Σχεδόν δύο μήνες μετά την περίφημη «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια, τα σημάδια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης παραμένουν στην Ελλάδα της μεταμνημονιακής εποχής, ενώ έξι συν ένα ερωτήματα προβληματίζουν αγορές και αναλυτές σηματοδοτώντας τις εξελίξεις της επόμενης ημέρας:
1 Θα μπορέσει η Ελλάδα, και πότε, να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές;
Δεδομένου του πολιτικο-οικονομικού σκηνικού, των συνεχιζόμενων προβλημάτων του αδύναμου τραπεζικού συστήματος αλλά και των διεθνών αναταράξεων, υπάρχει κίνδυνος ενός παρατεταμένου αποκλεισμού της χώρας από τις αγορές, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Το «μαξιλάρι» που έχει δημιουργηθεί επαρκεί για μια 2ετία, αλλά όσο η Ελλάδα δεν βγαίνει στις αγορές η αξία του ως «ασφάλειας» μειώνεται. Ελληνες αξιωματούχοι, σύμφωνα με σχετική έκθεση της JP Morgan, ανέφεραν στο Μπαλί ότι το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 25 δισ. ευρώ αφήνει περιθώρια ευελιξίας για τη χώρα να αποφασίσει εάν θα βγει στις αγορές ή αν θα επαναγοράσει το χρέος του ΔΝΤ ή το βραχυπρόθεσμο χρέος της ΕΚΤ.
Η Capital Economics φοβάται πως η ισχνή ανάπτυξη και η επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών θα πιέσουν ανοδικά το κόστος δανεισμού με αποτέλεσμα το «μαξιλαράκι ασφαλείας» να «αδειάσει» το 2020 ή και ενωρίτερα.
Η Ελλάδα πάντως θα πρέπει να βγει σύντομα στις αγορές (και με 10ετές ομόλογο), με στόχο τη δημιουργία μιας κανονικής καμπύλης επιτοκίων (yield curve), η οποία θα αντανακλά την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών ώστε να χρηματοδοτείται σαν κανονική χώρα, όπως ήταν εξάλλου και ο βασικός στόχος του τελευταίου μνημονίου που δεν έχει επιτευχθεί ακόμη.
Φυσικά, το ενδεχόμενο η Ελλάδα να προχωρήσει σε νέα έκδοση ομολόγων που θα αγοραστούν σε σημαντικό βαθμό από τις ελληνικές τράπεζες στο πλαίσιο της πιθανής διεύρυνσης της δυνατότητάς τους να αγοράζουν ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστική επιστροφή της χώρας στις αγορές.
2 Θα καταφέρει η Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της;
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών, τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας δεν θα αντιμετωπίσουν προβλήματα χρηματοδότησης τα επόμενα τέσσερα χρόνια υπό την προϋπόθεση όμως συνολικού πλεονάσματος 6,6 δισ. ευρώ την περίοδο 2019-2022 και τη μεταφορά των κερδών ύψους 5,6 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ, κάτι που απαιτεί την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί.
Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να επιτευχθούν ενώ ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης πρέπει να διαμορφωθεί πέριξ του 2%. Τα επόμενα χρόνια δείχνουν μάλλον διαχειρίσιμα, αλλά οι κίνδυνοι σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα είναι σε κάθε περίπτωση υπαρκτοί.
3 Πώς μπορούν να βελτιωθούν οι μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές;
Η αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας δίνει έμφαση στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των υποδομών, ανέφεραν σύμφωνα με την JP Morgan έλληνες αξιωματούχοι στο Μπαλί, που «βλέπουν» την ανάπτυξη στο 2%-2,1% εφέτος και 2,4% το 2019, αλλά το ζήτημα είναι αν οι εν λόγω ρυθμοί θα ενισχυθούν και θα αποκτήσουν μια μακροπρόθεσμη δυναμική.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, η χώρα κατατάσσεται σε πολύ χαμηλές θέσεις σε δείκτες καινοτομίας, υποδεικνύοντας ότι η αύξηση της παραγωγικότητας δεν θα αποτελέσει βασικό μοχλό ανάπτυξης. Τα δημογραφικά της επίσης είναι τραγικά, καθώς ο πληθυσμός μειώνεται, την ώρα που 420.000 νέοι μορφωμένοι Ελληνες αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό.
Η μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική υποσκάπτεται από το υφιστάμενο έλλειμμα επενδύσεων, ενώ σήμερα είναι σαφές ότι χρειάζεται μια επενδυτική έκρηξη για να οδηγηθεί ο ρυθμός καθαρών επενδύσεων σε υγιές θετικό έδαφος. Για την Capital Economics πιθανές παροχές εν όψει των εκλογών οι οποίες αναμένονται κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
4Πώς αναμένεται να εξελιχθεί η βιωσιμότητα του χρέους;
Η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ οδήγησαν σε αντικρουόμενα συμπεράσματα: ενώ η Κομισιόν αναμένει το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να μειωθεί λίγο κάτω από το 100% έως το 2060, στους βασικούς υπολογισμούς του Ταμείου προβλέπεται ένα ποσοστό άνω του 175% στον ίδιο ορίζοντα.
