Το δίλημμα που έθεσε το Κρεμλίνο στους ολιγάρχες ήταν εκβιαστικό μεν, αλλά και απλό: είτε αυξάνονται οι εταιρικοί φόροι κατά 15% έως 20% είτε βάζετε το χέρι στην τσέπη για να αυξήσετε κατά ανάλογο ποσοστό τις επενδύσεις σας σε υποδομές και άλλα έργα που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία. Η αξία των νέων επενδύσεων «για την πατρίδα» που θα πρέπει να αναλάβουν οι ολιγάρχες δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητη: 120 δισ. δολάρια. Πρόκειται για κονδύλια που πρέπει να «πέσουν» στην οικονομία έως το 2024, έτος που θα λήξει η τρέχουσα προεδρική θητεία του Βλαντίμιρ Πούτιν –και θα ξεκινήσει, πρώτα ο Θεός, η επόμενη…
Με την (απ)αιτούμενη αύξηση, οι επενδύσεις σε υποδομές και άλλα δημόσια έργα θα φθάσουν στο ένα τέταρτο του ρωσικού ΑΕΠ. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό από τη σοβιετική εποχή, που είναι ανάλογο μεν με το αντίστοιχο ποσοστό επενδύσεων της Τουρκίας αλλά απέχει παρασάγγας από το… 42% που καταγράφεται στην Κίνα!
Η Κίνα και οι υποδομές
Διότι μπορεί οι κινεζικές εξαγωγές να καλπάζουν και να δημιουργούν εμπορικά πλεονάσματα-ρεκόρ, αλλά οι δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές εξακολουθούν να αποτελούν τη «σταθερά» του κινεζικού κρατικο-καπιταλισμού.
Εν προκειμένω, όταν η Κίνα βασίζεται οικονομικά σε τέτοιον βαθμό στις επενδύσεις στις υποδομές παρά το ότι οι εξαγωγές της καλπάζουν (μόλις εσχάτως άρχισαν να απειλούνται από τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ), να μη ρίξει το βάρος της στις υποδομές η Ρωσία που εδώ και χρόνια (από την ουκρανική κρίση κυρίως) υφίσταται τις οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις ολόκληρης της Δύσης;
Ασφαλώς οι μεγαλύτεροι χαμένοι από το εκβιαστικό αίτημα του Κρεμλίνου προς τους ολιγάρχες θα είναι οι μέτοχοι των επιχειρήσεών τους. Οι επενδύσεις θα χρηματοδοτηθούν από τα κέρδη των επιχειρήσεων, ως εκ τούτου θα μειωθεί η «πίτα» από την οποία προσδοκούν μερίσματα και άλλα οφέλη οι μέτοχοι.
Σοκ για τους μετόχους
Από την άλλη πλευρά, αν αυξάνονταν οι συντελεστές εταιρικής φορολόγησης το αποτέλεσμα για τους μετόχους θα ήταν το ίδιο. Και οι μεγαλομέτοχοι, που συνήθως είναι οι ρώσοι ολιγάρχες, δεν έχουν και άλλη επιλογή από το να επιβεβαιώνουν με κάθε ευκαιρία ότι στηρίζουν προσωπικά τον ρώσο πρόεδρο. Οσοι δεν το κάνουν είτε ζουν εξόριστοι είτε σαπίζουν στη φυλακή –Χοντορκόφσκι, Μπερεζόφσκι κ.λπ.
«Το να υποχρεώνεις τις επιχειρήσεις να επενδύσουν σε συγκεκριμένα έργα ουδόλως διαφέρει από το να κατάσχεις κεφάλαια που τους ανήκουν. Το αποτέλεσμα για τις επιχειρήσεις είναι να καθίστανται λιγότερο προβλέψιμη η κερδοφορία τους» δήλωσε στο Bloomberg η Νατάλια Ορλόβα, επικεφαλής οικονομολόγος της Alfa-Bank στη Μόσχα. Θα σημείωνε κανείς ότι ο πρόεδρος Πούτιν έχει απευθύνει κατά το παρελθόν πάμπολλες εκκλήσεις προς τους ρώσους επιχειρηματίες να φέρουν τις περιουσίες τους και να επενδύσουν στην πατρίδα τους. Χρησιμοποίησε, μάλιστα, το κούρεμα των καταθέσεων στην Κύπρο τον Μάρτιο του 2013 ως παράδειγμα των κινδύνων που διατρέχουν όσοι βγάζουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό –πάμπολλοι ευκατάστατοι Ρώσοι, όχι μόνο ολιγάρχες, έχασαν τεράστια κεφάλαια τότε…
Υπάρχουν και χειρότερα
Τον προηγούμενο μήνα, λίγο δηλαδή πριν από την έκκληση του Κρεμλίνου προς τον επιχειρηματικό κόσμο της Ρωσίας για πραγματοποίηση επενδύσεων 120 δισ. δολ., στενός συνεργάτης του Πούτιν είχε τρομοκρατήσει επενδυτές και ολιγάρχες κάνοντας λόγο για σχέδια της κυβέρνησης να αυξήσει πάραυτα τους συντελεστές φόρου με στόχο να εισπράξει 500 δισ. ρούβλια (7,4 δισ. δολάρια) από το «πλεόνασμα κερδών» που είχαν οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίων, μετάλλων και χημικών.
Η επιχειρηματική κοινότητα αντέδρασε «ευγενικά» μεν, αλλά έντονα. Τότε ο πρόεδρος παρενέβη για να «παγώσει» το φορολογικό σχέδιο και να το αντικαταστήσει με προσωπικές επαφές του ίδιου και στενών συνεργατών του με τους «μεγαλύτερους παίκτες» στον κόσμο των επιχειρήσεων ώστε να τους… πείσει να επενδύσουν σε δρόμους, σιδηροδρόμους και άλλα δημόσια έργα. Το μαστίγιο, δηλαδή το χαράτσι δίχως καμία προσδοκία απόδοσης όπως σαφώς υπάρχει σε οποιαδήποτε επένδυση, φαίνεται πως το γλίτωσαν. Μασώντας το καρότο πάντως δεν έπαψαν να γκρινιάζουν. «Καλύτερο θα ήταν να στήριζε η κυβέρνηση τα επενδυτικά σχέδια που έχουν ήδη εκπονήσει οι ίδιες οι επιχειρήσεις» δήλωσαν στο Bloomberg επιχειρηματικοί παράγοντες.
«Σε μια συγκυρία κατά την οποία οι επιχειρήσεις μειώνουν ή αναβάλλουν επενδύσεις, πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία. Ο εξαναγκασμός σε επενδύσεις ίσως δεν είναι ο καλύτερος τρόπος τόνωσης της ανάπτυξης, αλλά δουλεύει…» αντέτεινε ο Βλαντίμιρ Σαλνίκοφ, υποδιευθυντής μιας μοσχοβίτικης δεξαμενής σκέψης (Κέντρο Μακροοικονομικής Ανάλυσης και Βραχυπρόθεσμων Προβλέψεων).
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