Στην πρώτη του παράσταση στην Ελλάδα, ο ιταλός σκηνοθέτης Αντόνιο Λατέλα (γεν. 1967), ανεβάζει στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν – Φρυνίχου τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Ουίλιαμς (πρεμιέρα 23/10). Αφορμή στάθηκε η γνωριμία του με τη Μαρία Καλλιμάνη, που θα ερμηνεύσει τον ρόλο της μητέρας.
Σκηνοθέτης στο «Πίκολο Τεάτρο» του Μιλάνο, παράλληλα με τη διεθνή του καριέρα – διευθυντής στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου στην Μπιενάλε της Βενετίας (2017-2020) – ο Λατέλα διατηρεί και δική του θεατρική ομάδα.
Ολα ξεκίνησαν από τη γνωριμία σας με τη Μαρία Καλλιμάνη…
«Με τη Μαρία γνωριστήκαμε πριν από λίγα χρόνια. Δεν ήξερα καν ότι είναι ηθοποιός, ούτε εκείνη ότι είμαι σκηνοθέτης. Κάποια στιγμή πήγα σε μια παράστασή της και σκέφτηκα ότι θα μου άρεσε να δουλέψω μαζί της. Πέρασαν τέσσερα χρόνια. Είχα ήδη κάνει το «Λεωφορείο ο Πόθος» στην Ιταλία. Μου άρεσε η ιδέα να ξαναδουλέψω με τον Ουίλιαμς, μαζί και μια ωραία ευκαιρία να κάνει η Μαρία την Αμάντα. Μια Αμάντα πολύ διαφορετική από την κλασική εικόνα που έχουμε. Σιγά-σιγά ανακαλύπτουμε την καινούργια Αμάντα».
Τι σας ελκύει στο έργο;
«Αυτό που μου αρέσει να κάνω περισσότερο είναι να μελετώ τη ζωή του συγγραφέα. Ενα πολύ ισχυρό στοιχείο του Ουίλιαμς είναι η σχέση με τη μητέρα και την αδελφή του. Είχε μια αδελφή που η μητέρα τους την έκλεισε σε ψυχιατρείο και έκανε ηλεκτροσόκ. Ο Ουίλιαμς δεν συγχώρησε ποτέ τον εαυτό του που δεν έκανε κάτι για να τη σώσει, στοιχείο που είναι παρόν σε όλα του τα κείμενα. Αυτή η ενοχή, αυτές οι τύψεις, εδώ είναι πολύ δυνατή. Είναι τόσο δυνατή η σχέση ανάμεσα στο κείμενο και στη βιογραφία του Τενεσί Ουίλιαμς».
Πώς δουλεύετε;
«Για μένα είναι σημαντικό να βρω αυτό που θέλει να υποδηλώσει ο συγγραφέας. Και λέει κάποια πράγματα που σου επιτρέπουν να ανοίξεις το κείμενο με έναν τελείως νέο τρόπο. Λέει ότι το έργο είναι μνήμη. Αρα είναι κάποιος που θυμάται. Ο Τομ θυμάται. Ολα είναι αναμνήσεις του Τομ, σαν να ‘χει γράψει το θεατρικό ο ίδιος ο Τομ – «είμαι αφηγητής και χαρακτήρας του έργου» λέει στην αρχή. Κι αυτό μας κάνει να καταλάβουμε ότι τίποτα δεν είναι ρεαλιστικό. Ολο είναι μια φαντασία, μια ανάμνηση.
Στα ιταλικά υπάρχει μια ωραία φράση που λέει ότι οι αναμνήσεις είναι η συγκινητική ή, συχνά, η αξιολύπητη πλευρά της μνήμης. Γιατί το πιο σημαντικό είναι η μνήμη, όχι οι αναμνήσεις. Οι αναμνήσεις είναι υποκειμενικές, ένας τρόπος να βλέπουμε τα πράγματα. Επίσης είναι πολύ σημαντικό για μένα τι είναι η διαφάνεια, το γυαλί. Γιατί η αδελφή του ζει μέσα σ’ αυτόν τον διάφανο κόσμο. Εγώ το φτάνω λίγο στα άκρα. Δεν υπάρχει τίποτα στη σκηνή, μόνο οι ηθοποιοί. Και προσπαθώ να φέρω τους ηθοποιούς σε ένα καθεστώς διαφάνειας. Σαν να κατασκοπεύουμε κάποιες πραγματικότητες από την κλειδαρότρυπα. Αλλά όλα αυτά είναι το πώς τα βλέπει ο Τομ, που στην πραγματικότητα είναι ο Τενεσί Ουίλιαμς».
Δεν είναι και εύθραυστοι;
«Ο Ουίλιαμς μιλάει γι’ αυτή την ευθραυστότητα. Το γυαλί μοιάζει με κάτι πολύ δυνατό, ισχυρό, αλλά ανά πάσα στιγμή μπορεί να σπάσει. Αυτό συμβολικά είναι η Λόρα, η αδελφή του. Και για τον συγγραφέα είναι η πιο δυνατή της οικογένειας. Συνήθως παρουσιάζεται αδύναμη, εύθραυστη, αλλά εγώ γι’ αυτό το έργο τη χρειάζομαι δυνατή. Το θηλυκό στοιχείο είναι πολύ έντονο, όπως το εκφράζει η μητέρα. Για μένα είναι λίγο η γυναίκα πριν την Μπλανς, η αμερικανική εκδοχή της «Μάνας Κουράγιο». Αυτές οι γυναίκες είναι που κρατάνε όρθιες τις οικογένειες».
