Hθοποιός, σκηνογράφος και σκηνοθέτης, ο Ερίκ Ριφ (Eric Ruf, 1969) έχει αναλάβει από το 2014 τη διοίκηση του παλαιότερου θεατρικού οργανισμού που παραμένει εν ενεργεία, της Comédie-Française. Ευτυχής για τη συνεργασία του με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, ο γάλλος καλλιτέχνης βρέθηκε για λιγότερο από 24 ώρες στην Αθήνα καλεσμένος του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Η συζήτηση μαζί του είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον.
– Τι σημαίνει για εσάς η κάθοδος της Comédie-Française στην Επίδαυρο;
 
«Αν και η έννοια του χρόνου είναι διαφορετική, η Comédie, που θεωρείται ο παλαιότερος ενεργός θεατρικός οργανισμός, έρχεται να παίξει σε ένα από τα αρχαιότερα θέατρα του κόσμου. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι αυτά τα δύο ιστορικά μεγέθη δεν συναντήθηκαν ποτέ. Για εμάς, για τους γάλλους ηθοποιούς, είναι πάντα ένα όνειρο να παίξουμε σε ανοιχτό χώρο. Το Φεστιβάλ της Αβινιόν, όπου οι θεατές του ανοιχτού θεάτρου φθάνουν τις 4.000, είναι ήδη μια μεγάλη εμπειρία για εμάς. Σκεφθείτε τις 11.000 ή τις 12.000 της Επιδαύρου… Υπάρχει ένας ενθουσιασμός».
– Εσείς έχετε παρακολουθήσει παράσταση στην Επίδαυρο;
 
«Οχι, κι εγώ καθώς και οι περισσότεροι από εμάς έχουμε πάει ως τουρίστες, έχουμε ρίξει το κέρμα στο άδειο θέατρο. Δεν μπορώ ούτε να φανταστώ πώς θα είναι γεμάτο. Οπότε είναι μια μεγάλη έκπληξη για εμάς. Αλλά και για το γαλλικό κοινό της, λαχταρά να έρθει και να συνδυάσει διακοπές με Επίδαυρο. Ο θίασος θα καταφθάσει μία εβδομάδα νωρίτερα, όπως συνηθίζεται. Ο Ιβο βαν Χόβε που θα σκηνοθετήσει την παράσταση «Ηλέκτρα/Ορέστης» έχει ήδη επισκεφθεί τον χώρο. Ανήκει άλλωστε στους καλλιτέχνες που οργανώνουν με μεγάλη ακρίβεια τη δουλειά τους. Είναι ο ίδιος που έκανε τους «Καταραμένους» του Βισκόντι».
– Πώς έγινε η συγκεκριμένη επιλογή σκηνοθέτη και έργου για την Επίδαυρο;
 
«Καθώς οι «Καταραμένοι» είχαν μεγάλη επιτυχία, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας με τον Ιβο. Ο ίδιος έχει πάντα μια λίστα με έργα κι εγώ από την πλευρά μου σκέφτομαι τι είναι αυτό που ταιριάζει στο κοινό της Comédie. Είχε μεσολαβήσει και η πρόταση του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου για το Ελληνικό Φεστιβάλ. Δεν ήταν εύκολο να φέρουμε τους «Καταραμένους» αλλά σκοπεύαμε με τον Ιβο να προτείνουμε μιαν άλλη παράσταση. Ο Βαγγέλης μάς ζήτησε να σκεφθούμε την πιθανότητα μιας τραγωδίας».
– Στο ρεπερτόριο της Comédie κυριαρχεί το κλασικό έργο. Είναι υποχρεωτικό;
 
