Φόβοι για νέα κρίση χρέους στην Ευρώπη – Πώς και πόσο επηρεάζεται η Ελλάδα

Πώς σκιαγραφεί το τοπίο σημείωμα της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι - Οι αγορές έχουν τη δύναμη να επιβάλλουν συμβιβασμούς, εκτιμούν κορυφαίοι χρηματοοικονομικοί οίκοι

Καταιγίδα στις ευρωπαϊκές αγορές και προβληματισμό για την επόμενη ημέρα όσον αφορά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα προκάλεσαν οι πρόωρες εκλογές στη Γαλλία, μετά και την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων στις ευρωεκλογές, καθώς το πολιτικό ρίσκο επανήλθε, οι αποδόσεις των ομολόγων και το ασφάλιστρο κινδύνου των ευάλωτων χωρών, δηλαδή κυρίως της Γαλλίας και της Ιταλίας, εκτινάχθηκαν δοκιμάζοντας και τις αντοχές του ευρώ, ενώ σε ορισμένους επανήλθαν μνήμες ακόμη και από την κρίση χρέους της προηγούμενης 10ετίας.

Τα καλά νέα είναι ότι η Γαλλία δεν βρίσκεται στην ίδια κατάσταση που βρέθηκαν οι χώρες της ευρωζώνης με δημοσιονομικά προβλήματα το 2010, ενώ και η αρχιτεκτονική του μπλοκ σε σχέση με την κρίση χρέους έχει βελτιωθεί, με την ΕΚΤ να έχει πλέον στα χέρια της και ένα νέο εργαλείο, το Transmission Protection Instrument (TPI), με το οποίο μπορούν να πραγματοποιούνται αγορές στη δευτερογενή αγορά τίτλων από εκδότριες χώρες που αντιμετωπίζουν επιδείνωση των συνθηκών χρηματοδότησης.

Υπερβάσεις

Ωστόσο, τα πράγματα περιπλέκονται, καθώς η Κομισιόν στα μέσα της εβδομάδας πρότεινε τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος σε βάρος επτά χωρών (Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Ουγγαρία, Μάλτα, Πολωνία και Σλοβακία). Από αυτές, οι πέντε ανήκουν στην ευρωζώνη, μεταξύ των οποίων η Γαλλία και η Ιταλία, δεδομένης της υπέρβασης του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 5,5% και κατά 7,4% το 2023 και 5,3% και 4,4% του ΑΕΠ για το 2024 αντίστοιχα.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ διαβεβαίωσε προσφάτως ότι ακόμη και στις χώρες αυτές θα μπορεί να ενεργοποιηθεί το TPI, εφόσον όμως συμμορφώνονται με τους όρους του δημοσιονομικού πλαισίου, προχωρώντας στην αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή που απορρέει από την ένταξή τους στη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος. Σχεδόν σε όλα τα σενάρια των γαλλικών εκλογών αυτό δεν δείχνει να διασφαλίζεται, ενώ συνολικά οι δυνατότητες αντίδρασης της ΕΚΤ σε περίπτωση που τα πράγματα ξεφύγουν δεν είναι δεδομένες.

Ο κυριότερος φόβος είναι ένας σταδιακός δημοσιονομικός εκτροχιασμός, εφόσον καταγραφεί μια μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών σε περίπτωση νίκης του Εθνικού Συνασπισμού στο πλαίσιο της προσπάθειας να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, σημείωνε μεταξύ άλλων σχετικό σημείωμα της ελληνικής  πρεσβείας στο Παρίσι. Η Μαρίν Λεπέν όμως, η οποία έχει θέσει ως στόχο να εκλεγεί πρόεδρος το 2027, έχει κάθε λόγο να αποφύγει ένα τέτοιου είδους ατύχημα που θα οδηγήσει σε μια οικονομική κρίση ή σε πανικό στις αγορές, όπως συνέβη στην περίπτωση της Λιζ Τρας στη Μ. Βρετανία.

