«Το πιο επικίνδυνο πράγμα μετά την άγνοια είναι η αλαζονεία» έλεγε ο Αϊνστάιν. Νομίζω πως ο βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ πάσχει και από τις δύο. Άγνοια επειδή πέρασε από την Οξφόρδη και δεν κατάλαβε τίποτε από την παράδοση και την κληρονομιά αυτού του κορυφαίου πανεπιστημίου.
Και αλαζονεία διότι δεν έχει συνειδητοποιήσει πως η χώρα που κυβερνά δεν είναι πλέον η Βρετανική Αυτοκρατορία της βασίλισσας Βικτωρίας αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλιώς δεν θα προέβαινε στο πρωτοφανές: να ακυρώσει προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρωθυπουργό μιας άλλης χώρας, και μάλιστα συμμάχου, προσβάλλοντας στο πρόσωπό του κατά τρόπο πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά έναν ολόκληρο λαό που πολέμησε μαζί με τους Βρετανούς εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αυτό το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν είναι tabula rasa για τον Ρίσι Σούνακ. Είπε πως το θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα είχε συμφωνηθεί να μην περιλαμβάνεται στην ατζέντα της συνάντησης με τον έλληνα Πρωθυπουργό, γι’ αυτό και ακύρωσε τη συνάντηση. Επειδή ο Μητσοτάκης έδωσε συνέντευξη στο BBC, όπου έθεσε εκ νέου – και μάλιστα με ευθεία γλώσσα – το θέμα της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα, αποκαλώντας «κλοπιμαία» τα σχετικά εκθέματα στο Βρετανικό Μουσείο.
Για εμάς ο 7ος Ελγιν υπήρξε κλέφτης (εκτός του ότι ήταν και τυμβωρύχος) – αλλά όχι μόνο για εμάς. Δύο μεγάλες φυσιογνωμίες της Βρετανίας, για παράδειγμα, ο Λόρδος Βύρων έγραψε το 1813 το ποίημα «Η κατάρα της Αθηνάς» κι αποκάλεσε «κλέφτη» τον Ελγιν. Το επανέλαβε μισόν και πλέον αιώνα αργότερα ο Οσκαρ Ουάιλντ. Ο Μητσοτάκης είπε το ίδιο περίπου: τουτέστιν, δεν το είπαμε μόνο εμείς. Εσείς το είπατε πρώτοι.
Οικογενειακές «παραδόσεις»
Υπάρχουν όμως κι οι οικογενειακές «παραδόσεις». Ο γιος του 7ου Ελγιν, ο 8ος Ελγιν, τον Οκτώβριο του 1860, όταν ήταν πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Κίνα, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Πολέμου του Οπίου, διέταξε τα αγγλοβρετανικά στρατεύματα να κάψουν τα συγκλονιστικά Παλαιά Θερινά Ανάκτορα, ένα τεράστιο συγκρότημα ανακτόρων και κήπων έξω από το Πεκίνο. Τα ανάκτορα καίγονταν επί τρεις μέρες, αφού πρώτα οι στρατιώτες τα λεηλάτησαν.
Είναι τουλάχιστον εξωφρενικό να θεωρεί ο Ρίσι Σούνακ ότι μπορεί να ορίσει τι θα πει ο πρωθυπουργός μιας συμμαχικής χώρας σε συνέντευξή του σε ένα τηλεοπτικό δίκτυο όπως το BBC, όταν τον ρωτούν σχετικά. Να μην απαντήσει για τον «πολιτιστικό βανδαλισμό» του Ελγιν, αφού δεν πρόκειται για μεμονωμένα αγάλματα, αγγεία ή αμφορείς αλλά για τμήματα του Παρθενώνα που αποσπάστηκαν με τη βία; Να λέει διάφορά παραπειστικά προκειμένου να ευχαριστήσει τον κ. Σούνακ αδιαφορώντας για την αλήθεια και το κοινό αίσθημα;
Αυτά είναι πράγματα πρωτοφανή. Ο Σούνακ θα μπορούσε στη συνάντησή του με τον Μητσοτάκη να πει απλώς ότι ο ίδιος είναι εναντίον της επιστροφής των μαρμάρων και από την πλευρά του το θέμα να το τελειώσει εκεί. Προτίμησε τη ρήξη, κι αυτή τού γύρισε μπούμερανγκ. Τους πολιτικούς πόντους δεν τους κέρδισε αυτός, όπως νόμιζε, αλλά ο έλληνας πρωθυπουργός. Ο Σούνακ ως πρωθυπουργός είναι ό,τι οι Αμερικανοί λένε lame duck (κουτσή πάπια), αλλά αυτό ποσώς μας ενδιαφέρει. Είναι υπόθεση των Βρετανών. Δεν θα ήταν όμως περιττό να στείλουν στον ίδιον, στο επιτελείο του στην Ντάουνινγκ Στριτ και στα ΜΜΕ του Ηνωμένου Βασιλείου – όχι η ελληνική κυβέρνηση, αλλά οι διανοούμενοι και ο ακαδημαϊκός κόσμος – το ποίημα «Η κατάρα της Αθηνάς» του Λόρδου Βύρωνα. Χωρίς σχόλια.
Ποιοι ξεχνούν, ποιοι θυμούνται
Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες για το αν ο βρετανός πρωθυπουργός έχει διαβάσει έστω και μία γραμμή από το έργο του Λόρδου Βύρωνα. Κάποιος όμως θα πρέπει να του πει δυο λόγια σχετικά, όπως και για το σπουδαίο έργο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης σε ό,τι αφορά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό: τις άψογες στερεότυπες εκδόσεις των κλασικών ελλήνων συγγραφέων και τις εκπληκτικές σχετικές εργασίες των καθηγητών της (λ.χ. το μνημειώδες – και ανεπανάληπτο – λεξικό της ελληνικής γλώσσας δύο μεγάλων φυσιογνωμιών του 19ου αιώνα, των καθηγητών Χένρι Λιντλ και Ρόμπερτ Σκοτ). Εμείς αυτά δεν τα ξεχνούμε – και είμαστε ευγνώμονες.
Οπως δεν ξεχνούμε ότι μαζί μας πολέμησαν και οι βρετανοί φιλέλληνες στον αγώνα μας της ανεξαρτησίας κι ότι πολλοί από αυτούς βρίσκονται θαμμένοι στα ελληνικά χώματα. Το ξεχνάει όμως ο Ρίσι Σούνακ. Με την ανόητη πράξη του προσέβαλε βαρύτατα όχι μόνον εμάς αλλά και τη μνήμη των Βρετανών που αγωνίστηκαν κι έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία μας. Η κατάρα της Αθηνάς θα τον ακολουθεί για πολλά χρόνια.