Από τους ηθοποιούς που ξεχώρισαν νωρίς και εξελίσσονται διαρκώς, ο Νίκος Ψαρράς βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, με επιλογές, συνεργασίες, έργα. Την εφετινή σεζόν είναι στο θέατρο Χώρα με το «True West» (1980) του Σαμ Σέπαρντ, το οποίο σκηνοθετεί η γυναίκα του, Ελενα Καρακούλη. Μια ιστορία δύο αδελφών ή το τέλος του αμερικανικού ονείρου.
Ποιο θέμα πραγματεύεται το έργο;
«Ο Σαμ Σέπαρντ ήθελε να κάνει κριτική στον καπιταλισμό, στη φθορά του, στην ανέχεια. Κυρίως όμως ήθελε να ασχοληθεί με το τέλος του αμερικανικού ονείρου. Τα δύο αδέλφια προέρχονται από μια δύσκολη οικογένεια, που τα μεγάλωσε με στερήσεις, ξύλο. Είχαν έναν πατέρα που τους εγκατέλειψε νωρίς, γιατί δεν άντεχε την οικογενειακή ζωή και πήγε να ζήσει μόνος του στην έρημο. Και μια μάνα που, αρχικά, τη βρίσκουμε να έχει πάει ταξίδι στην Αλάσκα, ψάχνοντας για μια τελευταία ελπίδα – και δεν τη βρίσκει».
Μιλήστε μου για αυτά τα δύο αδέλφια…
«Ο Λι, ο μεγαλύτερος, είναι σαν να συμβολίζει την παλιά αμερικανική Δύση και ο νεότερος, ο Οστιν, τη νέα. Συγκρούονται βίαια. Το έργο έχει μέσα και το Χόλιγουντ, το σενάριο, την τέχνη – τι πουλάει. Ο νέος αδελφός θέλει να πουλήσει αισθηματικές ταινίες, ο μεγαλύτερος γουέστερν. Είναι ένα πολύ βαθύ έργο. Οταν το πρωτοδιαβάζεις, γελάς, συγκινείσαι. Δεν καταλαβαίνεις τι υλικό κρύβει από κάτω, πόσο πνευματικός άνθρωπος ήταν ο Σέπαρντ. Εντελώς εγωιστικά θα πω ότι είναι ρόλοι που χαίρεσαι να παίζεις. Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο είναι βασική ύλη εργασιών στο Actor’s Studio και στις δραματικές σχολές της Αμερικής».
Είναι μια επιστροφή στο σπίτι;
«Ο καθένας επιστρέφει για διαφορετικούς λόγους. Ο Λι που υποδύομαι, εξαφανισμένος χρόνια, γυρίζει για να κλέψει ηλεκτρικές συσκευές από τη γειτονιά του. Τυχαία βλέπει τον αδελφό του εκεί. Ο μικρός, ο Οστιν, θέλει ησυχία για να γράψει το μεγάλο σενάριο της ζωής του, τη μεγάλη του επιτυχία. Το περιβάλλον είναι ιδανικό. Το μόνο που ακούμε είναι μια ασφυκτικά απειλητική φύση με κογιότ και τριζόνια.
Σύμφωνα με τον Σέπαρντ, όλα αυτά, στην τελευταία σκηνή, παύουν να υπάρχουν και η έρημος είναι σαν να έχει εισβάλει στο σπίτι. Γιατί κάπου στη μέση του έργου τα δύο αδέλφια αλλάζουν χαρακτήρες – ωραίο και δύσκολο. Ο Σέπαρντ ήθελε να γράψει για τη διπλή φύση του ανθρώπου, του εαυτού του. Ο επιτυχημένος συγγραφέας που ζούσε και δούλευε στο Χόλιγουντ είχε πάντα μέσα του έναν κλεφτράκο. Και ο πατέρας του ήταν ακριβώς ο πατέρας του έργου – τους εγκατέλειψε. Είναι αυτοβιογραφικό».
Χόλιγουντ και Ελλάδα: χωράει σύγκριση;
«Αυτή η δουλειά είναι η ίδια παντού. Ολοι όταν ξεκινάμε είμαστε πολύ αθώοι. Εχω ζήσει στο Χόλιγουντ τεσσεράμισι χρόνια, γνωρίζω καλά αυτή τη βιομηχανία. Μπαίνεις με μεγάλη λαχτάρα να παίξεις μεγάλους ρόλους, να γίνεις αναγνωρίσιμος, να σε χειροκροτήσουν, να σε αποδεχτεί το σινάφι σου. Το κοινό είναι πάντα καλοπροαίρετο. Οι συνάδελφοί σου πάντα καχύποπτοι, αλλά μόλις σε αποδεχτούν αυτό σημαίνει πολλά. Οτι είσαι καλός συνάδελφος, καλός ηθοποιός, εύκολος στη συνεργασία. Είναι πολλοί οι παράγοντες που λένε «αυτόν τον θέλω στον θίασο».
Υπάρχει κι ένα άλλο μεγάλο κομμάτι που είναι οι παραγωγοί, οι οποίοι μέσα σε αυτά τα 30 χρόνια που δουλεύω έχουν αλλάξει πολλές φορές. Ειδικά στη δεκαετία της κρίσης είδαμε παραγωγούς-φωτεινούς κομήτες, πολλά υποσχόμενους, να έρχονται, να φεσώνουν κόσμο και να εξαφανίζονται. Γρήγορα όμως κυκλοφορεί μεταξύ μας το τι εστί ένας νέος παραγωγός. Αν δεν αξίζει, το ίδιο το σύστημα τον πετάει έξω, αλλά μέχρι τότε έχουν περάσει δύο-τρία χρόνια και η ζημιά έχει γίνει. Πολλοί συνάδελφοι τρέχουν στα δικαστήρια για τα δεδουλευμένα τους».
