Για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά το 2023 παρατηρείται αύξηση των διάμεσων ζητούμενων τιμών πώλησης θερινών εξοχικών κατοικιών στις Κυκλάδες, αναφέρει έρευνα της Geoaxis, προβλέποντας μάλιστα πως η ενισχυμένη τουριστική βιομηχανία της χώρας, σε συνάρτηση με την πολιτική σταθερότητα μετά και το τέλος της πρόσφατης εκλογικής διαδικασίας, συντείνει στη συνέχιση της αύξησης των τιμών με τον ίδιο ή και μεγαλύτερο ρυθμό τουλάχιστον για τους επόμενους 6 με 12 μήνες.
Η αύξηση του κόστους υλικών, ημερομισθίων και ενέργειας δεν αποτυπώθηκαν μάλιστα ως ανασταλτικοί παράγοντες στην ανοδική τάση, σε μια αγορά που ούτως ή άλλως απευθύνεται στο υψηλότερο εισοδηματικό τμήμα της κοινωνίας. Από την επεξεργασία των στοιχείων φαίνεται επίσης πως μεταξύ 2014 και 2023 η αγορά έχει υπερκαλύψει τις απώλειες και σήμερα σε όλα τα νησιά καταγράφονται οι υψηλότερες αξίες της 10ετίας με την τάση να είναι αυξητική, δίχως διαφαινόμενη αλλαγή στη γωνία της καμπύλης βραχυπρόθεσμα.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Αξιών της Geoaxis για τις θερινές εξοχικές κατοικίες (2023), υπάρχουν περιοχές/θέσεις ιδιαίτερων πλεονεκτημάτων (prime locations) και ακίνητα μοναδικής αρχιτεκτονικής, εξεζητημένης κατασκευής και υψηλών παροχών, για τα οποία οι ζητούμενες τιμές βρίσκονται σε εξαιρετικά υψηλότερα επίπεδα από αυτά των τυπικών κατοικιών.
Στη Μύκονο καταγράφεται η υψηλότερη διάμεση ζητούμενη τιμή πολυτελών κατοικιών με 13.359 ευρώ/τ.μ. και ακολουθούν η Σαντορίνη με 11.270 ευρώ/τ.μ. και η Πάρος με 8.000 ευρώ/τ.μ. Η Κέα καταγράφει μέση τιμή 5.462 ευρώ/τ.μ. και η Σέριφος 3.401 ευρώ/τ.μ. Συγκριτικά με πέρυσι καταγράφεται οριζόντια αύξηση των διάμεσων ζητούμενων τιμών πώλησης πολυτελών κατοικιών. Αναλυτικότερα, η άνοδος μετρήθηκε στη Μύκονο 3%, στη Σαντορίνη 4,4%, στην Πάρο 2,9%, στην Κέα 2,9%, και στη Σέριφο 4,3%. Από πλευράς επιφανειών, οι μεγαλύτερες θερινές κατοικίες καταγράφονται στη Μύκονο, στην Πάρο και στην Κέα με διάμεση επιφάνεια περί τα 220 τ.μ.-250 τ.μ. και ακολουθούν η Σαντορίνη με 184 τ.μ. και η Σέριφος με 90 τ.μ.
Η ηλικία των ακινήτων
Η διάμεση ηλικία των προς πώληση ακινήτων που υπάρχουν στην αγορά στη Μύκονο, στην Πάρο και στην Κέα είναι 4-10 έτη, όταν στα υπόλοιπα νησιά είναι πάνω από 10 έτη.
Η αγορά των πολυτελών κατοικιών εκτιμάται ότι καταλαμβάνει περίπου το 5%-15% της συνολικής πίτας, ανάλογα με το νησί, και απευθύνεται κυρίως σε αγοραστές εκτός Ελλάδας οι οποίοι, αναζητώντας ιδιαίτερα ακίνητα, είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν σημαντικές υπεραξίες. Αξιοσημείωτη είναι η διαφορά που καταγράφεται στις διάμεσες τιμές ζήτησης μεταξύ πολυτελών και τυπικών κατοικιών. Ετσι, στη Μύκονο μια πολυτελής κατοικία μπορεί να κοστίζει μέχρι και 5,4 φορές περισσότερο από μια τυπική θερινή κατοικία, στη Σαντορίνη 5,5 φορές, στην Πάρο 3,9 φορές, στη Σέριφο 2,3 φορές και στην Κέα 2,8 φορές.
Στη Μύκονο καταγράφεται η υψηλότερη διάμεση τιμή και στις τυπικές κατοικίες με 2.497 ευρώ/τ.μ. και ακολουθούν η Σαντορίνη και η Πάρος με 2.052 ευρώ/τ.μ. και 2.051 ευρώ/τ.μ. αντίστοιχα. Η Κέα καταγράφει 1.949 ευρώ/τ.μ. και η Σέριφος 1.456 ευρώ/τ.μ. Σύμφωνα με την έρευνα, στις τυπικές κατοικίες καταγράφεται εφέτος σε σχέση με πέρυσι μια μέση αύξηση 3,4% για το σύνολο των νησιών, με τη μεγαλύτερη αύξηση να παρουσιάζουν η Σαντορίνη (+5,2% ), η Κέα (+3,5%) και η Πάρος (+3,3%), ενώ ακολουθούν η Μύκονος (+3,2%) και η Σέριφος (+1,7%).
Μια κατηγορία μόνοι τους
Οι μεγαλύτερες επιφάνειες στις τυπικές θερινές κατοικίες καταγράφονται στην Πάρο και στη Μύκονο με διάμεση επιφάνεια 262 τ.μ. και 240 τ.μ. αντίστοιχα, ενώ στα υπόλοιπα νησιά οι διάμεσες επιφάνειες κινούνται μεταξύ 110-160 τ.μ. Η διάμεση ηλικία των κατασκευών που υπάρχουν στην αγορά σε όλα τα νησιά είναι άνω των 15 ετών.
Με βάση τα χαρακτηριστικά της αγοράς θερινών κατοικιών στις Κυκλάδες, από την έρευνα προκύπτει πως η Μύκονος και η Σαντορίνη έχουν δημιουργήσει μια εξαιρετικά ακριβή κατηγορία, η οποία διαφοροποιείται απόλυτα από τις υπόλοιπες Κυκλάδες. Η Πάρος ακολουθεί κατά πόδας σε πολύ μικρή απόσταση.
Η συντριπτική πλειοψηφία των αγοραστών σε Μύκονο και Σαντορίνη προέρχεται από την αλλοδαπή, ενώ ένα πολύ μικρό κομμάτι αφορά την απόκτηση «Χρυσής Βίζας». Η αδυναμία πρόσβασης σε φθηνή τραπεζική χρηματοδότηση και η αύξηση της φορολογίας, σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την αβεβαιότητα για το άμεσο μέλλον, συνεχίζουν να κατατάσσουν την απόκτηση εξοχικών ακινήτων μια εκτός ατζέντας επιλογή για την πλειοψηφία των Ελλήνων, ενώ την ίδια στιγμή έχουν συρρικνωθεί περαιτέρω οι δυνατότητες αγοράς ή/και ενοικίασης μέσης ποιότητας κατοικίας που θα μπορούσε να στεγάσει σε ετήσια βάση εργαζομένους ή δημόσιους υπαλλήλους αντί για τουρίστες.