Δεν τελειώνει ο εφιάλτης για τα νοικοκυριά που αναζητούν να ενοικιάσουν σε δίκαιη τιμή ένα αξιοπρεπές σπίτι σε Αττική και Θεσσαλονίκη.
Μετά από μία διετία (2021 – 2022) κατά την οποία τα ενοίκια των διαμερισμάτων εκτινάχθηκαν, οι επαγγελματίες της κτηματαγοράς προβλέπουν ότι το ράλι των αυξήσεων θα συνεχιστεί και εφέτος, με μόνη ελπίδα για όσους ψάχνουν κατοικία προς μίσθωση να επιβεβαιωθούν τα σενάρια που κάνουν λόγο για λιγότερο επιθετικές αυξήσεις συγκριτικά με πέρυσι.
2% έως 5%
Με την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν νέες ανατροπές, εκτιμάται ότι μεσοσταθμικά τα ενοίκια των κατοικιών θα αυξηθούν εφέτος από 2% έως 5% κυρίως λόγω της διατήρησης της αυξημένης ζήτησης, του συνεχιζόμενου πληθωρισμού, του υψηλότερου κόστους χρήματος, των ακριβότερων οικοδομικών υλικών και των επικείμενων πλειστηριασμών.
Μάλιστα δεν αποκλείεται, σύμφωνα με τους φορείς της αγοράς, σε κάποιες περιοχές, όπως το κέντρο του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, οι αυξήσεις να είναι και υψηλότερες του 5%.
Επίσης ανοδικά προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να κινούνται τα μισθώματα των κατοικιών σε περιοχές κοντά σε σταθμούς μέσων σταθερής τροχιάς (μετρό, ηλεκτρικός σιδηρόδρομος και τραμ).
Αυτή τη στιγμή για το φθηνότερο σπίτι στην Αθήνα πρέπει κάποιος να πληρώσει ενοίκιο πάνω από 6 ευρώ ανά τ.μ. μηνιαίως, ενώ στη Θεσσαλονίκη η τιμή είναι ελαφρώς χαμηλότερη, ήτοι 5,7 ευρώ ανά τ.μ. τον μήνα.
Ακόμη και στις λεγόμενες «λαϊκές» περιοχές, όπως οι Αμπελόκηποι ή η Καλλιθέα, το ενοίκιο ενός διαμερίσματος 20ετίας, εμβαδού 80 τ.μ. με δύο υπνοδωμάτια και ένα μπάνιο δεν πέφτει κάτω από 740 και 670 ευρώ αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέγει η ιστοσελίδα αγγελιών Spitogatos.
Η σύγκριση
Η αδυναμία της πλειονότητας των μικρομεσαίων να ανταποκριθούν σε αυτό το ύψος των ενοικίων διαπιστώνεται και από τη σύγκριση μεταξύ των αυξήσεων στα εισοδήματα και στα μισθώματα.
Ο μέσος μισθός το 2022 ανήλθε σε 1.176,5 ευρώ έναντι 1.117 ευρώ το 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, καταγράφοντας αύξηση 5,3%, πολύ κάτω από τον πληθωρισμό.
Την ίδια περίοδο οι ζητούμενες τιμές στην αγορά των ενοικίων αυξήθηκαν ανά την επικράτεια κατά 6,7%.
Γιατί ανεβαίνουν
Γιατί όμως ανεβαίνουν τα ενοίκια; Εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης και της ολοένα και μικρότερης προσφοράς, απαντούν παράγοντες της κτηματαγοράς.
Το ποσοστό των ενοικιάσεων έχει εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς από 15,4% το 2005 έχει ξεπεράσει το 26% σήμερα, όταν την ίδια περίοδο το απόθεμα των σύγχρονων κατοικιών προς μίσθωση συρρικνώνεται, λόγω μιας σειράς παραγόντων, όπως η μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η αύξηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, η απαξίωση του υφιστάμενου κτιριακού δυναμικού και η συγκέντρωση σημαντικού αριθμού ακινήτων σε funds.
Πρωταθλητές
Και όλα αυτά την ώρα που η Ελλάδα είναι «πρωταθλήτρια» Ευρώπης στην υπερβολική επιβάρυνση των νοικοκυριών όσον αφορά το κόστος στέγασης συγκριτικά με το εισόδημά τους.
Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, ένα στα τρία νοικοκυριά στις μεγάλες πόλεις της χώρα μας (ποσοστό 32,4%) ήταν αναγκασμένο να πληρώνει περισσότερο από το 40% του εισοδήματός του για κόστος στέγασης. Ακολουθούν οι αστικές περιοχές της Δανίας (21,9%) και της Ολλανδίας (15,3%).
Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος δείκτης διαμορφώθηκε το 2021 στο 10,4% του πληθυσμού της ΕΕ στις πόλεις.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ενυπόθηκα δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας είναι μια άλλη ένδειξη ότι το κόστος στέγασης μπορεί να είναι πολύ υψηλό.
Η χώρα μας είχε το 2021 την αρνητική πρωτιά και σε αυτόν τον δείκτη, καθώς 36,4% των Ελλήνων, ποσοστό μακράν υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ζούσαν σε νοικοκυριά που δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν οφειλές σε στεγαστικά, ενοίκια ή λογαριασμούς ΔΕΚΟ.
Ανισότητες
Μάλιστα, ενώ καταγράφεται πτώση από το ιστορικό υψηλό του 2015, χρονιά κατά την οποία ένας στους δύο Ελληνες είχε απλήρωτα δάνεια, νοίκια και λογαριασμούς, ο ρυθμός μείωσης είναι χαμηλότερος έναντι των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, με αποτέλεσμα η «ψαλίδα» των ανισοτήτων να διευρύνεται.
Απόδειξη για το δυσβάσταχτο κόστος στέγασης αποτελεί το ποσοστό των νέων που αν και έχουν τελειώσει τις σπουδές τους (ηλικίες 25-34 ετών), εξακολουθούν και μένουν με τους γονείς τους. Η χώρα μας κατατάσσεται στη δεύτερη θέση στην ΕΕ των 27, με 6 στους 10 νέους (ποσοστό 60,7%) να ζουν στο πατρικό τους.
Από το 2018, χρονιά κατά την οποία τα ενοίκια άρχισαν να παίρνουν την ανηφόρα, το ποσοστό αυξήθηκε κατά 3,2%.