Μεγάλες διακυμάνσεις είχαν τη χρονιά που πέρασε οι τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές εξαιτίας γεωπολιτικών εντάσεων, οικονομικών αβεβαιοτήτων αλλά και… τουιταρισμάτων του αμερικανού προέδρου Τραμπ. Στις αρχές του φθινοπώρου του 2018 οι τιμές έφθασαν στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας τετραετίας (πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι), για να κατακρημνιστούν τον Δεκέμβριο στα χαμηλότερα της τελευταίας διετίας (κάτω από τα 50 δολάρια το βαρέλι στην αγορά της Νέας Υόρκης).

Η νέα τάξη πραγμάτων

Η περυσινή χρονιά ανέδειξε, όμως, μια νέα τάξη πραγμάτων στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου. Ουσιαστικά ανέδειξε τη συμμαχία Σαουδικής Αραβίας – Ρωσίας. Μια στενή σχέση κατανόησης των κοινών συμφερόντων και συνεργασίας, δηλαδή, των πετρελαιοπαραγωγών που μετέχουν στον OPEC και όσων δεν μετέχουν. Διότι το Ριάντ παραδοσιακά επηρεάζει καταλυτικά τις αποφάσεις και την πολιτική του Οργανισμού Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών, ενώ η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός παγκοσμίως που δεν μετέχει στο καρτέλ.

Στη σχέση Ριάντ – Μόσχας παρεισφρέει, λόγω και της γεωπολιτικής ισχύος της αλλά και της ενεργειακής παραγωγής της, η Ουάσιγκτον. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια νεοπαγή «τρόικα του πετρελαίου» που καθορίζει εν πολλοίς τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά την προσφορά του «μαύρου χρυσού» παγκοσμίως. Ακριβέστερος είναι ίσως ο όρος «επηρεάζει» τις εξελίξεις, στο μέτρο που διαφορετικές απόψεις, αν όχι ανοικτές διαφωνίες, υπάρχουν όπως είναι φυσικό και στους κόλπους της άτυπης «πετρελαϊκής τρόικας».

Ο κρίσιμος Απρίλιος

Εξίσου ασταθές και απρόβλεπτο με το 2018 αναμένουν οι αναλυτές και το 2019. Καθοριστικός για τις εξελίξεις μήνας θα είναι ο Απρίλιος. Για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή τότε θα λάβει χώρα η εαρινή σύνοδος του OPEC και, δεύτερον, διότι τότε ο πρόεδρος Τραμπ θα πρέπει να αποφασίσει αν θα παρατείνει χρονικά τη δυνατότητα που έχει δώσει σε οκτώ χώρες (μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα) να εισάγουν πετρέλαιο από το Ιράν.

Ο ΟPEC θα αποτιμήσει κατ’ αρχάς αν και κατά πόσο εφαρμόζεται η συμφωνία του περασμένου φθινοπώρου με τη Ρωσία για μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής (κατά 2,5% οι χώρες-μέλη του Οργανισμού και κατά 2% οι εκτός OPEC). Θα συνεκτιμηθούν η πετρελαϊκή ζήτηση του χειμώνα και η σημαντική για την κατανάλωση ενέργειας έλευση της άνοιξης στο βόρειο ημισφαίριο, όπως επίσης και οι γενικότερες οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως η αναπτυξιακή διαδικασία παγκοσμίως, το Brexit και οι επιπτώσεις του στις οικονομίες της Βρετανίας αλλά και της Ευρώπης και βεβαίως οι κυρώσεις κατά του Ιράν. Διότι τον Απρίλιο οι ΗΠΑ θα εξετάσουν τις εξαιρέσεις στις πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου. Η Ουάσιγκτον απειλεί να επαναφέρει αυστηρές κυρώσεις, κάτι που θα ενίσχυε τις διεθνείς τιμές.

Τέλος, απρόβλεπτη – καθότι αντιφατική – είναι και η πετρελαϊκή πολιτική των ΗΠΑ. Το 2018 η αμερικανική παραγωγή πετρελαίου έφθασε στο επίπεδο-ρεκόρ των 11,4 εκατ. βαρελιών ημερησίως. Οι ΗΠΑ έχουν γίνει πλέον ένας καθαρός εξαγωγέας χάρη στην παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου, που είναι όμως συμφέρουσα με τις τιμές πάνω από τα 50 με 55 δολάρια το βαρέλι. Ο Τραμπ θέλει να εξασφαλίσει φθηνά καύσιμα στους αμερικανούς οδηγούς, απειλεί όμως να καταστρέψει τους συμπατριώτες του παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου. Πέραν του ότι για το πανίσχυρο (και φίλα προσκείμενο στον πρόεδρο) πετρελαϊκό λόμπι του Τέξας ισχύει το αξίωμα «όσο ακριβότερα, τόσο καλύτερα».