«Είναι ένας από τους βασικούς στόχους της Comédie να παρουσιάζει το κλασικό ρεπερτόριο. Ψάχνω τους καλλιτέχνες που με ενδιαφέρουν και τους ζητώ να μοιραστούν μαζί μας τα όνειρά τους, τα έργα που θα ήθελαν να κάνουν. Αλλά θέλω να προτείνουμε και διαφορετικά είδη θεάτρου – από τη μια τους «Καταραμένους» και από την άλλη τις «Κατεργαριές του Σκαπέν» από τον Ντενί Πονταλιντές. Εχω τη χαρά να διοικώ ένα θέατρο που δεν διαλέγει στρατόπεδο. Μπορώ να είμαι όσο κλασικός και όσο μοντέρνος θέλω. Εχω στη διάθεσή μου 60 ηθοποιούς – συνολικά στην Comédie είμαστε 400 άνθρωποι, σαν μια μεγάλη ορχήστρα με όλα τα όργανα».
– Ποιοι είναι βασικοί στόχοι της δικής σας διοίκησης;
«Προσβλέπω σε δύο επιτυχίες, μια εσωτερική και μια εξωτερική. Η εξωτερική έχει να κάνει με το κοινό που θέλουμε να επιστρέφει και να γεμίζει το θέατρο και τους κριτικούς, και από την άλλη έχουμε την εσωτερική. Εχω ανάγκη να βλέπω τους ηθοποιούς να παίζουν, να συναντούν και να συνεργάζονται με μεγάλες προσωπικότητες του θεάτρου και να εξελίσσονται. Απολαμβάνω τους μεγάλους ξένους σκηνοθέτες που έρχονται στην Comédie και μετά λένε ότι η Comédie δεν είναι ένα ίδρυμα αλλά ένα αληθινό θέατρο. Θαυμάζω πολύ τον Τόμας Οστερμάγερ και τον Ιβο βαν Χόβε».
– Εχετε αυστηρούς κανόνες;
«Ναι. Ο ηθοποιός στην Comédie ανήκει στον θίασο αλλά είναι και μονάδα. Αυτή είναι η χαρά και η δυσκολία μας. Να είσαι μαζί και μόνος μέσα στην τέχνη σου. Και πρέπει να έχουν και τις δύο ποιότητες, κι ας είναι ενίοτε αντικρουόμενες. Η υπόκλιση γίνεται πάντα σε γραμμή, ποτέ ο πρώτος ρόλος δεν έρχεται να υποκλιθεί μόνος ούτε διαφέρει ο τρόπος που αναγράφονται τα ονόματα του θιάσου – είτε είναι σταρ του σινεμά είτε όχι…
Μπορεί αυτός που θα παίξει τον Σιρανό ντε Μπερζεράκ να βγάλει λιγότερα λεφτά από εκείνον που θα κάνει τέσσερις-πέντε ρόλους μέσα στην παράσταση, γιατί πολλαπλασιάζονται οι αμοιβές του. Είμαστε πολύ μακριά από τους όρους της αγοράς. Εχουμε το δικό μας σύστημα. Φιλοδοξία μας είναι να διατηρήσουμε όλα μας τα χαρακτηριστικά, που είναι συστατικά του θεάτρου μας, και συγχρόνως να μην κλειστούμε στον εαυτό μας, να είμαστε ανοιχτοί στον κόσμο.
Η συνήθης αντίδραση των πολιτικών για ένα θέατρο που ιδρύθηκε το 1680 είναι ότι πρέπει να ανανεωθεί, να εκσυγχρονιστεί. Κάποιοι θέλουν να κάνουν αλλαγές αμέσως, ενώ, ευτυχώς, κάποιοι άλλοι συνειδητοποιούν ότι η Comédie εκφράζει ένα μοντέλο ισορροπίας. Μήπως επειδή κρατά τόσους αιώνες είναι τελικά μοντέλο προς μίμηση;».
– Ποια είναι η αμοιβή των ηθοποιών σας;