Ο χαρακτήρας ή το ταλέντο καθορίζει τον ηθοποιό;
«Το ταλέντο συμπεριλαμβάνει πολλά πράγματα. Μπορεί να είναι ένας πολύ καλός ηθοποιός αλλά να μην είναι καλής πάστας άνθρωπος – δύστροπος, περίεργος –, οπότε δεν τον διαλέγουν εύκολα. Προτιμούν έναν λιγότερο ταλαντούχο που θα περάσουν καλά παρά κάποιον που θα τους δυσκολέψει».
Από τον Αγαμέμνονα της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» στον Λι: δύσκολο το πέρασμα;
«Ο Λι δεν πρέπει να έχει καμία σχέση με τον Αγαμέμνονα. Πρέπει να έχει μια τελείως άλλη κοσμοθεωρία, από το πώς περπατάει, μιλάει, σκέφτεται. Αυτή είναι η δυσκολία αλλά και όλη η γοητεία της δουλειάς. Το να βλέπεις τον Νίκο Ψαρρά να περιφέρεται από σκηνή σε σκηνή, να λέει διαφορετικά λόγια αλλά να είναι ο ίδιος δεν έχει κανένα ενδιαφέρον, κατ’ αρχάς για μένα και πολύ περισσότερο για αυτούς που θα έρθουν να με δουν. Οταν σου λένε «ήσουν αλλιώτικος σήμερα», νομίζω ψηλώνουμε δέκα πόντους. Αυτό θέλουμε».
Συνεργάζεστε με τον Μάρκο Παπακωνσταντάκη στην παράσταση και στην τηλεόραση. Ετυχε;
«Ο Μάρκος – ήμασταν μαζί στη «Μάγισσα» κι έχουμε γίνει πολύ καλοί φίλοι – ήθελε να κάνει κάτι θεατρικό με μένα κι έκανε ο ίδιος πρόταση στην Ελενα. Οταν ο Μίλτος Σωτηριάδης από το Θέατρο του Νέου Κόσμου ζήτησε συνεργασία από την Ελενα για το Χώρα, αρχίσαμε έρευνα για το τι θα μπορούσε να βρεθεί για μένα και τον Μάρκο. Με τον Νέστορα Κοψιδά ήμασταν επίσης μαζί στη «Μάγισσα». Οσο για την Αλεξάνδρα Παντελάκη, ήταν ιδανική για αυτόν τον ρόλο – δεν ξέραμε ότι είχε παίξει τον ίδιο ρόλο πριν χρόνια στο Θέατρο Εξαρχείων.
Επί σκηνής έχουμε και τον μουσικό Μίκη Παντελούς, μια μορφή μέσα στην έρημο – ο πατέρας. Τις μουσικές γράφει ο Θοδωρής Οικονόμου, ωραίος μαέστρος. Οσο για την τηλεοπτική «Διάφανη αγάπη» εφέτος, τυχαία προέκυψε να είμαστε πάλι μαζί. Οταν ήταν να αποφασίσω σε ποιο σίριαλ θα πάω από αυτά που μου είχαν προτείνει, τη διάλεξα. Τον Μάρκο τον εκτιμώ πολύ, θεωρώ ότι εφέτος θα είναι η χρονιά του».
Σας σκηνοθετεί η γυναίκα σας, η Ελενα Καρακούλη. Πώς είναι η συνεργασία;
«Κάθε φορά είναι πολύ ωραίο και πολύ δύσκολο ταυτόχρονα, γιατί υπάρχει κι ένα σπίτι από πίσω, που μένει στην άκρη, κι αυτό δεν είναι εύκολο για κανέναν μας, ούτε για τον Πάνο, τον γιο μας. Αλλά πάντα με την Ελενα νιώθω την ασφάλεια ότι δεν θα με αφήσει να κάνω τις ευκολίες μου. Μαζί ψάχνουμε τα έργα. Μετά την παρακολουθώ πώς μεταφράζει, πώς διασκευάζει, πώς ξεπερνά τις δυσκολίες. Αυτά δεν τα ζούμε με άλλους σκηνοθέτες. Η πρόβα μαζί της δεν τελειώνει ποτέ. Η Ελενα δίνει χώρο στον εαυτό της να ψαχτεί, να διαβάσει, κάνει όλη την έρευνα – μεγάλο δώρο για εμάς που παίζουμε».
Αναφερθήκατε στον γιο σας. Τι σκέφτεστε για τη βία ανηλίκων;
«Κάθε φορά που ακούω για βία και παιδιά, σκέφτομαι αμέσως τι γονείς έχουν και πού είναι αυτοί οι γονείς. Νομίζω ότι εκεί είναι το μυστικό. Βεβαίως παίζουν ρόλο και οι εικόνες από το Διαδίκτυο, αλλά η δουλειά του γονιού είναι να είναι κοντά στο παιδί, να του δείχνει το σωστό και το λάθος. Τα παιδιά μιμούνται. Συχνά φράσεις ολόκληρες που λένε ανήκουν σε εμάς. Θα στενοχωριόμουν πολύ περισσότερο αν ο γιος μου ήταν αυτός που ασκεί βία, γιατί θα σήμαινε ότι έχω κάνει ένα τεράστιο λάθος στο πώς τον μεγαλώνω. Αλλά ούτε δέχομαι να δέχεται βία».
Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr