Πρώτο καλοκαίρι χωρίς τη σκιά της πανδημίας και ενώ θα περίμενε κανείς οι άνθρωποι του τουρισμού να είναι πιο ήρεμοι, η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το γεγονός ότι παραμένουν κενές πάνω 50.000 θέσεις εργασίας στις τουριστικές περιοχές. Τα μεγαλύτερα προβλήματα εντοπίζονται στον επισιτισμό (κουζίνα και service). Σημαντικά προβλήματα εύρεσης προσωπικού αντιμετώπισε ο τουριστικός τομέας και πέρυσι. Σε εθνικό επίπεδο, εκτιμάται ότι στην αιχμή της θερινής σεζόν του 2021, 53.249 θέσεις εργασίας δεν καλύφθηκαν από τις 244.124 θέσεις εργασίας που προβλέπονται βάσει των οργανογραμμάτων των ξενοδοχείων. Δηλαδή, το ποσοστό ελλείψεων προσωπικού ανέρχεται σε 22%, δηλαδή 1 στις 5 θέσεις δεν καλύφθηκαν. Το ποσοστό είναι παρόμοιο σε όλα τα τμήματα λειτουργίας των ξενοδοχείων και κυμαίνεται από 21% έως 24%. Οι ειδικότητες Οι ελλείψεις προσωπικού στην αιχμή της σεζόν, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), υπήρχαν και σε προηγούμενες χρονιές, κυρίως σε πολλά νησιά και απομακρυσμένες περιοχές, αλλά οξύνθηκαν σε μεγάλο βαθμό λόγω της πανδημίας. Οι κυριότερες ελλείψεις προσωπικού αφορούν τις ειδικότητες: Καμαριέρα, receptionist, σερβιτόρος, βοηθός σερβιτόρου, λαντζέρης, barista και τεχνική υποστήριξη – συντήρηση. Η ειδικότητα με τη μεγαλύτερη ποσοστιαία έλλειψη, σε σχέση με τις προβλεπόμενες θέσεις, είναι αυτή του sommelier (47%), ενώ ακολουθούν αυτές του βοηθού receptionist (39%), του στελέχους marketing (36%) και του στελέχους guest relations (35%). Από το σύνολο των 10.050 ξενοδοχείων που υπάρχουν στην Ελλάδα, το 38% (3.780 ξενοδοχεία) εμφανίζουν έλλειψη σε τουλάχιστον μία θέση καμαριέρας, το 30% (3.027 ξενοδοχεία) σε receptionist, το 27% (2.751 ξενοδοχεία) σε σερβιτόρους και το 18% σε βοηθούς σερβιτόρου (1.811) και barista (1.800). Το πρόβλημα Τι συνέβη όμως και ο κλάδος που θεωρούνταν το θαύμα και η σωτηρία της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται τώρα σε αυτή τη θέση; Το πρόβλημα της έλλειψης εργαζομένων, όπως εξηγούν εκπρόσωποι των ξενοδόχων, δεν είναι μόνο ελληνικό. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο που σε μεγάλο βαθμό είναι κατάλοιπο της πανδημίας, η οποία και προκάλεσε μεγάλες αλλαγές στο εργασιακό τοπίο. Πολλοί άνθρωποι άλλαξαν επάγγελμα, μιας και ο τουρισμός φρέναρε λόγω COVID-19. Το πρόβλημα ξεκίνησε πριν από την πανδημία. Στην Κέρκυρα, για παράδειγμα, άνοιξαν πολλά πεντάστερα ξενοδοχεία τα τελευταία χρόνια, αναβαθμίζοντας την τουριστική εικόνα στο νησί, ενώ ταυτόχρονα μεγάλωσαν πολύ και οι ανάγκες σε προσωπικό. Παράλληλα, υπάρχει πλέον και η βραχυχρόνια μίσθωση που αποσπά θέσεις από τον κλασικό τουρισμό. Συχνά πρόκειται για θέσεις «μαύρης εργασίας», κάτι που δημιουργεί στους ξενοδόχους αθέμιτο ανταγωνισμό. Κύριο παράδειγμα αποτελούν οι θέσεις στην καθαριότητα. Πολλές καμαριέρες φεύγουν από τα ξενοδοχεία για να δουλέψουν σε βίλες και διαμερίσματα. Οι μισθοί τους είναι μεγαλύτεροι, αλλά «μαύροι». Οι ξενοδόχοι Κάποιοι από τους ξενοδόχους ψιθυρίζουν ότι «χρειάζονται διακρατικές συνεργασίες για να λυθεί το πρόβλημα». Η Ισπανία, για παράδειγμα, έχει συνάψει σύμφωνο με τις Φιλιππίνες και εργαζόμενοι από την τελευταία χώρα εργάζονται στην τουριστική βιομηχανία της πρώτης. Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση των εργαζομένων στον κλάδο του τουρισμού που πηδούν από το… τουριστικό πλοίο, κυρίως λόγω των χαμηλών αμοιβών, της εκμετάλλευσης και των άσχημων συνθηκών εργασίας. Και οι ίδιοι συμφωνούν ότι η πανδημία έβαλε φρένο στην τουριστική άνοδο στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα πολλοί συνάδελφοί τους να μείνουν χωρίς δουλειά και να αναγκαστούν να μεταπηδήσουν σε άλλα επαγγέλματα, όπως ο κατασκευαστικός κλάδος ή η βραχυχρόνια μίσθωση. Σπίτια-τρώγλες Βασικός ανασταλτικός παράγοντας για τους εργαζομένους στον τουρισμό, όπως αναφέρουν σε καταγγελίες τους που υπάρχουν στη ΓΣΕΕ, είναι η υπο-αμειβόμενη και υποδηλωμένη εργασία. Δηλώνονται πολύ λιγότερα ημερομίσθια από τα πραγματικά. Επίσης, πολύ συχνά, οι συνθήκες διαβίωσης και διαμονής στα καταλύματα που τους προσφέρονται είναι απαράδεκτες. Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν πως κλήθηκαν να μείνουν σε σπίτια-τρώγλες, σε κοντέινερ, σε υπόγεια, σε χώρους χωρίς κλιματισμό ή ακόμα και χωρίς νερό. Αρκετοί αναφέρουν ότι δεν τους καταβάλλονται όλα τα ένσημα, με αποτέλεσμα να χάνουν τον χειμώνα το δικαίωμα στο επίδομα ανέργων, το οποίο περιορίστηκε και αυτό στους τρεις μήνες. Οι εργαζόμενοι μιλούν ακόμα για κακή σίτιση, ενώ καταγγέλλουν ότι υποχρεώνονται να δουλεύουν 12ωρα, 7 ημέρες την εβδομάδα, χωρίς ρεπό.