Για να αντιμετωπίσει η Ευρώπη τις πρόσθετες ανάγκες δαπανών σε καίριους τομείς, όπως στην άμυνα, θα πρέπει να κάνει δύσκολες επιλογές, μειώνοντας τις δαπάνες ή αυξάνοντας τα φορολογικά έσοδα, δηλώνει στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Αλφρεντ Κάμερ, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ.
Ο αξιωματούχος του Ταμείου, τον οποίο συναντήσαμε σε επίσκεψή του στις Βρυξέλλες, μιλά για την Ελλάδα, για την κρίση κόστους ζωής, για τις αβεβαιότητες των ευρωεκλογών.
Ποιους κινδύνους αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία;
«Η Ευρώπη βγήκε από τη δίδυμη κρίση σχετικά καλά λόγω των πολύ αποφασιστικών πολιτικών. Είδαμε μια πολύ ισχυρή νομισματική απάντηση, μια πολύ ισχυρή δημοσιονομική απάντηση. Βλέπουμε τώρα μια ήπια προσγείωση, μια αύξηση της ανάπτυξης φέτος, η οποία θα επιταχυνθεί το επόμενο έτος. Ο πληθωρισμός έχει πλέον επιστρέψει στο ένα τρίτο αυτού που ήταν στο αποκορύφωμά του. Βρισκόμαστε σε ανοδική πορεία, αλλά δεν ξέρουμε αν θα υπάρξει κάποιο μεγάλο σοκ. Είναι μια μεγάλη ανησυχία. Ο αποπληθωρισμός μπορεί να μην είναι τόσο επιτυχημένος όσο περιμένουμε και τα επιτόκια μπορεί να πρέπει να παραμείνουν υψηλότερα, επομένως η ανάκαμψη μπορεί να μην είναι η αναμενόμενη. Θα μπορούσαμε να δούμε επιρροές από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, σοκ στην αλυσίδα εφοδιασμού, περαιτέρω κραδασμούς στην ενέργεια. Ο αντίκτυπος της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή είναι πολύ περιορισμένος στην παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει. Υπάρχουν κίνδυνοι γεωοικονομικού κατακερματισμού από την πλευρά του εμπορίου και θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοκ. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι ότι θα προκύψουν άλλα σοκ».
Η πολιτική αβεβαιότητα που μπορεί να προκύψει από τις ευρωεκλογές είναι κίνδυνος;
«Κάθε φορά που γίνονται εκλογές, οι οποίες είναι μέρος της δημοκρατικής διαδικασίας και χρειάζονται, δημιουργείται μια περίοδο αβεβαιότητας, εάν αναμένεται ότι θα υπάρξει αλλαγή πολιτικής. Ακριβώς επειδή δεν είναι γνωστό τι αντίκτυπο μπορεί να έχει το αποτέλεσμα των εκλογών στις οικονομικές πολιτικές, οι αβεβαιότητες είναι ήδη υπαρκτές. Αυτό επηρεάζει ήδη».
Το χρέος αυξάνεται σημαντικά παγκοσμίως, είναι ένας κίνδυνος;
«Τα επίπεδα του χρέους έχουν αυξηθεί παγκοσμίως και στην Ευρώπη, σε κάποιον βαθμό λόγω των πολιτικών απαντήσεων στις κρίσεις. Δεν βλέπουμε πρόβλημα κινδύνου βιωσιμότητας του χρέους. Αλλά αυτό που πρέπει να συμβεί είναι να αρχίσει εξυγίανση για την ανοικοδόμηση των αποθεμάτων ασφαλείας για να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους αλλά και να υπάρχουν αποθέματα σε περίπτωση ενός άλλου σοκ».
Υπολογίζεται ότι οι προηγμένες οικονομίες της Ευρώπης θα έχουν πρόσθετες ανάγκες δαπανών ύψους 5,5% του ΑΕΠ έως το 2050. Η χρηματοδότηση αυτών θα γίνει εις βάρος των κοινωνικών πολιτικών;
«Αυτές οι πρόσθετες ανάγκες δαπανών αφορούν την άμυνα, την πράσινη μετάβαση, αλλά και το κόστος των συνταξιοδοτικών συστημάτων και της υγειονομικής περίθαλψης, που πρόκειται να αυξηθούν λόγω του δημογραφικού προβλήματος. Οι πιέσεις στην άμυνα δεν είναι εφάπαξ. Είναι ένα μακροπρόθεσμο ζήτημα, επομένως για να τις χρηματοδοτήσετε πρέπει να κάνετε περικοπές στις δαπάνες ή πρέπει να αυξήσετε τα φορολογικά έσοδα με τρόπο φιλικό προς την ανάπτυξη. Η ουσία είναι ότι δεν υπάρχει εύκολη λύση. Η ανάπτυξη κάνει επίσης τεράστια διαφορά. Η Ευρώπη πρέπει να αυξήσει την παραγωγικότητά της, η οποία είναι πολύ χαμηλότερη από αυτή των ΗΠΑ. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει υψηλότερο εισόδημα».
