Πρωτοφανής κινητικότητα καταγράφεται διεθνώς στην τρέχουσα ελληνική προεκλογική άνοιξη. Πλήθος γεγονότων, διπλωματικών πρωτοβουλιών και επιμέρους κινήσεων δηλώνουν ότι ο πλανήτης έχει εισέλθει σε διαδικασία γεωπολιτικής ανασύνθεσης και επανατοποθέτησης των πάντων.
Δεκατέσσερις μήνες μετά την έναρξη της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία και χωρίς ακόμη να έχει υπάρξει νικητής, οι εντάσεις πολλαπλασιάζονται, οι οικονομικοί ανταγωνισμοί περισσεύουν, οι τάσεις διαίρεσης κυριαρχούν και νέα μπλοκ, σαν εκείνα του μεταπολεμικού Ψυχρού Πολέμου, είναι έτοιμα να υψωθούν μεταξύ Δύσης και Ανατολής, κλονίζοντας παλαιές συμμαχίες και ευνοώντας νέες.
Η ένταση στα στενά Κίνας – Ταϊβάν, οι συμμαχίες και οι νέοι παίκτες
Μια περιήγηση στα διεθνή μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης αρκεί για να επιβεβαιώσει τη ρευστότητα και το πλήθος των αβεβαιοτήτων που κυριαρχούν σε τούτους τους μοντέρνους καιρούς της τεχνολογικής έκρηξης και της αναβίωσης των γεωπολιτικών συγκρούσεων. Κρισιμότερη και απειλητικότερη μοιάζει η ένταση στα στενά μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν, όπου τελευταίως εξελίχθηκαν εκτεταμένα στρατιωτικά γυμνάσια προπαρασκευής μιας ενδεχόμενης κατάληψης της προστατευόμενης από τις ΗΠΑ εθνικιστικής Κίνας, κατά τα πρότυπα της ρωσικής «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» στην Ουκρανία.
Αλλά δεν είναι η μόνη. Η συμμαχία Ρωσίας – Κίνας – Ιράν φαντάζει πιο συμπαγής από ποτέ, η αναδυόμενη Ινδία εκμεταλλεύεται στον μέγιστο βαθμό προς ίδιον όφελος τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας, η Σαουδική Αραβία επιχειρεί έπειτα από πολλά χρόνια ανοίγματα στην Τεχεράνη, πρόσφατα ο σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στη Δαμασκό επανανομιμοποιώντας τον αποκομμένο από τον Αραβικό Σύνδεσμο ρωσόφιλο και στηριζόμενο από τη Χεζμπολάχ του θεοκρατικού Ιράν πρόεδρο Ασαντ και η ένοπλη σύγκρουση στο Σουδάν μοιάζει να καθοδηγείται από τη ρωσική παραστρατιωτική ομάδα Βάγκνερ, που συμπληρώνει τις δυνάμεις του Πούτιν στην Ουκρανία, έχοντας αν μη τι άλλο την ανοχή των Κινέζων, οι οποίοι περιττό να σημειώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν επαυξήσει τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα στην Αφρική. Εχει επίσης εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι εσχάτως οι επίσημες αρχές των Φιλιππινών έσπευσαν να μεταδώσουν στους Αμερικανούς ότι δεν θα ανεχθούν στο έδαφός τους αποθήκευση όπλων και πυρομαχικών που προορίζονται για την υποστήριξη της Ταϊβάν.
Ολων αυτών προηγήθηκε η επίσημη επίσκεψη του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στο Πεκίνο στη διάρκεια της οποίας ζητήθηκε η διαμεσολάβηση του προέδρου Σι για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και την αναγέννηση των εμπορικών σχέσεων Ευρώπης – Κίνας. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν που συνόδευε τον γάλλο πρόεδρο ήταν πιο σαφής σημειώνοντας ότι «η σχέση μας είναι υπερβολικά σημαντική για να τη θέσουμε σε κίνδυνο».
