Για την Τουρκία, η διαχείριση των ελληνοτουρκικών διαφορών είναι πιο διαχειρίσιμη σε διμερές επίπεδο και όχι με προσφυγή σε διαιτησία, εκτιμά ο πολιτικός αναλυτής στο ινστιτούτο Brookings Κεμάλ Κιριστζί μιλώντας στο «Βήμα». Οπως επισημαίνει, στην τουρκική ιστορική μνήμη η διαιτησία και το διεθνές δίκαιο κυριαρχούνται από τη Δύση.
«Για να διατηρήσει σήμερα την εξουσία του ο Ερντογάν χρειάζεται καλύτερες σχέσεις με την Ελλάδα και τη Δύση γενικότερα. Θέλει να διορθώσει τη βλάβη που έχει υποστεί η χώρα εξαιτίας της καταστροφικής οικονομικής πολιτικής του. Η προσπάθεια αυτή περνά μέσα από τη βελτίωση των σχέσεων με Ελλάδα, ΕΕ και ΗΠΑ. Ομως, ο Ερντογάν δεν θα εγκαταλείψει τις σκληρές του θέσεις όσον αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο ούτε θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις εσωτερικά. Η εξωτερική του πολιτική είναι φιλοδυτική, αλλά η εσωτερική μεσανατολική. Βρίσκεται σε διαδικασία σχηματισμού ενός modus vivendi με τη Δύση, αμβλύνει την αντι-δυτική του κριτική και έδωσε σήμα ότι θέλει να είναι πιο συνεργάσιμος στην Ανατολική Μεσόγειο. Βρίσκεται σε συζητήσεις με το Ισραήλ για τη μεταφορά ενέργειας προς την ΕΕ, αλλά την ίδια ώρα δεν θέλει η Δύση να μιλά για τον Οσμάν Καβάλα ούτε για τα ανθρώπινα δικαιώματα» εκτιμά ο κ. Κιριστζί.
«Υπάρχουν όρια στη βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας, αμφιβάλλω αν θα συζητήσουν τα σοβαρότερα προβλήματα. Θα δούμε όμως τι θα γίνει μετά τις τοπικές εκλογές στην Τουρκία τον Μάρτιο. Πάντως, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα κινηθούν βάσει συμφερόντων. Είναι προς το συμφέρον και του Μητσοτάκη να έχει αξιοπρεπείς σχέσεις με τον Ερντογάν λόγω του Μεταναστευτικού και θεμάτων ασφαλείας. Επίσης ΕΕ και ΗΠΑ χρειάζονται την Τουρκία για το Μεταναστευτικό, τη Συρία, και κυρίως για την Ουκρανία, αλλά και για την Κίνα» προσθέτει.
Τον ρωτάμε για το ζήτημα της προσφυγής στη Χάγη για την επίλυση των διαφορών, στο οποίο αναφέρθηκε πρόσφατα ο έλληνας πρωθυπουργός. «Η έννοια της παραπομπής στη διαιτησία αποτελεί μέρος των ελληνοτουρκικών σχέσεων πριν εισέλθουν στην πολιτική σκηνή Μητσοτάκης και Ερντογάν. Υπήρχαν περίοδοι χωρίς καμία συζήτηση για τη δυνατότητα αυτή, αλλά και περίοδοι κατά τις οποίες συζητήθηκε πολύ. Η μοναδική στιγμή που φαινόταν ότι γίνεται σοβαρή προσπάθεια ήταν επί Γιώργου Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζεμ. Ο στόχος ήταν να διερευνηθεί η δυνατότητα να συζητηθούν τα προβλήματα στο Αιγαίο που έχουν να κάνουν με το διεθνές δίκαιο. Αλλά δεν έφτασαν ποτέ στο σημείο αυτό, όχι μόνο εξαιτίας της Τουρκίας, αλλά και της Ελλάδας».
«Η οριοθέτηση των χωρικών υδάτων και της υφαλοκρηπίδας είναι πολύπλοκα ζητήματα. Και η θέση των Τούρκων, με λίγες εξαιρέσεις, είναι ότι η διαπραγμάτευση των ζητημάτων αυτών με την Ελλάδα πρέπει να γίνεται σε διμερές επίπεδο. Πίσω από την Ελλάδα βλέπουν μια τεράστια οντότητα, την ΕΕ, αλλά και τις ΗΠΑ. Κρατώντας τη διαπραγμάτευση σε διμερές επίπεδο, εκτιμούν ότι είναι πιο διαχειρίσιμη. Η ιστορική μνήμη της Τουρκίας λέει ότι σχήματα διαιτησίας και διεθνές δίκαιο γενικά κυριαρχούνται από τη Δύση. Υπάρχουν σκληρές μνήμες, με προεξέχον παράδειγμα το Βόρειο Ιράκ μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης, όταν το καθεστώς του δεν επιλύθηκε και αφέθηκε στη διαιτησία της Ενωσης των Εθνών. Αυτές οι εμπειρίες είναι βαθιά γεγραμμένες στον ψυχισμό και το μυαλό τούρκων διπλωματών. Οταν ακούν διαιτησία σκέφτονται αμέσως την επιρροή των ΗΠΑ και του ελληνικού λόμπι στις ΗΠΑ».