Η οικονομία στη μεταμνημόνια εποχή αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής σύγκρουσης το 2019 που αναμένεται να είναι οξύτατη, όπως φάνηκε και στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του πρώτου μεταμνημονιακού προϋπολογισμού.
Καθώς η πολιτική ζωή του τόπου εξήλθε, τυπικά, από τον λαβύρινθο των μνημονίων, αν και δεν έχει επέλθει πλήρως η κανονικότητα, η πολιτική σύγκρουση αναμένεται να συνεχιστεί αμέσως μετά τις γιορτές και να είναι σφοδρή με φόντο την οικονομία. Από τη μια πλευρά, την κυβερνητική, θα αναδεικνύεται η έμφαση στη διόρθωση των αδικιών των τελευταίων ετών και από την άλλη πλευρά, αυτή της αντιπολίτευσης, θα δοθεί έμφαση στην επιδοματική και βασικά αδιέξοδη, όπως λένε, πολιτική της κυβέρνησης.
Στον δρόμο προς τις εκλογές επί της ουσίας θα συγκρουστούν δύο βασικές σχολές σκέψης και κοσμοθεωρίας, αυτή που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ και αυτή που προβάλλει η ΝΔ. Επί της ουσίας θα αναμετρηθούν δύο διαφορετικές αντιλήψεις, για την παραγωγική ανασύνταξη της χώρας, την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή (εργασιακό, ασφαλιστικό και κοινωνική πρόνοια) κ.ά.
Βεβαίως, μέσα στο πλαίσιο που ορίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση και την ενισχυμένη εποπτεία, όπως συμβαίνει και με τις άλλες χώρες που εξήλθαν του μνημονίου, Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης, οι δυο βασικοί διεκδικητές της εξουσίας, έχουν στόχο να πείσουν το εκλογικό σώμα για την ορθότητα των προτάσεών τους.
Και όσο και εάν τίθεται το επιχείρημα ότι όλα είναι προδιαγεγραμμένα από την ΕΕ και τους κανόνες της, όπως απορρέουν π.χ. από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά και από τη μέγγενη των υψηλών πλεονασμάτων για την επόμενη περίοδο, υπάρχουν πεδία εφαρμογής πολιτικής.
Η γραμμή Τσίπρα
Ο Πρωθυπουργός αναμένεται να δώσει μεγάλη βαρύτητα στα θετικά μέτρα που ψηφίστηκαν βάσει των εξαγγελιών της ΔΕΘ και μένει να φανεί εάν και πόσο θα διαρκέσει αυτός ο θετικός αντίκτυπος στο εκλογικό σώμα, αν και υπάρχει και ο μη οικονομικός παράγοντας, αυτός της συμφωνίας των Πρεσπών, με το αποτύπωμα που αφήνει στο πολιτικό σύστημα και τις παρενέργειες στο κυβερνών σχήμα.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτός ο ευμενής αντίκτυπος για σειρά μέτρων, όπως η μη περικοπή των συντάξεων, τα αναδρομικά, το κοινωνικό μέρισμα, η (έστω μικρή) μείωση του ΕΝΦΙΑ και των ασφαλιστικών εισφορών, οι προσλήψεις, κ.ά. θα διαρκέσει το αργότερο έως τον Μάρτιο και γι’ αυτό και έχουν αναζωπυρωθεί τα σενάρια περί εκλογών, αν και από το Μαξίμου διαψεύδονται, όπως είναι αναμενόμενο, και επιμένουν στην εξάντληση της τετραετίας.
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο έχουν την άποψη ότι τα θετικά μέτρα για τους πολίτες, τους εργαζομένους και την οικονομία χρειάζεται να παρέλθει χρόνος για να μη θεωρηθούν προεκλογικά τεχνάσματα και να αρχίσουν να αποδίδουν στην οικονομία και κατ’ επέκταση στην κοινωνία.
Οι προτάσεις Μητσοτάκη
Στο κεντρικό επιχείρημα της κυβέρνησης περί επιστροφής της χώρας στην κανονικότητα υπάρχει το αντεπιχείρημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι η νέα κυβέρνηση της ΝΔ μπορεί να ανακτήσει την αξιοπιστία της χώρας και έτσι να διεκδικήσει τη μείωση των υπερβολικών υπερπλε-
ονασμάτων. Δίνουν έμφαση στους όρους «ρωμαλέα ανάπτυξη» και «κοινωνική συνοχή» που μπορούν να πάνε χέρι-χέρι και υποστηρίζουν ότι επιδίωξή τους είναι η τόνωση της δημιουργικής επιχειρηματικότητας, η ενίσχυση της μεσαίας τάξης και η προστασία των πιο αδύναμων.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο προτάσσουν τη θεωρία ότι το τέλος του Μνημονίου σηματοδότησε την επανένταξη της χώρας στο διεθνές οικονομικό σύστημα. «Πλέον η Ελλάδα έχει επιτύχει την αποκατάσταση των διαρθρωτικών δημοσιονομικών ανισορροπιών της και μέσω αυτής έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της στις διεθνείς αγορές» είναι ένα βασικό επιχείρημα. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι παρότι χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες παραμένουν παρούσες, η χώρα εξήλθε της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος το 2017 και επανήλθε στην κανονική διαδικασία του ευρωπαϊκού εξαμήνου ενώ για πρώτη φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία καταγράφηκε δημοσιονομικό πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης τόσο το 2016 όσο και το 2017.
Για το οικονομικό επιτελείο, το τέλος του 2018 έφερε τον υψηλότερο ρυθμό μεγέθυνσης της τελευταίας δεκαετίας και θετικές δημοσιονομικές επιδόσεις, και προτάσσεται το επιχείρημα ότι γι’ αυτό και ο προϋπολογισμός για το 2019 που ψηφίστηκε πριν από λίγες ημέρες περιλαμβάνει πρόσθετες παρεμβάσεις δημοσιονομικής επέκτασης τόσο κοινωνικού όσο και αναπτυξιακού χαρακτήρα.
Μένει να φανεί στους επόμενους μήνες, ανεξάρτητα του χρόνου των εκλογών, ποιο αφήγημα για την οικονομία θα κυριαρχήσει και θα αποδεχθεί κατά πλειοψηφία το εκλογικό σώμα, που επιμένει όμως, με βάση τις δημοσκοπήσεις, να είναι απαισιόδοξο για το μέλλον και να στέκεται κριτικά έναντι των πολιτικών.