Με την εδραία πεποίθηση -ή πάντως την ελπίδα- ότι η πολεμική ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή και οι αλυσιδωτές αντιδράσεις που προκαλεί δεν θα επηρεάσουν αρνητικά τον ελληνοτουρκικό διάλογο προσέρχεται η ελληνική αντιπροσωπεία τη Δευτέρα στην Αγκυρα, στη συνάντηση για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.

Κατά τα όσα μεταδίδονται από το περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Εξωτερικών, η ελληνική κυβέρνηση εκτιμά ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει για δικούς του λόγους επιλέξει να κινηθεί σε μια νέα, πολύ λεπτή ισορροπία, η οποία όμως δεν θα σημάνει σε αυτή τη φάση την αναζωπύρωση ενός μετώπου στο πεδίο των ελληνοτουρκικών.

Η συνάντηση της Θεσσαλονίκης

Υπό αυτό το πρίσμα, κυβερνητικές πηγές διαμηνύουν ότι όλα εξακολουθούν και εξελίσσονται εντός του συμφωνημένου πλαισίου μεταξύ των δύο πλευρών και σε συνέχεια των πρόσφατων επαφών του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον τούρκο πρόεδρο, καθώς και των όσων έχουν επακολουθήσει σε χαμηλότερο διπλωματικό επίπεδο.

Κατά τις ίδιες πηγές, το χρονοδιάγραμμα παραμένει και οι προετοιμασίες συνεχίζονται, με ορίζοντα το επόμενο, κρίσιμο ραντεβού. Είναι η συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στις 7 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του οποίου αναμένεται ότι θα πραγματοποιηθεί και η νέα συνάντηση του έλληνα πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο.

Παρά ταύτα και ενόψει των συζητήσεων για τα ΜΟΕ τη Δευτέρα, η συνεχής ένταση στη Μέση Ανατολή και η δυστοκία των διπλωματικών προσπαθειών αποκλιμάκωσης, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον συνεχούς αβεβαιότητας.

Καθοριστικό ως προς αυτά είναι το πώς θα εξελιχθεί ο πόλεμος Ισραήλ – Χαμάς και, σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά, οι επιλογές στις οποίες θα οδηγηθεί ο Ερντογάν, ο οποίος δείχνει να βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από ποτέ από τη Δύση.

Υπό αυτή την έννοια, ιδιαίτερη σημασία δίνεται από ορισμένες πηγές στη στάση που έχει υιοθετηθεί από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία συντασσόμενη και με τη γραμμή της Ουάσιγκτον δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αποφυγή της ανθρωπιστικής καταστροφής και – κυρίως – στην ανάγκη ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους, προσπαθώντας πάντως παράλληλα να διαφυλάξει και τη στρατηγική σχέση η οποία έχει αναπτυχθεί με το Ισραήλ.

ΝΑΤΟ – Τουρκία

Αναλυτές εκτιμούν ότι η παράλληλη εξέλιξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου και της κρίσης στη Μέση Ανατολή θα φανερώσει στην πραγματικότητα τις πραγματικές διαθέσεις και επιδιώξεις του Ερντογάν. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, το γεγονός ότι η σαφής τοποθέτηση του τούρκου προέδρου στο πλευρό της Χαμάς δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί ως αναίρεση της θέσης και του ρόλου της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ είναι μια από τις σημαντικές παραμέτρους της περιόδου. Παράλληλα, η συνέχιση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης παρακολουθείται στενά και υπό αυτό το πρίσμα το ΑΣΣ και η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν σε περίπου έναν μήνα προσλαμβάνουν μια διαφορετική βαρύτητα, με επίδραση τόσο στη σχέση Ελλάδας – Τουρκίας όσο και στο Κυπριακό και στις επιδιώξεις της Αγκυρας σε αυτό το πεδίο.

Εν όψει αυτών, ορισμένες πηγές επισημαίνουν τη σχεδόν κατηγορηματική εκτίμηση την οποία εξέφρασε η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου σε μια από τις σπάνιες δημόσιες τοποθετήσεις της, στο πρόσφατο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών «Η Ελλάδα μετά», όπου και ανέφερε: «Διαβάζω πολλές αναλύσεις στις εφημερίδες ότι η κρίση στη Μέση Ανατολή θα επηρεάσει αρνητικά τον ελληνοτουρκικό διάλογο. Εγώ είμαι της αντίθετης άποψης, ότι θα τον επηρεάσει θετικά Διότι και η Τουρκία και η Ελλάδα, ανεξάρτητα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τους διαφορετικούς στόχους, τις διαφορετικές κοσμοθεωρίες που μπορεί να έχουν, έχουν ένα κοινό συμφέρον: Δεν μπορούν να ζουν σε μια περιοχή η οποία εκρήγνυται».