Ο γάλλος πρόεδρος επικρίθηκε από Αμερικανούς και ορισμένους Ευρωπαίους για τη στάση του στο Πεκίνο και είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις της γερμανίδας υπουργού Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία έσπευσε να επισκεφθεί κι αυτή το Πεκίνο, σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις εντυπώσεις που προκάλεσε ο γάλλος πρόεδρος. Δήλωσε εκεί ότι «η αποσταθεροποίηση της Ταϊβάν θα ήταν ένα σενάριο φρίκης» και επιστρέφοντας στο Βερολίνο δήλωσε συγκλονισμένη καθώς διαπίστωσε ότι η κινεζική ηγεσία κινείται αντισυστημικά και απολύτως ανταγωνιστικά.
Εκείνος ωστόσο που φανέρωσε τάσεις σοβαρών μετατοπίσεων στη διεθνή σκηνή ήταν ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ινάσιο Λούλα, ο οποίος κατά την επίσημη επίσκεψή του στο Πεκίνο απέδωσε τον πόλεμο της Ουκρανίας στις ΗΠΑ και κάλεσε την Ουκρανία να συνθηκολογήσει αποδεχόμενη τη ρωσική κυριαρχία στην Κριμαία και στο Ντονμπάς.
Ο Λούλα υπέγραψε 15 εμπορικές συμφωνίες με τον Σι, με σημαντικότερη εκείνη των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών με τα εθνικά τους νομίσματα. Επ’ ευκαιρία ο βραζιλιάνος πρόεδρος έσπευσε να τοποθετηθεί εναντίον της κυριαρχίας του δολαρίου και να μιλήσει για «αποδολαριοποίηση» των διεθνών συναλλαγών.
Σχέδιο για «αποδολαριοποίηση»
Η αλήθεια είναι ότι τελευταίως στο Πεκίνο, στο Νέο Δελχί, στην Μπραζίλια και αλλού μιλούν για τον επερχόμενο «μεταμερικανικό αιώνα», όπως και για την «αποδολαριοποίηση» των διεθνών συναλλαγών και την υποκατάσταση του πανίσχυρου αμερικανικού νομίσματος από το κοινό νόμισμα των BRICS, δηλαδή της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Αφρικής.
Οι εμπνευστές του σχεδίου μιλούν για επαναφορά του κανόνα του χρυσού εμπλουτισμένου με αξίες άλλων σπάνιων γαιών και διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Η ισοτιμία του νομίσματος των BRICS θα προκύπτει από τον συνδυασμό των προαναφερθέντων στοιχείων, θα παραπέμπει σε ένα καθεστώς σταθερών ισοτιμιών και θα οδηγεί στον στόχο της απεξάρτησης από το δολάριο.
Είναι φανερό πια ότι η Κίνα και γενικώς η Ασία διεκδικούν το μερίδιο που τους αναλογεί στο διεθνές οικονομικό στερέωμα. Πρόκειται για την πολυπληθέστερη ζώνη του πλανήτη με εξαιρετικές οικονομικές επιδόσεις και εξίσου σπουδαίες προοπτικές.
Την περασμένη εβδομάδα ανακοινώθηκαν νέα οικονομικά στοιχεία που έφεραν την κινεζική οικονομία αναπτυσσόμενη με 4,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2023 και σε ετήσια βάση οι προβλέψεις τη θέλουν κινούμενη μεταξύ 6% και 6,5%. Πράγμα που αποδεικνύει ότι η πανδημική υποχώρηση ήταν πρόσκαιρη και δεν αποτελεί πλέον εμπόδιο. Μάλιστα πολλοί αναλυτές λαμβάνοντας υπόψη πλήθος στοιχείων βεβαιώνουν ότι η Κίνα θα απογειωθεί παραγωγικά και τεχνολογικά τα επόμενα χρόνια.