Η γλώσσα δεν είναι πρόβλημα;
«Κάθε χρόνο κάνω δύο παραστάσεις εκτός Ιταλίας. Δουλεύω με Ρώσους, Γάλλους, Γερμανούς, Ισπανούς… Στην αρχή με φόβιζε. Αλλά με την εμπειρία κατάλαβα ότι πρόκειται για ένα παιχνίδι. Εκτός από σκηνοθέτης είμαι και παιδαγωγός. Θα σας δώσω ένα μικρό παράδειγμα. Είμαστε σε μια παραλία στην Ελλάδα. Παιδάκια από διάφορες χώρες που δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα παίζουν μαζί, γιατί υπάρχει η γλώσσα του παιχνιδιού. Το ίδιο και στο θέατρο. Υπάρχει η γλώσσα του θεάτρου. Επί είκοσι χρόνια ήμουν και ηθοποιός – βοηθάει. Προφανώς δεν είναι θέμα γλώσσας, αλλά κουλτούρας. Για μένα η γλώσσα είναι κουλτούρα. Υπάρχουν κάποιες περιοχές που ούτε εγώ καταλαβαίνω ούτε ο ηθοποιός – μια ουδέτερη ζώνη. Αυτή είναι η ζώνη της δημιουργίας. Εκεί γεννιέται κάτι που δεν το περιμένει ούτε ο ηθοποιός ούτε ο σκηνοθέτης. Κι όταν συμβεί, αν συμβεί, είναι πολύ όμορφο».
«Υπάρχει μια αξιοπρέπεια στον τρόπο που οι έλληνες ηθοποιοί κάνουν θέατρο, κι αυτό σε πολλές χώρες έχει πια χαθεί – κυρίως στις πλούσιες χώρες»
Πώς είναι να δουλεύετε με έλληνες ηθοποιούς;
«Θεωρώ ότι οι έλληνες ηθοποιοί έχουν τεράστια αξιοπρέπεια – κάτι πέρα απ’ το ταλέντο τους. Υπάρχει μια αξιοπρέπεια στον τρόπο που κάνουν θέατρο, κι αυτό σε πολλές χώρες έχει πια χαθεί – κυρίως στις πλούσιες χώρες».
Συνήθως διασκευάζετε κλασικά έργα. Γιατί;
«Είναι σύνθετο το θέμα αυτό. Για μένα είναι πολύ σημαντική η γραφή, η συγγραφή. Εχει νόημα να ανεβάσουμε κλασικά κείμενα, αρκεί να αναλάβουμε την ευθύνη να απευθυνθούμε στη νέα γενιά. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τι συμβαίνει στους νέους του 21ου αιώνα. Κι εγώ κάνω ό,τι μπορώ για να τους μιλήσω. Γι’ αυτό θέλω να δουλεύω με νέους. Με βοηθούν να έχω επαφή με την πραγματικότητα, που δυστυχώς, εμείς οι σκηνοθέτες, ξεχνάμε. Εγώ δεν δουλεύω πάνω σε κάποια μέθοδο. Δουλεύω πάνω στη συνάντηση με τον ηθοποιό. Και παρότι είμαι υπέρ της σύγχρονης δραματουργίας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στα κλασικά κείμενα υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος που δεν έχει δει αυτό το συγκεκριμένο έργο. Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι μιλάω σε αυτόν τον έναν. Είναι θεμελιώδης η σχέση με το κοινό».
Ποια χώρα δίνει τον τόνο στο ευρωπαϊκό θέατρο;
«Στην τριετία που ήμουν καλλιτεχνικός διευθυντής στην Μπιενάλε της Βενετίας ταξίδεψα πολύ. Είδα πολλές παραστάσεις, πρόβες. Η χώρα που είναι η καρδιά του θεάτρου είναι η Γερμανία. Κάνουν πολλή έρευνα, προωθούν τους νέους ηθοποιούς – έχω δει πολύ σημαντικά πράγματα στη Γερμανία. Αλλά υπάρχει ένα αλλά. Δεν είναι αποδεκτό τον θεατρικό νόμο να τον υπαγορεύουν οι χώρες που έχουν τα περισσότερα χρήματα. Γιατί ενίοτε αυτές οι χώρες είναι λίγο κακομαθημένες. Μπορούν για μια παράσταση να ξοδέψουν 1,2 εκατομμύρια ευρώ, οπότε πρέπει να είναι ωραία – και μερικές φορές δεν είναι.
Ομως τι σημαίνει να ασχολείσαι με το θέατρο σε χώρες που δεν υπάρχουν χρήματα; Τι είδους ενέργεια υπάρχει εκεί; Το θέατρο πλέον έχει φτάσει στα άκρα, δεν είναι πια παράσταση αλλά οπτική, εικαστικά, όπως και στη σύγχρονη τέχνη, όπου περνάμε σε μια απεικόνιση. Φτάσαμε στο βίντεο, στην περφόρμανς. Αλλά τώρα μάλλον επιστρέφει μια οικονομική κρίση. Οταν έγραψε το έργο ο Ουίλιαμς ήταν σημαντικό να υπάρξει μια διάρρηξη στη θεατρική γραμματική. Σήμερα είναι σημαντικό να επιστρέψουμε σε αυτή τη θεατρική γραμματική. Οχι στην παράδοση, στη γραμματική της».
Αρα για εσάς θέατρο σημαίνει κείμενο και ηθοποιός – απαραίτητα και σκηνοθέτης…
«Για μένα το πρώτο είναι οι ηθοποιοί, το δεύτερο οι συγγραφείς – η σειρά μπορεί να αντιστραφεί. Ο σκηνοθέτης πρέπει να δημιουργήσει μια αρμονική σύνδεση αυτών των δύο κόσμων».