Είναι αναπόφευκτος ο κοινός δανεισμός για την κάλυψη πρόσθετων αναγκαίων δαπανών;
«Οταν έχετε αυξημένες πιέσεις δαπανών, δεν υπάρχει εύκολη λύση, πρέπει να κάνετε δύσκολες επιλογές, πρέπει να εξετάσετε τις προτεραιότητες δαπανών και τα φορολογικά έσοδα. Εχουμε προτείνει ταμείο για την ασφάλεια του κλίματος και της ενέργειας στην ΕΕ ως προτεραιότητα. Το θέμα λοιπόν δεν είναι από πού προέρχεται η χρηματοδότηση. Μπορεί να προέλθει από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, από ίδιους πόρους ή από χρηματοδότηση, ο σκοπός του ταμείου είναι να υπάρχει αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα κόστους. Η άμυνα είναι δημόσιο αγαθό, επομένως μπορούμε να σκεφτόμαστε τον επιμερισμό των βαρών, η λογική θα ήταν παρόμοια».
Ο πληθωρισμός μειώνεται, αλλά οι υψηλές τιμές είναι εδώ για να μείνουν;
«Οι τιμές δεν πρόκειται να υποχωρήσουν στα προηγούμενα επίπεδα, αλλά είναι σημαντικό τώρα ότι θα αυξηθούν με μειωμένο ρυθμό. Ο πληθωρισμός είναι 2,7% φέτος στην ευρωζώνη. Το 2025 οι τιμές θα αυξηθούν κατά 2%, που είναι ο στόχος για τον πληθωρισμό. Ταυτόχρονα, οι ονομαστικοί μισθοί αυξάνονται και αναμένουμε ότι οι πραγματικοί μισθοί θα ανακάμψουν πλήρως στα προ πανδημίας επίπεδα σε ολόκληρη την Ευρώπη το 2024-25. Αυτό συνεπάγεται ανάκαμψη των εισοδημάτων των νοικοκυριών, επομένως δεν θα μπορείτε πλέον να μιλάτε για κρίση κόστους ζωής».
Αυτό θα συμβεί και στην Ελλάδα;
«Αυτό που είδαμε στην Ελλάδα είναι λίγο διαφορετικό. Η Ελλάδα είχε ισχυρή ανάπτυξη, φέτος προβλέπουμε ανάπτυξη 2%, αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ, και 1,9% το επόμενο έτος. Η Ελλάδα διαχειρίστηκε και βγήκε καλά από την κρίση. Είναι καλά τα νέα για την Ελλάδα. Γιατί; Μια εξήγηση είναι οι μεταρρυθμίσεις που αναλήφθηκαν, επίσης οι ενέργειες πολιτικής που έγιναν κατά τη διάρκεια της κρίσης, μία από αυτές το ταμείο NGEU. Η Ελλάδα θα λάβει στήριξη 16% του ΑΕΠ, αρκετά ουσιαστική, και προχωρά σε περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Επίσης η μεταπανδημική ανάκαμψη στον τουρισμό ωφελεί την Ελλάδα».
Από εδώ και εμπρός;
«Τα θέματα στην Ελλάδα είναι παρόμοια με αυτά της Ευρώπης. Η Ελλάδα πρέπει να δουλέψει πάνω στο να έχει μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγικότητας. Χρειάζεται να δουλέψει σκληρότερα από την υπόλοιπη Ευρώπη, επειδή το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε όρους αγοραστικής δύναμης είναι κατά ένα τρίτο χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, χρειάζεται έναν πιο δυναμικό επιχειρηματικό τομέα, πρέπει να ασχοληθεί με τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, με το να εισέρχονται και να εξέρχονται (από την αγορά) πιο γρήγορα οι επιχειρήσεις, έχουμε επίσης επισημάνει τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος. Υπάρχει μια πληθώρα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα κάνουν τον επιχειρηματικό τομέα πιο δραστήριο, πιο παραγωγικό και τους εργαζομένους πιο παραγωγικούς, αυξάνοντας έτσι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ».
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι δεν υπάρχει διεξοδική διαδικασία ελέγχου για το NGEU. Ανησυχείτε μήπως δεν γίνουν σωστά οι δαπάνες;
«Δεν έχω συγκεκριμένες πληροφορίες για το θέμα που λέτε. Ζητάμε πάντα καλή διακυβέρνηση, να ξοδεύουμε καλά και να μην υπάρχουν απάτες και να υπάρχει λογοδοσία. Αυτό που βλέπουμε είναι έλλειψη ικανότητας να δαπανηθεί μέρος των χρημάτων σε ορισμένες χώρες. Κάποια έργα πρόκειται να εκτελεστούν σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης και συνήθως εκεί υπάρχει η μικρότερη ικανότητα. Υπάρχει τεράστιο χάσμα μεταξύ των ποσών που έχουν εκταμιευθεί και αυτών που έχουν δαπανηθεί. Επομένως, το ζήτημα είναι ότι πρέπει να δαπανήσουμε τα χρήματα, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, χτίζοντας την ικανότητα να επιλέγουμε έργα, να υλοποιούμε καλά αυτά τα έργα και να αποτρέπουμε την απάτη».