Το 2021 κατατέθηκαν 1,8 εκατομμύρια νέες πατέντες για τεχνολογικά αγαθά και υπηρεσίες στην Κίνα, η βιομηχανία κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων είναι έτοιμη να κατακτήσει τις αγορές όλου του κόσμου και ορισμένοι προπαγανδιστές καλούν τους Ευρωπαίους να αρχίσουν να συνηθίζουν τις κινεζικές μάρκες…
Επιπλέον η κινεζική ηγεσία τονώνει την εσωτερική ζήτηση με πλήθος δημόσιων έργων και είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το IMF διαπιστώνει ότι την επόμενη πενταετία η συμβολή της κινεζικής οικονομίας στην παγκόσμια ανάπτυξη θα είναι υπερδιπλάσια της αμερικανικής.
Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι καθόλου τυχαίες οι πρόσφατες δηλώσεις κατανόησης από την πλευρά ευρωπαίων ηγετών. Χαρακτηριστική είναι η τελευταία τοποθέτηση της προέδρου της Κομισιόν κυρίας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Δήλωσε συγκεκριμένα ότι «τις τελευταίες δεκαετίες η Κίνα έχει γίνει μια οικονομική δύναμη και ένας βασικός παγκόσμιος παίκτης. Μείωσε σταδιακά την εξάρτησή της από τον κόσμο και τώρα αυξάνει την εξάρτηση του κόσμου από αυτήν.
Επιβάλλεται να αναπτύξουμε μια νέα προσέγγιση». Και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κυρία Κριστίν Λαγκάρντ ένιωσε την ανάγκη να τοποθετηθεί δηλώνοντας ότι «τα γεωπολιτικά ρήγματα που προκαλούνται από τον ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας θα μπορούσαν να ωθήσουν τον πληθωρισμό κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες και να απειλήσουν τις ηγετικές θέσεις του δολαρίου και του ευρώ».
Τι βλέπει ο Στουρνάρας, γιατί προειδοποιεί τις πολιτικές δυνάμεις
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Στουρνάρας δεν κρύβει την ανησυχία του διευκρινίζοντας ότι η τοποθέτηση της κυρίας Λαγκάρντ δεν έγινε ελαφρά τη καρδία, παρά ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς αξιολόγησης των διεθνών γεωπολιτικών και οικονομικών εξελίξεων. Ο κ. Στουρνάρας αναγνωρίζει ότι η Κίνα και δευτερευόντως η Ινδία και οι λοιπές χώρες της Ασίας δικαίως διεκδικούν τη θέση που τους αρμόζει στον κόσμο και τη συμμετοχή στις μεγάλες στρατηγικές αποφάσεις.
Ωστόσο θεωρεί πως δεν απειλείται το αποθεματικό δολάριο, γιατί όπως διευκρινίζει πέραν των εμφανιζόμενων αποθεματικών στις κεντρικές τράπεζες υπάρχουν και συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου που συμπληρώνουν την εικόνα. Κατ’ αυτόν το δολάριο έχει βάθος εμπιστοσύνης και θα απαιτηθούν πολλά χρόνια προσπαθειών συνοδευόμενα από εξαιρετικές οικονομικές επιδόσεις μεταξύ των BRICS για να καταστεί το νόμισμά του αποθεματικό.
Γενικώς πάντως πιστεύει ότι επιβάλλεται οι μεγάλες δυνάμεις να αποφύγουν τις συγκρούσεις και να εξασφαλίσουν μια νέα ισορροπία χωρίς εντάσεις. Προειδοποιεί πάντως τις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις ότι ζούμε σε καιρούς αστάθειας και αβεβαιοτήτων και επιβάλλεται να φροντίσουμε ως κόρην οφθαλμού τα δημόσια οικονομικά και να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις.
Οσον αφορά τις συμμαχίες, διευκρινίζει ότι εμείς οριζόμαστε από τη συμμετοχή μας στην ευρωζώνη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχουμε τα μάτια μας κλειστά σε νέες δυναμικές σχέσεις και συμφωνίες με άλλες περιοχές του κόσμου, όπως άλλωστε κάνουν οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Αυστριακοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και τόσοι άλλοι.