Ολα παίζονται, όλα μπορούν να συμβούν. Αν είσαι πιτσιρικάς και εκ των πραγμάτων μεγαλώνεις μέσα στον χώρο του θεάτρου, ενδέχεται και να το λατρέψεις και να το σιχαθείς. Πάντως, στην περίπτωση του 27χρονου Δημήτρη Φιλιππίδη, η πορεία προς την υποκριτική δεν ήταν όσο γραμμική φαντάζει με μια γρήγορη εξωτερική ματιά.
«Από πολύ μικρός, αναπόφευκτα, είχα εξοικειωθεί με το πώς φτιάχνεται και το πώς ανεβαίνει ένα έργο. Ομως, ευτυχώς, σαγηνεύτηκα και ως ανυποψίαστος θεατής αργότερα, στην εφηβεία μου, παρακολουθώντας μια παράσταση στο Λονδίνο.
Με σημάδεψε, τη θυμάμαι ακόμα. Μέχρι και το λύκειο, η αλήθεια είναι, δεν ήθελα καθόλου να ασχοληθώ με την υποκριτική. Τότε ήταν ακριβώς (στο πλαίσιο του δραματικού ομίλου στο σχολείο, με την πρώτη μου δασκάλα Αγγελική Γκιργκινούδη) που έγινε σε μένα το καθοριστικό κλικ, δεν ήταν δηλαδή όλο τόσο προδιαγεγραμμένο» εξηγούσε τις προάλλες στο ΒΗΜΑ ο νεαρός ταλαντούχος ηθοποιός, τον οποίο συναντήσαμε σε ένα καφέ στο Παγκράτι.
«Εντάξει, μπασκετμπολίστας ήθελα να γίνω, αλλά δεν πήγε πολύ καλά αυτό» είπε και γέλασε αυθόρμητα. «Κράτησα, παρ’ όλα αυτά, την πειθαρχία του αθλητισμού, εξακολουθεί να είναι χρήσιμη» συνέχισε.
Ο ίδιος (υποψήφιος πρόσφατα και για το Θεατρικό Βραβείο Δημήτρης Χορν) περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα με τον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου, σε διασκευή και σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη (πρωταγωνιστεί επίσης) και Μανώλη Δούνια.
Με αφορμή τη συμμετοχή του στην παράσταση (δίπλα στις Αθηνά Μαξίμου, Μυρτώ Αλικάκη κ.ά.) ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της εφημερίδας ο ηθοποιός Δημήτρης Φιλιππίδης.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Υπάρχει μια έντεχνη ασάφεια στο αν ο Αργκάν, ο κεντρικός ήρωας, είναι όντως άρρωστος ή υποδύεται τον άρρωστο. Επιπλέον, δεν είναι σαφές γιατί τα κάνει όλα αυτά, τι του λείπει, τι θέλει. Το να μην καταλαβαίνεις απολύτως τι συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια αποδεικνύεται μερικές φορές συναρπαστικό.
Εννοείται βέβαια ότι μιλάμε για καραμπινάτη κωμωδία, με το χιούμορ και τον σαρκασμό που ταιριάζουν σε κάθε μορφή υποκρισίας, αλλά έχω την αίσθηση ότι, εν προκειμένω, η προσέγγιση αναδεικνύει ακόμα και τις πιο σκοτεινές πλευρές του μολιερικού κειμένου με ευθύ και αφοπλιστικό τρόπο. Ο Πιργκόν, ο δικός μου ρόλος σε αυτή την εκδοχή του έργου, είναι η συμπύκνωση τριών άλλων ρόλων.
Ενσαρκώνω, θα έλεγα, ένα απίστευτο συνονθύλευμα καθαρμάτων» ανέφερε ο Φιλιππίδης. «Αυτός ο άνθρωπος είναι υποχθόνιος, αδίστακτος και επικίνδυνος. Ως ηθοποιός όμως, οφείλω κάπως να τον δικαιώσω μέσα μου αυτόν τον ρόλο για να τον ερμηνεύσω, δεν γίνεται αλλιώς.
Μου αρέσει η κωμωδία, είναι πρόκληση, πρέπει να έχεις (και να διατηρείς) αμεσότατη επαφή με το κοινό» συμπλήρωσε.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Λοιπόν, «μετά το κλικ», το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, ο Φιλιππίδης παρακολούθησε ένα θεατρικό summer school στο Πανεπιστήμιο Columbia στη Νέα Υόρκη. «Περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, ερμηνεία σονέτων του Σαίξπηρ.
Τι να πω, η εμπειρία ήταν αποκαλυπτική… Και άρχισα έκτοτε να συνειδητοποιώ ότι στο θέατρο υπήρχε το νόημα που εγώ αναζητούσα. Οπότε έπρεπε να αποφασίσω πού θα συνεχίσω, στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα. Εδωσα εισαγωγικές εξετάσεις σε τρεις δραματικές σχολές, πέρασα και στις τρεις και, τελικά, προτίμησα το Εθνικό Θέατρο».