Μία νίκη του γαλλικού Εθνικού Συνασπισμού με σχετική πλειοψηφία, που είναι το πιθανότερο σενάριο, συνεπάγεται πρόσθετες δημόσιες δαπάνες που θα μπορούσαν να αυξήσουν το έλλειμμα πάνω από το 7% του ΑΕΠ, εκτίμησε η ABN Amro Investment Solutions.

Οι περισσότεροι αναλυτές, όμως, όπως αναφέρει το σημείωμα της ελληνικής πρεσβείας, θεωρούν ότι για να μη δημιουργηθεί πανικός στις αγορές και στην κοινή γνώμη είναι πιθανότερο ένα σενάριο ήπιας προσαρμογής στο πρότυπο της ανόδου της Μελόνι στην εξουσία της Ιταλίας, ενώ άλλοι αναλυτές εκφράζουν αντιρρήσεις για το σενάριο αυτό λέγοντας ότι η αρχηγός της ιταλικής κυβέρνησης ήταν εξαρχής φιλελεύθερη και είχε φιλοεπιχειρηματική και φιλοατλαντική στάση.

Πολιτική αστάθεια

Βέβαια, αν μία κυβέρνηση συγκατοίκησης του Εθνικού Μετώπου δεν υλοποιήσει, έστω εν μέρει, το οικονομικό της πρόγραμμα ελλοχεύει ο κίνδυνος να απολέσει ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής της βάσης, ιδιαίτερα στα πιο ευπαθή λαϊκά στρώματα, ενώ κλειδί είναι η ψήφιση του προϋπολογισμού του 2025, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα πολιτική κρίση.

Η πιθανότητα πολιτικής αστάθειας σε συνδυασμό με τη δυσχερή δημοσιονομική κατάσταση την οποία θα κληρονομήσει η επόμενη κυβέρνηση οδηγούν τη Moody’s στην εκτίμηση ότι η προοπτική για το γαλλικό χρέος, που χαρακτηρίζεται σήμερα σταθερή, θα μπορούσε να μετατραπεί σε αρνητική.

Η βαθμολογία Aa2 της χώρας είναι ελαφρά καλύτερη από την αντίστοιχη βαθμολογία που δόθηκε από τη Fitch και τη Standard & Poor’s Global (S&P Global), η οποία είχε υποβαθμίσει λίγο πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές την αξιολόγηση της Γαλλίας από ΑΑ σε ΑΑ-.

Τα γαλλικά ομόλογα

Οι αμφιβολίες για τις δημοσιονομικές συνέπειες μιας πολιτικής κρίσης στη Γαλλία είναι στο επίκεντρο της υψηλής μεταβλητότητας των επιτοκίων στα γαλλικά ομόλογα, αλλά αυτά κινούνται ακόμα κάτω από τις 80 και πλέον μονάδες βάσης (spread σε σχέση με τα αντίστοιχα 10ετή γερμανικά) που προσέγγισαν στις προεδρικές εκλογές του 2017, όταν οι αγορές φοβήθηκαν έναν δεύτερο γύρο μεταξύ Μαρίν Λεπέν και Ζαν-Λικ Μελανσόν.

Από τις 45 μονάδες βάσης προ των ευρωεκλογών, κινούνται όμως σήμερα στις 74 μονάδες βάσης, με την αύξηση αυτή να οφείλεται σύμφωνα με τη Nomura κατά 10% στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης και κατά 90% στο ευρύτερο πολιτικό ρίσκο που αντιπροσωπεύει πλέον η Γαλλία.

Εξίσου χαρακτηριστική είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, η απότομη μείωση της ρευστότητας των ομολόγων του γαλλικού θησαυροφυλακίου.

Ωστόσο την Πέμπτη, αν και η ζήτηση ήταν χαμηλότερη από τις προηγούμενες εκδόσεις, η Γαλλία συγκέντρωσε 10,495 δισεκατομμύρια ευρώ μέσω δημοπρασιών ομολόγων ανακουφίζοντας τις αγορές.

