Δεν είναι καινοφανές αυτό που ζει η Γερμανία. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για ένα déjà vu της περυσινής οικονομικής περιπέτειας που βίωσε όταν έφθασε στο χείλος της ύφεσης. Το δεύτερο τρίμηνο του 2018 το γερμανικό ΑΕΠ είχε συρρικνωθεί κατά 0,2% σε ετήσια βάση, ενώ το τρίτο τρίμηνο παρέμεινε στάσιμο (ύφεση έχουμε όταν το ΑΕΠ πέφτει επί δύο συναπτά τρίμηνα). Εφέτος το δεύτερο τρίμηνο το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 0,1% και όλοι περιμένουν εναγωνίως να δουν αν θα μειωθεί και το τρίμηνο που διανύουμε. Οπως είναι φυσικό, το ενδιαφέρον εστιάζεται στις κινήσεις που θα κάνει (ή δεν θα κάνει) το Βερολίνο για να αντιμετωπίσει την κατάσταση.

Πέρυσι είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση Μέρκελ είχε μείνει πιστή στην πάγια γερμανική τακτική της απραξίας. Τυπικά της «βγήκε», μια και το τελευταίο τρίμηνο του 2018 η ανάπτυξη επανήλθε, αν και χλωμή και καρκινοβατούσα. Εφέτος η αναμονή για «δράση» είναι σαφώς μεγαλύτερη – και όταν λέμε «δράση» εννοούμε για άσκηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής. Για αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, για απόφαση της κυβέρνησης να ρίξει νέο χρήμα στην αγορά. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει μια μεγάλη υπέρβαση. Αυτή της εμμονής για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και δημοσιονομική ευταξία εν γένει.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω