Νέα Τοσκάνη, νέα Βουργουνδία, νέα Προβηγκία ή νέα Νεμέα, μικρή σημασία έχει. Το γεγονός είναι ότι η Σουηδία βρίσκεται σε φάση μετάβασης: η χώρα εξελίσσεται σε σημαντική οινοπαραγωγό. Αιτία βεβαίως η κλιματική αλλαγή με τις ερημοποιήσεις του ευρωπαϊκού Νότου και τη μεταφορά των αμπελώνων προς τον Βορρά. Προς τις βόρειες επαρχίες της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας αρχικά. Και σε δεύτερο στάδιο – που ήδη ξεκίνησε – προς τις βορειότερες χώρες της ηπείρου, προς τη Βρετανία, τη Δανία, τη Σουηδία.
Το βλέμμα στο μέλλον
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, κρασί παράγει και πωλεί επισήμως στην ΕΕ η Σουηδία από το 1999. Είναι η χρονιά κατά την οποία, με απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η χώρα εντάχθηκε στις «οινοπαραγωγούς της Α’ Ζώνης», μαζί με τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Βρετανία, την Ιρλανδία και τη Δανία. Εκτοτε οι εκτάσεις των σουηδικών αμπελώνων πολλαπλασιάστηκαν και πλέον περισσότεροι από 200 παραγωγοί πωλούν στην εγχώρια αγορά και στο εξωτερικό το κρασί τους.
Την τελευταία πενταετία, με τις κραυγαλέες εξάρσεις της κλιματικής κρίσης, το οινοπαραγωγικό μέλλον της Σουηδίας αναβαθμίζεται θεαματικά. Το 2017 οι σουηδοί οινοπαραγωγοί πούλησαν 19.380 λίτρα της παραγωγής τους και το 2022 πούλησαν περισσότερα από 35.000 λίτρα.
Οσο για την έκταση των αμπελώνων που ξεκινούν σε απόσταση μόλις 50 χιλιομέτρων από τη Στοκχόλμη και εκτείνονται στις νότιες περιοχές της χώρας, διπλασιάστηκαν και έφτασαν τα 15.000 στρέμματα. Εκταση αμελητέα βέβαια αν συγκριθεί με τα 75 εκατ. στρέμματα που καλύπτουν οι αμπελώνες της Γαλλίας. Αλλά οι σουηδοί αμπελουργοί έχουν το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, κάτι που δυσκολεύονται να κάνουν οι Γάλλοι, όπως παραδέχεται και η Μαρί Μουσιέ, ρεπόρτερ στην τοπική εφημερίδα «Ouest France», που περιγράφει ουκ ολίγα και διόλου ευκαταφρόνητα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οινοπαραγωγού Σουηδίας.
Πλούσιο έδαφος
Κατ’ αρχάς έχει αποδειχθεί ότι οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα δεν επηρεάζουν τα φυτά. Στους αμπελώνες Blaxsta, από τους παλαιότερους της Σουηδίας καθώς μετρούν 22 χρόνια ζωής, καλλιεργούνται οι ποικιλίες που παράγουν το πλέον ευπώλητο στην εσωτερική αγορά λευκό και ροζέ κρασί, βιολογικής καλλιέργειας. «Το πολύ πλούσιο σε μέταλλα έδαφος στους αμπελώνες συνδυάζεται με μια ηλιοφάνεια αυξημένη κατά 25% συγκριτικά με τις χώρες της Νότιας και Δυτικής Ευρώπης» γράφει η Μαρί Μουσιέ.
Μιλάμε για ηλιοφάνεια 23 ώρες το 24ωρο το καλοκαίρι. Οσο για τη μέση ετήσια θερμοκρασία των 10 βαθμών Κελσίου (και την ανώτατη των 20 βαθμών τον Ιούλιο και τον Αύγουστο), αποδεικνύεται πολύ ευνοϊκή για την παραγωγή. Συχνά όμως οι σουηδοί παραγωγοί εισάγουν σταφύλια ή μούστο από τη Νότια Ευρώπη και παράγουν το δικό τους κρασί.
