Σε αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε «BBB-» από «ΒΒ+» με σταθερές τις προοπτικές προχώρησε για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας το βράδυ της Παρασκευής η Standard and Poor’s, απόρροια κυρίως της δημοσιονομικής εξυγίανσης που έχει επιτευχθεί, η οποία υποστηρίζεται από ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας, πολιτική σταθερότητα μετά και την καθαρή εντολή που έλαβε η ΝΔ στις εκλογές η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, καθώς και τη συνεχιζόμενη μείωση του δημοσίου χρέους.
Προσέλκυση επενδύσεων
«Σημαντικό ορόσημο» χαρακτήρισε την αναβάθμιση από την S&P Global Ratings ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ όπως έγραψε στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter) «είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα, μια πορεία που προσελκύει επενδύσεις, δημιουργεί θέσεις εργασίας και επιτυγχάνει ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».
«Η S&P είναι ο τέταρτος οίκος αξιολόγησης και ο δεύτερος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που αποδίδει τους τελευταίους μήνες επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα μετά από 13 χρόνια» σημείωσε και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, εκτιμώντας μεταξύ άλλων πως «η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας καθώς συνδυάζονται το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα, εμμένοντας στην οικονομική της πολιτική ανεξάρτητα από την έκβαση των διαπραγματεύσεων στην ΕΕ για τους νέους κανόνες δημοσιονομικής σταθερότητας».
Ενώ πάντως επαρκεί μία μόνο αναβάθμιση από οίκο αποδεκτό από το ευρωσύστημα ώστε οι ελληνικοί τίτλοι να είναι επιλέξιμοι από την ΕΚΤ σε όρους εφάμιλλους με τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης, δεν ισχύει το ίδιο για την ένταξη στους βασικούς δείκτες αναφοράς ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας. Για τον δείκτη Bloomberg Barclays απαιτούνται οι αναβαθμίσεις σε «IG» από δύο (η επενδυτική βαθμίδα από την DBRS δεν μετράει) εκ των τριών μεγάλων οίκων (Moody’s, S&P και Fitch), στον δείκτη iBoxx χρειάζεται η επενδυτική βαθμίδα από τρεις οίκους και για τον δείκτη FTSE Rusell απαιτείται η βαθμολογία «Α-» από τις S&P και Moody’s που είναι αρκετά υψηλότερη από την τρέχουσα της χώρας.
Ετσι το βλέμμα της αγοράς στρέφεται στην αναμενόμενη αναβάθμιση και από τη Fitch Ratings την 1η Δεκεμβρίου, κάτι που θα επιτρέψει ως το τέλος του έτους τα ελληνικά ομόλογα να γίνονται αποδεκτά σε δύο εκ των τριών βασικών δεικτών αναφοράς, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη διεύρυνση της επενδυτικής τους βάσης και την οικονομία γενικότερα.
Το πλεόνασμα και το χρέος
Σύμφωνα με την S&P, το δημόσιο χρέος αναμένεται να διαμορφωθεί στο 145% του ΑΕΠ το 2023 και στο 138 % το 2026, έναντι 189% του ΑΕΠ το 2020. Αν και το χρέος παραμένει υψηλό, «το προφίλ του είναι ένα από τα πιο ευνοϊκά από όλα τα κράτη που αξιολογούμε καθώς η μέση σταθμισμένη διάρκεια του χρέους ήταν 17,2 έτη στο τέλος Ιουνίου 2023, με τις πληρωμές τόκων να αντιστοιχούν στο 5,6% των εσόδων της γενικής κυβέρνησης». Παράλληλα αναμένει πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 1,2% του ΑΕΠ εφέτος, υπερβαίνοντας τον στόχο του 0,7%, παρά τα σημαντικά κόστη των πρόσφατων πυρκαγιών και πλημμυρών, με το μέσο πρωτογενές πλεόνασμα να κυμαίνεται στο 2,3% του ΑΕΠ έως το 2026.