«Η διπλωματία έχει έναν κοινό παρονομαστή με τις δικαστικές υποθέσεις: ενέχει τον παράγοντα του ρίσκου». Με αυτή την παραδοχή ο Κωνσταντίνος Σαλωνίδης, επικεφαλής του Τμήματος Διεθνούς Επίλυσης Διαφορών της αμερικανικής δικηγορικής εταιρείας Foley Hoag, ξεκινάει την ανάλυσή του για τις προοπτικές ενός συνυποσχετικού που θα οδηγήσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές στη Χάγη.
Η άποψή του μπορεί να ακούγεται αιρετική σε σχέση με την επικρατούσα αντίληψη στην Αθήνα, καθώς πιστεύει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε με κριτήρια νομικής στρατηγικής να κάνει έναν συμβιβασμό στα θέματα του συνυποσχετικού. Στόχος, να οδηγηθεί η Τουρκία σε ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών που θα έβαζε ένα τέλος στον αναθεωρητισμό με τη σφραγίδα του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Ο κ. Σαλωνίδης έχει διαχειριστεί ορισμένα από τα πιο καυτά διεθνή θέματα, εκπροσωπώντας τις Φιλιππίνες στην αντιδικία για τη Σινική Θάλασσα αλλά και την κυβέρνηση του Κατάρ κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού του από τις χώρες του Κόλπου. Αυτή τη στιγμή εκπροσωπεί την Αρμενία στο Διεθνές Δικαστήριο εναντίον του Αζερμπαϊτζάν. Οπως εξηγεί στο «Βήμα», «το ερώτημα είναι τι κάνει κάποιος με το ρίσκο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να πετύχει καμία λύση μένοντας αδρανής».
Πώς μπορεί να επιτευχθεί μια προσφυγή όταν οι δύο χώρες δεν συμφωνούν για τα ζητήματα που πρέπει να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο;
«Δεν μπορεί να επιτευχθεί γιατί χρειάζεται μια συμβιβαστική συμφωνία που, όπως υποδηλώνει το όνομα (συνυποσχετικό), αντανακλά έναν συμβιβασμό. Εάν επιμείνουμε αταλάντευτα σε έναν συγκεκριμένο ορισμό της διαφοράς και το άλλο μέρος δεν συμφωνεί, τότε δεν θα φτάσουμε ποτέ στο Δικαστήριο. Αν και η διαφωνία περιλαμβάνει ορισμένα στοιχεία κρατικής κυριαρχίας, είναι μια διαφορά που μπορεί να επιλυθεί νομικά. Είναι πάντοτε προτιμότερο να δίνεται η μάχη σε μια δικαστική αίθουσα παρά στην ξηρά, στον αέρα ή στη θάλασσα».
Σε ποια θέματα η Ελλάδα θα μπορούσε να συμβιβαστεί;
«Στο θέμα των γκρίζων ζωνών το Διεθνές Δίκαιο ευνοεί καθαρά τις ελληνικές θέσεις. Και σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας υπάρχει ένας ξεκάθαρος νικητής και ηττημένος. Στην περίπτωση της θαλάσσιας οριοθέτησης, η κατάσταση είναι διαφορετική γιατί ακόμα και τα δικαιώματα που νομικά είναι τεκμηριωμένα επηρεάζονται από ευρύτερους υπολογισμούς. Δεν γνωρίζω αν η ελληνική κοινή γνώμη είναι έτοιμη να αποδεχθεί αυτό το αποτέλεσμα, είναι θέμα πολιτικό και όχι νομικό. Οσον αφορά τη στρατιωτικοποίηση των νησιών, μπορώ να καταλάβω την υποστήριξη του αποκλεισμού του συγκεκριμένου θέματος».
Ποια θεωρείτε αδύνατα σημεία στις ελληνικές θέσεις και πού ενδέχεται οι αποφάσεις να αποκλίνουν από τις αντιλήψεις της κοινής γνώμης;
«Η εγγύτητα του Καστελλόριζου με την τουρκική ακτή είναι πολύ μικρή και αυτό θα ληφθεί υπ’ όψιν στον καθορισμό των δικαιωμάτων θαλασσίων ζωνών. Είθισται η κοινή γνώμη να βομβαρδίζεται από λαϊκιστικά αφηγήματα. Νομίζω ότι η κυβέρνηση πρέπει να εργαστεί ώστε να υπάρχουν ρεαλιστικές προσδοκίες».
Η τελευταία εμπειρία της Ελλάδας με την τότε ΠΓΔΜ στο Διεθνές Δικαστήριο ήταν αρνητική.
«Η Ειδική Νομική Υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών έχει στελέχη με εξαιρετική επιστημονική κατάρτιση. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι είναι έτοιμοι να χειριστούν μια τέτοια υπόθεση. Η πολιτική ηγεσία πρέπει να δώσει τη δέουσα προσοχή στην τεχνοκρατική άποψη γιατί έχουμε να κάνουμε με μια κυρίως νομική και όχι πολιτική διαφορά».