«Ο μισθός έχει μεγάλη γκάμα. Ξεκινά από περίπου 1.000 ευρώ και μπορεί να φθάσει ως τα 3.500 ευρώ. Εχουμε και τα λεγόμενα «ξύλα» – μια έκφραση που χρησιμοποιούσαμε από παλιά, την εποχή που χρειαζόταν να ανάβουν ξύλα για να ζεσταθούν οι ηθοποιοί και να παίξουν. Τώρα σε κάθε παράσταση ο ηθοποιός κερδίζει ένα «ξύλο», σαν επιμίσθιο, που είναι από 50-60 ευρώ ως 110 ευρώ. Οπότε όποιος παίζει σε πολλές παραστάσεις μπορεί μέχρι και να διπλασιάσει τον μισθό του. Οι ηθοποιοί μας δουλεύουν πολύ και συνέχεια – κάποιοι δίνουν μέχρι και 14 παραστάσεις την εβδομάδα, μεταξύ των οποίων μέχρι και έξι το Σαββατοκύριακο. Εννοείται ότι οι αμοιβές μας δεν έχουν καμία σχέση με εκείνες του ελεύθερου θεάτρου. Αλλά ούτε και τα συμβόλαια διαρκείας που δίνουμε».
– Ποιος είναι σήμερα ο ρόλος του θεάτρου;
«Της διπλωματίας. Και η Comédie το ξέρει αυτό. Κατά καιρούς μάς καλούν στο υπουργείο Εξωτερικών για να μας προτείνουν να περιοδεύσουμε στη μία ή την άλλη χώρα. Και έτσι κάνουμε… Θα πάμε στο θέατρο Μπάρμπικαν του Λονδίνου για παραστάσεις, βλέπετε υπάρχει το Brexit. Οταν οι κυβερνήσεις δεν συμφωνούν, τα μεγάλα κείμενα λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος. Δεν μπορούμε ποτέ να κατηγορήσουμε τον Μολιέρο, τον Σαίξπηρ ή τον Κορνέιγ για αυτά που λένε, κι ας αφορούν το σήμερα. Γιατί τα έχουν γράψει χρόνια ή αιώνες πριν.
Το θέατρο δεν κάνει επανάσταση, ξυπνά συνειδήσεις. Για μένα δεν είναι η τέχνη του παρόντος. Εχει συνέχεια. Πάρτε για παράδειγμα την Ηλέκτρα και τον Ορέστη. Οταν εκδιώχνονται από την οικογένειά τους, η βία έρχεται ως φυσικό αποτέλεσμα. Αυτά δεν είναι τα θέματα που μας απασχολούν σήμερα; Πολλές φορές δεν μπορούμε να δούμε το παρόν, γιατί τρέχει. Οταν όμως ακούσουμε παλαιότερα κείμενα,  συνειδητοποιούμε ότι δεν κάναμε ούτε ένα βήμα μπροστά. Ετσι καταλαβαίνουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι της γενιάς μας, αλλά του κόσμου, από τις απαρχές του».
– Εχετε αγωνία για τις γεμάτες αίθουσες;
 
«Eίμαι υποχρεωμένος να γεμίζω τις αίθουσες. Ζω σε μια τυχερή χώρα που στηρίζει τον πολιτισμό και την κουλτούρα της. Πλάι στην επιχορήγηση των 24  εκατ. ευρώ έχω να αντιμετωπίσω το μισθολογικό βάρος των 29 εκατ. ευρώ. Πρέπει να καλύψω τη διαφορά, προτού καν σκεφθώ την παραγωγή. Οπότε με ενδιαφέρουν και το ταμείο και τα εισιτήρια. Ξέρω όμως ότι η επιτυχία μιας παράστασης δεν πάει μαζί με το γεμάτο θέατρο. Στόχος είναι ο συνδυασμός».
– Κύριε Ριφ, γιατί τελικά πάμε στο θέατρο;
 
«Οσο ο άνθρωπος περιορίζεται στην κοινωνία της οθόνης τόσο το θέατρο θα έχει μέλλον. Στο θέατρο έρχεται κανείς για να καταλάβει αλλά και να αναπνεύσει, να αισθανθεί».