, ως γνωστόν, το διεθνές εμπόριο.
Κομβική ημερομηνία της καινούργιας χρονιάς για την εξέλιξη του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου είναι η 1η Μαρτίου. Τότε θα λήξει η εκεχειρία που συμφώνησαν την 1η Δεκεμβρίου 2018, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του G20 στο Μπουένος Αϊρες, οι πρόεδροι Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ.
Εως τότε οι δύο πλευρές πρέπει να έχουν βρει πεδίο διαλόγου για την άρση των διαφορών που οδήγησαν αφενός στην επιβολή από την Ουάσιγκτον δασμών 25% στο ήμισυ και πλέον των κινεζικών εισαγωγών στις ΗΠΑ και αφετέρου σε αντίποινα από την πλευρά του Πεκίνου.
Το κινεζικό παζλ
Σε κάθε περίπτωση οι ειδικοί θεωρούν ότι δεν είναι οι ΗΠΑ και η Κίνα που θα υποφέρουν περισσότερο από το ενδεχόμενο κλιμάκωσης του μεταξύ τους εμπορικού πολέμου, αλλά οι μικρότερες οικονομίες. Διότι, ως γνωστόν, «όταν μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια».
Η αλήθεια είναι πάντως ότι με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 40 χρόνων από την έναρξη του προγράμματος του μεγάλου μεταρρυθμιστή ηγέτη της Κίνας, του Ντενγκ Σιαοπίνγκ, ο πρόεδρος Σι διακήρυξε urbi et orbi ότι η χώρα του ουδέποτε είχε, ούτε έχει σήμερα, ως στόχο την ηγεμονία στον πλανήτη, πολιτική, οικονομική ή εμπορική. Το Πεκίνο, σε γενικές γραμμές, εμφανίζεται διαλλακτικό. Το πρόβλημα έχει να κάνει με τον προστατευτισμό του απρόβλεπτου και κυκλοθυμικού Ντόναλντ Τραμπ.
Σε ό,τι αφορά την Κίνα, οι αναλυτές της αμερικανικής Citigroup επισημαίνουν και ένα στοιχείο εσωτερικής πολιτικής που ίσως αποβεί ευεργετικό για το διεθνές εμπόριο, τις τιμές των εμπορευμάτων, ακόμα και για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Είναι οι αλλαγές πολιτικής που θα ισχύσουν με την εκπνοή της κινεζικής Χρονιάς του Σκύλου και την έναρξη της Χρονιάς του Χοίρου. Στόχος της αλλαγής πολιτικής είναι η τόνωση της κατανάλωσης των νοικοκυριών και η αύξηση των επενδύσεων σταθερού εισοδήματος στη χώρα. Αν υποχωρήσουν και οι εμπορικοί φραγμοί με τις ΗΠΑ, οι προοπτικές νέας εκτίναξης της κινεζικής οικονομίας, αλλά και της αμερικανικής αφού θα αυξηθούν οι αμερικανικές εισαγωγές, θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για τόνωση της ζήτησης και για τα εμπορεύματα – με ό,τι συνεπάγεται βέβαια αυτό για τις τιμές τους.
Καταφύγια και τζόγος
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι τιμές ορισμένων εμπορευμάτων, όπως είναι για παράδειγμα ο χρυσός και τα άλλα ευγενή μέταλλα, αλλά και το πετρέλαιο (!), επηρεάζονται έντονα ανοδικά σε περιόδους γεωπολιτικής και οικονομικής αστάθειας και αβεβαιότητας διότι λειτουργούν ως «ασφαλή καταφύγια» στα οποία οι επενδυτές μεταφέρουν ομαδόν τα κεφάλαια από άλλες πιο επισφαλείς αγορές, όπως είναι εκείνες των κεφαλαίων και του συναλλάγματος.
Μια «διαστροφή» της διαδικασίας αυτής είναι η μετατροπή και του πετρελαίου σε ασφαλές επενδυτικό «καταφύγιο» σε ταραγμένες περιόδους, παρότι η ζήτησή του πέφτει κάθετα και τα διαθέσιμά του εκτινάσσονται. Αυτό συμβαίνει επειδή οι αγορές του πετρελαίου και των άλλων εμπορευμάτων είναι προθεσμιακές. Ως εκ τούτου αποτελούν προνομιακό πεδίο κερδοσκοπικής δράσης όσων διαχειρίζονται μεγάλα κεφάλαια – καθ’ όλα ευυπόληπτοι, συχνά και «θεσμικοί».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τα αγροτικά προϊόντα – για τα οποία υπάρχει εύλογο ενδιαφέρον στην Ελλάδα -, ενδιαφέρον παρουσιάζει έρευνα της Rabobank η οποία προβλέπει για τον κλάδο μια δύσκολη χρονιά. «Το περιβάλλον των τιμών στα αγροτικά προϊόντα, το οποίο παρέμεινε σχετικά σταθερό τα τελευταία χρόνια, απειλείται από εμπορικές διαμάχες, ασθένειες αλλά και ακραία καιρικά φαινόμενα» σημειώνει στην ετήσια έκθεσή της η μεγαλύτερη τράπεζα στον τομέα των τροφίμων και των αγροτικών επιχειρήσεων.