Για την Capital Economics τα spreads των γαλλικών ομολόγων θα αυξηθούν μεσοπρόθεσμα, καθώς δεν υπάρχει για τη Γαλλία κανένα ρεαλιστικό σενάριο για την επόμενη ημέρα των εκλογών που θα ήταν ευπρόσδεκτο από τους επενδυτές. Αντίθετα, τα spreads της Ελλάδας, του Βελγίου, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, αν και θα παραμείνουν ενισχυμένα βραχυπρόθεσμα, θα υποχωρήσουν σε βάθος χρόνου, λόγω της βελτίωσης της δημοσιονομικής εικόνας των χωρών αυτών.

Σενάρια

Το πιο πιθανό σενάριο βάσει των δημοσκοπήσεων είναι αυτό της κυβέρνησης μειοψηφίας υπό την ηγεσία του RN ή του NFP, με περιορισμένη νομοθετική εξουσία ή ενός κατακερματισμένου κοινοβουλίου που οδηγεί σε πολιτικό αδιέξοδο, εκτιμούσε η UBS, η οποία σημείωνε πάντως πως οι αγορές έχουν τη δυνατότητα να πιέσουν τα πράγματα επιβάλλοντας συμβιβασμούς, ενώ η αυξανόμενη ολοκλήρωση στη Γηραιά Ηπειρο τα τελευταία χρόνια μετριάζει τον κίνδυνο ενός «Frexit».

Για την ING μετά τους δύο γύρους των εκλογών το πιο πιθανό σενάριο είναι να έχουμε τρία μπλοκ στο κοινοβούλιο – κανένα με απόλυτη πλειοψηφία, αλλά με τη δύναμη του Μακρόν να υποχωρεί ενισχύοντας το πολιτικό αδιέξοδο. Σε περίπτωση πάντως αριστερής ή ακροδεξιάς πλειοψηφίας, η μελλοντική κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ του κινδύνου πρόκλησης οικονομικής, χρηματοπιστωτικής και θεσμικής κρίσης ή της πολύ αποδυναμωμένης εφαρμογής του αρχικού της προγράμματος.

Οπως παρατηρεί η ING, τα παραδείγματα της Ελλάδας στις αρχές της δεκαετίας του 2010, και πιο πρόσφατα της Ιταλίας, δείχνουν ότι η δεύτερη επιλογή θα επικρατήσει τελικά.

Πώς και πόσο επηρεάζεται η Ελλάδα

Σε αυτή την κρίση η χώρα μας δεν βρίσκεται στο επίκεντρο και η οικονομία δείχνει αρκετά θωρακισμένη.

Η αναταραχή στις ευρωπαϊκές αγορές αγγίζει και την Ελλάδα, η οποία ως μία περιφερειακή οικονομία και αγορά δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί από τις υπόλοιπες. Ωστόσο, σε αντίθεση με την κρίση χρέους και την περίοδο της ελληνικής χρεοκοπίας, σε αυτή την κρίση η Ελλάδα δεν βρίσκεται στο επίκεντρο.

Ενώ πάντως με βάση τη διεύρυνση spreads των 10ετών ομολόγων το κόστος δανεισμού της Γαλλίας διαμορφώθηκε στα επίπεδα της Πορτογαλίας που διαθέτει πολύ μικρότερη αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, η Ελλάδα που δανειζόταν για 10 χρόνια με πάνω από 50 μονάδες βάσης φθηνότερα από την Ιταλία, τώρα δανείζεται με 30 μονάδες βάσης, καθώς το spread «έκλεισε» περισσότερο αφού παραμένει μία άκρως περιφερειακή αγορά, δεδομένου μάλιστα πως μόλις το 25% των ελληνικών ομολόγων διαπραγματεύονται στις αγορές.