Νωρίτερα ο Δημήτρης Φιλιππίδης είχε περάσει ως φοιτητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, πλην όμως, «τώρα χρωστάω πολλά μαθήματα εκεί». Αλλωστε, η επιλογή του ήταν ανέκαθεν καθαρή.
«Από το Εθνικό Θέατρο αποφοίτησα το 2020. Τα χρόνια αυτά ήταν για τη σχολή μεταβατικά και, εκτός αυτού, συνέπεσαν με την πανδημία. Ηταν χρόνια περίεργα και φορτισμένα και δύσκολα. Συνάντησα όμως ανθρώπους, καθηγητές με τους οποίους γίναμε και συνάδελφοι κατόπιν, οι οποίοι έχουν αφήσει πάνω μου το φωτεινό τους αποτύπωμα, πρακτικά και πνευματικά, ανθρώπους που ευγνωμονώ και οι ίδιοι το ξέρουν».
Ο καβγάς και ο Λιβαθινός
Στις απαρχές της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του Δημήτρη Φιλιπππίδη υπάρχει «ένας φοβερός καβγάς», που ξέσπασε ύστερα από «την προσβλητική συμπεριφορά» μιας άλλης καθηγήτριάς του στο Εθνικό Θέατρο.
«Ημουν έξαλλος, κυκλοφορούσα ημίγυμνος στο προαύλιο, προσπαθούσα να ηρεμήσω. Τότε με πλησίασε ο Στάθης Λιβαθινός, ο οποίος δεν ήταν καθηγητής μου, κουβέντιασε μαζί μου ήρεμα και με προέτρεψε ευγενικά να διαχειρίζομαι πιο συνετά το νευρικό μου σύστημα γιατί είναι κρίσιμο μέγεθος για τη δουλειά που θέλω να κάνω.
Οταν λίγο μετά, μου πρότεινε διά ζώσης να συνεργαστούμε, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Νομίζω ότι ανήκει στους ελάχιστους ανθρώπους και σκηνοθέτες σε αυτή τη χώρα που πιστεύουν πραγματικά σε τέτοιου είδους ευκαιρίες».
Και κάπως έτσι, «μετά από κοπιαστική και γόνιμη δουλειά σε πεντάμηνες πρόβες», ο Δημήτρης Φιλιππίδης έφτασε να ερμηνεύσει με θαρραλέο και ωραιότατο μέτρο τον ρόλο του νεαρού ιδεαλιστή Τσάτσκι στο έργο του Αλεξάντρ Γκριμπογέντοφ «Συμφορά από το πολύ μυαλό» (2021, Θέατρο Οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής»).
Τα υπόλοιπα είναι μια ιστορία που εξελίσσεται, η ιστορία ενός πολλά υποσχόμενου ηθοποιού, μιας αυτόνομης, δίχως αμφιβολία, καλλιτεχνικής προσωπικότητας. «Επρεπε, επειδή κάποιοι άνθρωποι δεν με ήθελαν, επειδή ακριβώς έχω το επίθετο που έχω, να διανύσω μια μεγαλύτερη απόσταση για να διεκδικήσω (από την ανάποδη, όσο κι αν φαίνεται παράξενο) τη δική μου θέση σε συνθήκες αξιοκρατίας.
Ως άνθρωπος άλλωστε, γενικότερα, δεν ζητάω εύκολα βοήθεια. Κοιτάξτε, το αντιλαμβάνομαι, υφίσταται μια προκατάληψη, είμαι συμφιλιωμένος με αυτό, πως οτιδήποτε κι αν κάνω, θα φέρει πάνω του – και εντελώς συνειρμικά εδώ που τα λέμε, όχι αναγκαστικά από κακόβουλη διάθεση – μια ακόμα επίστρωση που θα συνδέεται με την οικογένειά μου, με τον πατέρα μου.
Ποιος ξέρει, είναι ίσως και ανέφικτο να με δουν ως ηθοποιό καθολικά και ανεξάρτητα. Δεν αισθάνομαι αδικημένος πάντως, ακόμα και σήμερα, μετά από όλα όσα έχουν συμβεί. Από την άλλη μεριά, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι μου έχει κοστίσει ήδη αρκετές δουλειές το επίθετό μου.
Τι να γίνει, έτσι είναι. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι ευθυνόφοβος δεν υπήρξα ποτέ και ελπίζω αυτό να μην αλλάξει στο μέλλον» τόνισε ο Δημήτρης Φιλιππίδης.
Κατά τα λοιπά, «δεν βιάζομαι και θέλω να έχω διάρκεια σε αυτό που κάνω, το ζητούμενο όμως για μένα είναι να αποτελώ κομμάτι ενός θεάτρου που απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν έχουν σημεία αναφοράς, ανεξαρτήτως ηλικίας. Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν ακούν, αλλά ότι δεν τους απευθύνεται κανείς. Ας το κάνουμε οι νεότεροι με ειλικρίνεια, με κάποιον σεβασμό, χωρίς διδακτισμό».
INFO:
«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου.
Σκηνοθεσία: Αιμίλιος Χειλάκης – Μανώλης Δούνιας.
Περιοδεία σε όλη την Ελλάδα.