Ιστορικό προϊόν
Μπορεί εδώ και μια 20ετία ουσιαστικά να παράγεται σε μεγαλύτερες ποσότητες κρασί στη Σουηδία και να εξάγεται μάλιστα, αλλά πρόκειται για ένα προϊόν ιστορικό για τη χώρα και για τη Σκανδιναβική Χερσόνησο γενικότερα. Από τον Μεσαίωνα (και κυρίως μετά τον 17ο αιώνα) οι αριστοκράτες παρήγαν και κατανάλωναν το περίφημο glögg («ζεστό κρασί»). Το 1870, για να αντιμετωπιστεί ο αλκοολισμός καθώς οι Σουηδοί κατανάλωναν περί τα 45 λίτρα αλκοόλ ετησίως κατά μέσο όρο, καθιέρωσαν το Systembolaget, ένα σύστημα φορολόγησης και ελεγχόμενης πώλησης αλκοόλ – διότι μέχρι τότε επιτρεπόταν η κατ’ οίκον παραγωγή αλκοολούχων ποτών.
Υπερδιπλασιασμός
Σήμερα λειτουργεί ιστότοπος με την ονομασία Systembolaget, ο οποίος παραμένει το επίσημο μέσο για την αγορά μεμονωμένων φιαλών κρασιού. Μόνο μέσω Διαδικτύου, δίχως κάβες και εμπόρους, δίχως απευθείας πωλήσεις από τα κτήματα και τους παραγωγούς, άγρια φορολογημένου και μόνο σε άτομα άνω των 20 ετών. Αλλά με τη βοήθεια και των εξαγωγών (και της κλιματικής αλλαγής…) οι ειδικοί προβλέπουν υπερδιπλασιασμό των αμπελώνων και της σημερινής παραγωγής έως το 2027 σε μια βιομηχανία με ετήσιο τζίρο άνω του 1 δισ. ευρώ.
Θα υπάρχει κρασί μετά το 2050;
Η ερημοποίηση του ευρωπαϊκού Νότου και η αναγκαστική εκχέρσωση αμπελώνων έχουν δημιουργήσει πλέον ένα υπαρξιακό ερώτημα για τους ευρωπαίους οινοπαραγωγούς: θα υπάρχει άραγε παραγωγή κρασιού μετά το 2050; Προ μηνών ο αμερικανός ερευνητής Λι Χάνα της ΜΚΟ Conservation International και η ομάδα του αποφάνθηκαν ότι εξαιτίας της παγκόσμιας ανόδου της θερμοκρασίας κατά 4,7°C κατά τη διάρκεια των 300 χρόνων από το 1750 έως το 2050 οι «προγονικές» εκτάσεις παραγωγής κρασιού θα έχουν καταστεί ακατάλληλες για τον σκοπό αυτόν. Οχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και σε άλλες περιοχές του πλανήτη που αλλάζουν τάχιστα λόγω κλιματικής κρίσης.
«Δίχως να ανατρέξουμε στα πλέον καταστροφικά σενάρια, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι εκείνη που ανεβάζει ήδη κάθε χρόνο θερμοκρασίες 45 βαθμών Κελσίου στο Châteauneuf-du-Pape και στην οινοπαραγωγική κοιλάδα του Ροδανού ποταμού στην Προβηγκία. Οπως επίσης και στις κοιλάδες Μπαρόσα και Χάντερ στην Αυστραλία» σημειώνει η Εμί Μπλανσάρ της παριζιάνικης εφημερίδας «Le Figaro».
Η γαλλίδα ρεπόρτερ αναφέρει επιστημονικά πορίσματα που δείχνουν ότι η άνοδος των θερμοκρασιών κατά 1,7°C κατά μέσο όρο στη Γαλλία από τις αρχές του 20ού αιώνα προκαλεί πρώιμη ωρίμαση των αμπελιών, κάτι το οποίο τα έχει ήδη αποδυναμώσει. Επιπλέον, «οι ξαφνικές, ισχυρές και εκτός εποχής βροχοπτώσεις και η μικροβιακή αστάθεια έχουν ως αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των παρασίτων που καταστρέφουν την παραγωγή». Μικρή αχτίδα αισιοδοξίας η προσαρμοστικότητα του αμπελιού επισημαίνουν οι ειδικοί: «Στο πέρασμα των αιώνων το αμπέλι έχει δείξει μεγάλη προσαρμοστικότητα. Κλασικό παράδειγμα η κρίση της φυλλοξήρας που είχε δοκιμάσει τον κλάδο στα τέλη του 19ου αιώνα».