Οι αποκλίνουσες εκτιμήσεις οφείλονται κυρίως στις παραδοχές για τα πρωτογενή πλεονάσματα της περιόδου 2023-2060 (Κομισιόν: 2,2%, ΔΝΤ: 1,6%) και τα ονομαστικά επιτόκια (Κομισιόν: 4,8%, ΔΝΤ: 5,7%), αν και οι διαφοροποιήσεις στις παραδοχές για την ανάπτυξη του ονομαστικού ΑΕΠ είναι μικρότερες (Κομισιόν: 3,0%, ΔΝΤ: 2,8%).
Το Bruegel μοιράζεται τις ανησυχίες του ΔΝΤ και σημειώνει ότι ένας αριθμός επιφανών οικονομολόγων έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει μη βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Το μεγαλύτερο στοίχημα αφορά τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, που προέρχεται από τα τρία βασικά συστατικά της: την παραγωγικότητα, την εργασία και το κεφάλαιο.
5 Πώς θα αντιμετωπίσουν οι επενδυτές την Ελλάδα την ώρα που το διεθνές περιβάλλον δυσχεραίνει;
Το διεθνές περιβάλλον προβληματίζει, καθώς η Ελλάδα βγαίνει από τα μνημόνια σε μια εποχή που ο οικονομικός κύκλος δείχνει να «γυρίζει». Το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης και η άνοδος των επιτοκίων και των αποδόσεων των ομολόγων δυσκολεύουν τα δεδομένα Αν το κόστος δανεισμού στις ΗΠΑ κινηθεί προς το 3,5% με τι επιτόκιο θα δανείζεται η Ελλάδα;
Ο δομικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη θα αυξηθεί επίσης σταδιακά τα επόμενα χρόνια, την ώρα που οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει νωρίτερα από το 2019 τα επιτόκια. Την ίδια στιγμή, η ιταλική κρίση εντείνει τις ανησυχίες, ενώ η άνοδος των αποδόσεων των ιταλικών ομολόγων έχει παρασύρει και τα ελληνικά.
6 Θα μπορέσει το τραπεζικό σύστημα να χρηματοδοτήσει την οικονομία;
Οι τράπεζες παραμένουν στο «κόκκινο», οι ισολογισμοί τους εμφανίζονται αδύναμοι, την ώρα που η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς την οικονομία είναι αρνητική. Αξιωματούχοι, σύμφωνα με την JP Morgan, ανέφεραν στο Μπαλί πως η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να διευρύνει τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να αγοράζουν ελληνικά κρατικά ομόλογα, ώστε να βελτιωθεί η ρευστότητά τους, ενώ σε πιο μακροχρόνια βάση εξετάζεται η δημιουργίας ενός οχήματος εγγύησης για τα «κόκκινα» δάνεια (Αsset Protection Scheme), που θα βοηθήσει το ξεκαθάρισμα των «κόκκινων δανείων», με τις σχετικές λεπτομέρειες να εκτιμάται ότι θα δοθούν στη δημοσιότητα έως τα Χριστούγεννα.
Η αγορά δεν δείχνει πάντως να πείθεται από τη σχεδιαζόμενη στήριξη των ελληνικών τραπεζών μέσω της δημιουργίας εταιρειών ειδικού σκοπού όπου θα μεταφερθούν «κόκκινα» δάνεια αξίας πολλών δισ. ευρώ για να επιταχυνθεί η εκκαθάριση των ισολογισμών τους, ενώ τα ομόλογα που θα εκδίδουν (οι εταιρείες) θα μπορούν να διαπραγματεύονται σε μια δευτερογενή αγορά NPLs. Τα ερωτήματα είναι πολλά, αλλά κυρίως πώς μπορεί να λυθεί το πρόβλημα αν π.χ. οι τράπεζες με την εγγύηση των φορολογουμένων με περίπου 6 δισ. ευρώ «ξεφορτωθούν» 15-20 δισ. ευρώ δάνεια την ώρα που στο σύστημα σήμερα τα «κόκκινα» δάνεια των συστημικών τραπεζών είναι συνολικά 88,6 δισ. ευρώ.
Πότε θα γίνουν οι εκλογές
Πόσο επηρεάζει η αύξηση του πολιτικού ρίσκου;
Το πολιτικό ρίσκο μετά και την έξοδο Κοτζιά από την κυβέρνηση έχει αυξηθεί. Αξιωματούχοι της κυβέρνησης ανέφεραν σε επενδυτές στο Μπαλί πως οι εκλογές θα γίνουν το νωρίτερο τον Μάιο και το αργότερο τον Σεπτέμβριο του 2019, ενώ στην αγορά δεν αποκλείεται πλέον η έκπληξη.
Διαφαίνεται πάντως μια μακρά προεκλογική περίοδος μέχρι τις επόμενες εκλογές, και στη συνέχεια δεν είναι ξεκάθαρο αν η χώρα θα έχει ισχυρή κυβέρνηση ή θα γίνουν πολλαπλές εκλογές με αφορμή την προεδρική εκλογή του Ιανουαρίου 2020, λόγω της απλής αναλογικής που επέβαλε η παρούσα κυβέρνηση για τις μεθεπόμενες εκλογές. Αυτό το περιβάλλον δεν βοηθά την οικονομία.