Τρία χρόνια πέρασαν από το ξέσπασμα του dieselgate, 27,4 δισ. δολάρια δαπάνησε για την καταβολή προστίμων και αποζημιώσεων σε κυβερνήσεις και πελάτες της, και οι περιπέτειες για τη Volkswagen δεν λένε να τελειώσουν. Την περασμένη Δευτέρα επενδυτές απαίτησαν από τον γερμανικό όμιλο αποζημιώσεις 9,2 δισ. ευρώ για την εξαιτίας του ανείπωτου σκανδάλου κατάρρευση της μετοχής του.
Εφθασε δηλαδή ο καιρός να αντιμετωπίσει η Volkswagen και τη γερμανική Δικαιοσύνη. Και με δεδομένο το κρατούν αξίωμα «νόμος είναι το δίκιο του μετόχου», εύλογα υποψιάζεται κανείς ότι η κορυφαία σε πωλήσεις στον κόσμο αυτοκινητοβιομηχανία απειλείται σοβαρά με νέα, μεγάλη οικονομική αιμορραγία. Κι αυτό παρά το ότι το Δικαστήριο του Μπραουνσβάιγκ, που εκδικάζει τις αγωγές των επενδυτών κατά της VW, έκρινε κάποιες απαιτήσεις των μετόχων εκπρόθεσμες.
Οι μέτοχοι έχουν καταθέσει συνολικά 1.670 απαιτήσεις για αποζημίωση. Και το δικαστήριο θα κρίνει αν η διοίκηση της VW έπρεπε να παραδεχθεί νωρίτερα όλη την κομπίνα με την παραποίηση των μετρήσεων ρύπων, ώστε να μην είναι τόσο βαριές οι απώλειες των επενδυτών που εμπιστεύθηκαν την επιχείρηση. Διότι το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε μόνο όταν η αμερικανική Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (ΕΡΑ) εξέδωσε μια «ειδοποίηση για παραβίαση του νόμου», στις 18 Σεπτεμβρίου 2015. Οι μετοχές της εταιρείας έχασαν πάνω από το 37% της αξίας τους μέσα σε λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση των πραγματικών τιμών ρύπων που εξέπεμπαν τα ντιζελοκίνητα VW.

Η παραποίηση

«Η VW έπρεπε να έχει παραδεχθεί στην αγορά ότι παραποίησε εσκεμμένα τα στοιχεία των μετρήσεων ρύπων για να αποτρέψει την απώλεια δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό έπρεπε να γίνει όχι αργότερα από τον Ιούνιο του 2008, που διαπίστωσαν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην τεχνολογία που απαιτούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες» δήλωσε στο Reuters ο Αντρέας Τιλπ, εκ των συνηγόρων των εναγόντων.
Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου του Μπράουνσβάιγκ σημείωσε ότι η απόφαση που έλαβε η VW από το 2005 έως το 2007 να εγκαταστήσει «πειραγμένο» λογισμικό στα αυτοκίνητά της με ντιζελοκινητήρες ήταν παράνομη. «Ωστόσο δεν είναι σαφές ότι αυτό έγινε για να κρατηθούν οι επενδυτές στο σκοτάδι» πρόσθεσε ο πρόεδρος του δικαστηρίου. Η VW παραδέχθηκε ότι συστηματικά παραποιούσε τις μετρήσεις εκπομπών ρύπων, αλλά αρνήθηκε επανειλημμένως ότι έκρυψε κάτι από τις ρυθμιστικές αρχές. «Η υπόθεση έχει να κάνει κυρίως με το κατά πόσον η Volkswagen συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις της έναντι των μετόχων της και των κεφαλαιαγορών» δήλωσε τη Δευτέρα ενώπιον του δικαστηρίου ο συνήγορος της VW Μάρκους Πφίλερ.

Τα τεστ καυσαερίων

Ο πρόεδρος του δικαστηρίου εκτίμησε ότι σημαντική για την υπόθεση είναι η περίοδος από τις αρχές του 2014, κατά την οποία οι εργαζόμενοι στη VW πληροφορήθηκαν ότι τα τεστ καυσαερίων των ντιζελοκίνητων μοντέλων στις ΗΠΑ έδειχναν πολύ υψηλότερες τιμές οξειδίου του αζώτου όταν το όχημα κυκλοφορούσε στον δρόμο από όταν μετρούνταν σε συνθήκες εργαστηρίου. Η VW στην υπερασπιστική αναφορά που κατέθεσε στο δικαστήριο υποστηρίζει ότι τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εποχής εκείνης, στα οποία περιλαμβάνονται ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος Χέρμπερτ Ντίες και ο πρόεδρος Χανς Ντίτερ Πετς, δεν απέκρυψαν την αλήθεια διότι δεν τη γνώριζαν, οπότε δεν παραβίασαν το νόμο.
Ο γερμανικός όμιλος καταλογίζει τις ευθύνες σε μια ευάριθμη ομάδα μηχανικών, που ενήργησαν δίχως να ενημερώσουν τους ανωτέρους τους. Το Δικαστήριο του Μπραουνσβάιγκ θα εξετάσει πάντως και τον ρόλο του Μάρτιν Βίντερκορν, επικεφαλής του ομίλου από το 2007 έως το 2015 που ξέσπασε το σκάνδαλο, ο οποίος είναι και μηχανικός. Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθεί το 2019.