Σε πόλο έλξης για μεγάλες διεθνείς και εγχώριες ξενοδοχειακές αλυσίδες μετατρέπεται η αγορά φιλοξενίας, λόγω των συνεχιζόμενων ισχυρών επιδόσεων του ελληνικού τουρισμού, αλλά και των αναγκών των τραπεζών να απομειώσουν τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια.
Με τις τουριστικές αφίξεις εφέτος να ξεπερνούν τα 30 εκατομμύρια και τα τουριστικά έσοδα να εκτιμάται ότι θα υπερβούν τα 15 δισ. ευρώ, οι επενδυτές, έλληνες και ξένοι, σπεύδουν να «χτίσουν» ισχυρότερη θέση στους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, επιδιώκοντας κυρίως τη μεγέθυνση των επώνυμων ξενοδοχειακών αλυσίδων τους (branded hotels). Σε όλη την Ελλάδα σήμερα υπάρχουν 407 «επώνυμα» ξενοδοχεία με χωρητικότητα 72.126 δωματίων, αριθμός που κρίνεται ανεπαρκής σε σχέση με τη ζήτηση. Ηδη οι ανάγκες της αγοράς φιλοξενίας για περισσότερα «επώνυμα» ξενοδοχεία είναι αυξημένες, γεγονός που από μόνο του «προσκαλεί» τους μεγάλους ομίλους να συμμετάσχουν στην αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού της χάρτη.

Η μελέτη

Με βάση τα στοιχεία πρόσφατης μελέτης του διεθνούς ομίλου διαχείρισης χαρτοφυλακίου δανείων και περιουσίας Pepper Group, μόλις ένα στα πέντε ελληνικά «πεντάστερα» και «τετράστερα» ξενοδοχεία (ποσοστό 20,5%) ανήκει πλέον στην κατηγορία των branded hotels, καθώς μεγάλα διεθνή εμπορικά σήματα εγκατέλειψαν τη χώρα στα χρόνια της κρίσης. Από την άλλη πλευρά, ένας σημαντικός αριθμός «εθνικών σημάτων» που δεν είχαν πρόσβαση στην τραπεζική αγορά ή ήταν υπερδανεισμένα αναγκάστηκαν να κλείσουν.
Ηδη καταγράφονται νέες… αφίξεις «επώνυμων» ξενοδοχείων, στις οποίες συγκαταλέγεται το Hyatt της Αθήνας, το οποίο λειτούργησε πριν από λίγες ημέρες και είναι το πρώτο brand Grand Hyatt στη χώρα. Πρόκειται για το πρώην Athens Ledra στη Συγγρού, το οποίο πέρασε στην αμερικανική εταιρεία Hines και στη Henderson Park.
Στις νέες αφίξεις περιλαμβάνεται και η Wyndham Hotels & Resorts, που μέσα σε ενάμιση χρόνο (το πρώτο πεντάστερο Wyndham Grand Athens εγκαινιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2016) έχει ανοίξει επτά ξενοδοχεία, συνολικής δυναμικότητας 1.300 δωματίων, ενώ σχεδιάζει την επέκτασή της και στην Κρήτη.
Μεταξύ των νέων «ισχυρών» εμπορικών σημάτων περιλαμβάνονται η Four Seasons που ανέλαβε τη διαχείριση του «Αστέρα Βουλιαγμένης», η Marriott International που επανήλθε στην Αθήνα για τη λειτουργία του ξενοδοχείου Athens Marriott Hotel (πρώην Metropolitan), αλλά και η Ibis Styles του ομίλου Accor που λειτουργεί το ξενοδοχείο Ibis Styles στο Ηράκλειο Κρήτης.

