Τον 19ο αιώνα πλάνητες εργαζόμενοι διένυαν τις αχανείς εκτάσεις της Αυστραλίας με ένα σακίδιο στον ώμο (την περίφημη «Ματίλντα») αναζητώντας εργασία για την καθημερινή τους επιβίωση, αλλά κυνηγώντας και την ελπίδα να ανακαλύψουν κάποια φλέβα χρυσού που θα έλυνε άπαξ διά παντός το βιοποριστικό τους πρόβλημα. Τον 21ο αιώνα η αναζήτηση εργασίας στην αυστραλιανή ύπαιθρο είναι μια ελάχιστα τυχοδιωκτική υπόθεση. Φροντίζουν για αυτό η κεντρική και οι τοπικές κυβερνήσεις της χώρας, που επιδοτούν αδρά ακόμα και την προσωρινή, για λίγες εβδομάδες, εγκατάλειψη των πολύβουων αλλά και πανάκριβων αστικών κέντρων.
Το Σίδνεϊ είναι, ως γνωστόν, μια από τις ακριβότερες πόλεις στον κόσμο για να ζει κανείς. Οποιος κάτοικος απαυδισμένος από την ακρίβεια το εγκαταλείψει για να μεταβεί, για παράδειγμα, στο Οραντζ της Νέας Νότιας Ουαλίας (μια πόλη 40.000 κατοίκων 250 χιλιόμετρα δυτικά του Σίδνεϊ) για να κάνει μια περιστασιακή αγροτική δουλειά και συμπληρώσει 40 εργάσιμες ώρες σε τουλάχιστον δύο εβδομάδες, εισπράττει 2.000 αυστραλέζικα δολάρια (1.283 ευρώ) ως επίδομα οδοιπορικών και προσωρινής εκγατάστασης. Οποιος συμπληρώσει 120 ώρες εργασίας σε τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες εισπράττει επιπλέον επίδομα 4.000 δολαρίων (2.567 ευρώ). Οσοι αποφασίζουν να μετακινηθούν από ένα οποιοδήποτε αστικό κέντρο στην ύπαιθρο για αγροτικές εργασίες εισπράττουν από το υπουργείο Παιδείας, Δεξιοτήτων και Απασχόλησης της Αυστραλίας 6.000 δολάρια (3.850 ευρώ) αν είναι αυστραλοί υπήκοοι ή 2.000 δολάρια αν είναι νόμιμοι οικονομικοί μετανάστες στη χώρα. Οι δικαιούχοι, που απολαμβάνουν και άλλες διευκολύνσεις για την εξεύρεση στέγης για παράδειγμα, προϋποτίθεται ότι θα παραμείνουν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός στις αγροτικές περιοχές.