Ωστόσο, η ελληνική οικονομία δείχνει αρκετά θωρακισμένη, ενώ μόνο με τις τελευταίες νέες εκδόσεις (3 δισ. ευρώ μέσω 30ετούς ομολόγου τον Απρίλιο και 4 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο μέσω 10ετούς ομολόγου), αλλά και από τις επανεκδόσεις ομολόγων (περίπου 1,2 δισ. ευρώ) η χώρα κάλυψε πριν από την αναταραχή το 82% του στόχου του ΟΔΔΗΧ για την άντληση 10 δισ. ευρώ εφέτος από τις αγορές.

Αύξηση ΑΕΠ 2,4%

Η Εθνική Τράπεζα προβλέπει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 2,4% το 2024, με πιθανότητα ακόμη ισχυρότερων επιδόσεων, λόγω πιθανής περαιτέρω ενίσχυσης των επενδύσεων και ανάκαμψης των εξαγωγών, ενώ και η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025. Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετήσει το χρέος της, ανέφερε μάλιστα την Τετάρτη η Κομισιόν, ενώ σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η χώρα θεωρείται ότι αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα, υψηλούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα και χαμηλούς κινδύνους μακροπρόθεσμα.

Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου για το 2024 και το 2025 είναι χαμηλές, ενώ η χώρα διατηρεί ένα σημαντικό απόθεμα μετρητών και έχει συνεχή πρόσβαση στην αγορά, εν μέσω περιορισμένων περιθωρίων αποδόσεων, μετά από πρόσφατες αναβαθμίσεις σε επενδυτική βαθμίδα.

Θα υπεραποδίδει

Σε πρόσφατο webinar της Capital Link, ο Μιχάλης Αργυρού, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) στο υπουργείο Οικονομικών, εκτίμησε πως η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει της ευρωζώνης, με την ισχυρή ανάπτυξη και την επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα να οδηγούν μάλιστα στην ταχύτερη μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ (45 μονάδες βάσης ήδη) από τα υψηλά της πανδημίας.

Από την πλευρά του, ο Frank Gill, Managing Director, EMEA Lead Sovereign Analyst της S&P Global Ratings, εκτίμησε πως τα επόμενα τρία χρόνια η δυναμική του ελληνικού χρέους είναι ευνοϊκή χάρη στο χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης και τη μακρά περίοδο ωρίμανσης, ενώ ως το 2032 που λήγει και η περίοδος χάριτος για τα μνημονιακά δάνεια και με την προϋπόθεση πως η χώρα θα διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα στην περιοχή του 2% με παράλληλη μείωση του ονομαστικού χρέους και πολιτικές κατά τα πρότυπα των Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Κύπρου, ο δείκτης χρέους θα μπορούσε να μειωθεί περαιτέρω κατά 50 ποσοστιαίες μονάδες.

Γιάννης Στουρνάρας: Σεβασμός στους κανόνες

Οι εξελίξεις στις αγορές κεφαλαίου και ομολόγων της ευρωζώνης την τελευταία εβδομάδα καταδεικνύουν την ανάγκη σεβασμού του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού Πλαισίου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από όλους.

Ακόμη και χώρες-μέλη με πολύ υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση υφίστανται σε συνεχή βάση τις αξιολογήσεις της αγοράς και των επενδυτών, όπως φάνηκε τις προηγούμενες ημέρες, θυμίζοντάς μας τις πολύ δυσάρεστες εξελίξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο όταν αγνοήθηκε αυτός ο κανόνας.

Βεβαίως, σε γενικές γραμμές δεν παρατηρείται συστημικός κίνδυνος, τουλάχιστον μέχρι τώρα, και όλοι αισιοδοξούμε ότι αυτό ήταν ένα μεμονωμένο επεισόδιο που δεν θα έχει συνέχεια.

Η Ελλάδα, τηρώντας απαρέγκλιτα το Πλαίσιο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δεν υπέστη παρά ελάχιστες επιπτώσεις από την πρόσφατη αναταραχή στην αγορά ομολόγων, κάτι που επιβεβαιώνει αυτό που ελέχθη προηγουμένως. Οτι όσες χώρες τηρούν τους κανόνες δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.