Τα εμπορικά σήματα

Τα περισσότερα branded ξενοδοχεία στην Ελλάδα ανήκουν στον παγκόσμιο τουριστικό οργανισμό TUI, ο οποίος στην Ελλάδα εμφανίζεται με πέντε εμπορικά σήματα (TUI Family Life, TUI Magic Life, Robinson, TUI Sensimar και SuneoClub). Αντιπροσωπεύει 41 ξενοδοχειακές μονάδες (ιδιόκτητες και συνεργαζόμενες), ελέγχοντας το 4% του συνολικού αριθμού των δωματίων στις υψηλές κατηγορίες (4* και 5*). Ο όμιλος TUI, με τα 7.342 δωμάτια στην Ελλάδα, μελετά ήδη την κατασκευή 10 νέων ξενοδοχείων, ενώ δρομολόγησε τη λειτουργία ενός νέου Robinson Club στην Ιεράπετρα Κρήτης.
Από τις διεθνείς αλυσίδες, ο tour operator Thomas Cook κατέχει τη δεύτερη θέση, με 4.839 δωμάτια σε 36 ξενοδοχεία. Εφέτος εγκαινίασε το πρώτο ξενοδοχείο Cooks Club στη Χερσόνησο, ενώ άνοιξε το τρίτο ξενοδοχείο Sunprime Pearl Beach στο Μαρμάρι της Κω (μετά την Κρήτη και τη Ρόδο). Επίσης άνοιξε δύο Casa Cook σε Ρόδο και Κω και προγραμματίζει άλλο ένα στα Χανιά.
Ακολουθεί η Starwood (σήματα The Luxury Collection, Westin, Sheraton, Design Ηotels) με 20 ξενοδοχεία και 2.349 δωμάτια. Στην τέταρτη θέση βρίσκεται η Louis Hotels (7 ξενοδοχεία και 1.704 δωμάτια), ενώ την πεντάδα των πιο ισχυρών ξένων αλυσίδων συμπληρώνει η Labranda Hotels με 1.479 δωμάτια.
Ανταγωνιστές και συχνά συνεργάτες των ξένων ξενοδοχειακών αλυσίδων είναι οι πέντε μεγαλύτεροι ελληνικοί όμιλοι στον κλάδο της φιλοξενίας. Η Grecotel, συμφερόντων του ομίλου Νίκου Δασκαλαντωνάκη, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εμπορική επωνυμία ξενοδοχείων στη χώρα και η μεγαλύτερη εθνική αλυσίδα με 26 ξενοδοχεία, δυναμικότητας 5.214 δωματίων. Ακολουθούν η Mitsis Hotels, η Aldemar του ομίλου Ν. Αγγελόπουλου, η Helios Hotels του ομίλου Μαντωνανάκη και η G Hotels του ομίλου Τ. Γρηγοριάδη. Οι πέντε ελληνικοί όμιλοι διαθέτουν συνολικά 14.632 δωμάτια.
Στα ισχυρά εθνικά εμπορικά σήματα περιλαμβάνονται και πέντε τοπικές αλυσίδες ξενοδοχείων με 7.118 δωμάτια. Πρόκειται για τις: H Hotels του ομίλου Χατζηλαζάρου στη Ρόδο, Sbokos Hotels συμφερόντων των οικογενειών Σμπώκου και Βασιλάκη στην Κρήτη, Kipriotis Hotels στην Κω, Esperia Hotels της οικογένειας Βασιλάκη στη Ρόδο και Aquila Hotels της οικογενείας Τάκη Δασκαλαντωνάκη.
«Θα γίνουν κινήσεις ακόμη και με βίαιο τρόπο»
Η επενδυτική δραστηριότητα στον χώρο της φιλοξενίας τώρα αναμένεται να διευκολυνθεί από την επιτάχυνση της διαχείρισης των «κόκκινων» ξενοδοχειακών δανείων. Αλλωστε, από το 2014 οι επενδύσεις αυτής της κατηγορίας έχουν ανέβει σε επίπεδα ρεκόρ, με τις συνολικές συναλλαγές να διαμορφώνονται στα 900 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η συνολική αξία των δανείων που έχουν χορηγηθεί σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ανέρχεται στα επίπεδα των 7,8 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, το 43% (περίπου 3,3 δισ. ευρώ) ανήκει στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων δανείων (αφορά 1.400 ξενοδοχεία), συμπεριλαμβανομένων και αυτών για τα οποία έγιναν ρυθμίσεις. Ειδικότερα, το 54% του προβληματικού χαρτοφυλακίου, δηλαδή ποσό 1,78 δισ. ευρώ, αφορά δάνεια που εμφάνισαν καθυστέρηση στο παρελθόν, αλλά έχουν ρυθμιστεί και πλέον εξυπηρετούνται κανονικά.
Ωστόσο, παραμένουν στην κατηγορία της «αβέβαιης είσπραξης», καθώς θεωρούνται ότι έχουν αυξημένο πιστωτικό κίνδυνο. Επίσης, ποσό 1,5 δισ. ευρώ αντιστοιχεί σε ξενοδοχειακά δάνεια που παραμένουν μη εξυπηρετούμενα και αντιμετωπίζουν την άμεση απειλή πλειστηριασμού.
Οι ενασχολούμενοι με τον κλάδο της αγοράς ακινήτων δεν αποκλείουν μέσα στους επόμενους μήνες να εκδηλωθεί πλήθος κινήσεων προς αυτή την κατεύθυνση, προβλέποντας ότι «κάποιες από αυτές πιθανόν να γίνουν και με βίαιο τρόπο, καθώς οι τράπεζες έχουν ιδιαίτερα υψηλούς στόχους για την απομόχλευση των χαρτοφυλακίων τους από μη εξυπηρετούμενα δάνεια».
Αρκετοί ξένοι επενδυτές ενδιαφέρονται όχι μόνο για τις κατηγορίες των ξενοδοχείων τεσσάρων και πέντε αστέρων, αλλά και για χαμηλότερες, ακόμα και για ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ωστόσο, για να επενδύσουν, απαιτούν «κρίσιμους» όγκους, δηλαδή 400-500 ενοικιαζόμενα δωμάτια ή ανάλογες κλίνες σε ξενοδοχεία δύο ή τριών αστέρων. Μόνο έτσι θεωρούν ότι αποκτά οικονομικό νόημα η επένδυσή τους. Αυτό ακριβώς ετοιμάζονται να προσφέρουν οι τράπεζες, μέσω της ομαδοποίησης των εκπλειστηριαζόμενων μονάδων.