Ήταν το 1878 όταν ο αρχαιόφιλος ηρακλειώτης έμπορος Μίνωας Καλοκαιρινός πίστεψε στην ύπαρξη των μυθικών ανακτόρων της αρχαίας Κνωσού και η σκαπάνη του έφερε στο φως τα πρώτα ευρήματα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τη συστηματική ανασκαφική έρευνα του βρετανού αρχαιολόγου Αρθουρ Εβανς, η οποία ξεκίνησε στις 23 Μαρτίου του 1900, φέρνοντας στο φως το ανάκτορο της Κνωσού και αυτόματα έναν από τους λαμπρότερους πολιτισμούς που πέρασαν από αυτή τη γη.
Αυτή ακριβώς τη συγκλονιστική ιστορία ανακάλυψης εξερευνά μεταξύ άλλων η έκθεση «Λαβύρινθος: Κνωσός, Μύθος και Πραγματικότητα», η οποία εγκαινιάστηκε στις 10 Φεβρουαρίου στο Μουσείο Ashmolean.
Διαβάστε επίσης:
- Λάκης Λαζόπουλος: «Πάσχουμε από υπερβολική πολιτική ορθότητα»
- Γιώργος Μπαμπινιώτης: «Η επένδυση στη γλώσσα είναι επένδυση στην ποιότητα της σκέψης»
Η έκθεση περιλαμβάνει περισσότερα από 200 αντικείμενα, εκ των οποίων πάνω από 100 είναι δάνεια από την Αθήνα και την Κρήτη και τα οποία παντρεύτηκαν αρμονικά με τις συλλογές του Ashmolean. Παράλληλα παρουσιάζεται ένα πλούσιο αρχείο φωτογραφιών και ντοκουμέντων που μας ταξιδεύουν στις συναρπαστικές στιγμές της αποκάλυψης του ανακτόρου της Κνωσού την περίοδο 1900-1905. Είναι αλήθεια ότι μόνο το Ashmolean θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος μιας τέτοιας έκθεσης – σημειώνεται ότι διαθέτει τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη συλλογή μινωικής αρχαιολογίας εκτός Κρήτης – καθώς ο Αρθουρ Εβανς υπήρξε διευθυντής του και του κληροδότησε το σημαντικό του αρχείο.
Στην έκθεση παρουσιάζονται λοιπόν μερικά από τα ωραιότερα ευρήματα που έφερε στο φως ο Εβανς, από καθημερινά αντικείμενα μέχρι περίτεχνα τεχνουργήματα, πολλά από τα οποία είναι δάνεια από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Για παράδειγμα, θαυμάζουμε ένα χρυσό δαχτυλίδι με απεικόνιση θεοτήτων (1600-1450 π.Χ.), ένα κεραμικό ειδώλιο θεάς με σηκωμένα τα χέρια (1375-1300 π.Χ.), ένα περίτεχνο χάλκινο στιλέτο με ελεφαντόδοντο, χρυσό και ασήμι με ένθετο γρύπα (1450-1375 π.Χ.), αλλά και μεταγενέστερες αναπαραστάσεις της μορφής του Μινώταυρου, όπως ένα θαυμάσιο μαρμάρινο γλυπτό (1-300 μ.Χ.) που απεικονίζει το μυθικό τέρας και φυλάσσεται στις συλλογές του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Την ίδια στιγμή παρουσιάζονται τα σχέδια που έγιναν κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, από το αρχείο του Εβανς, ορισμένα από τα οποία δείχνουν τη διαδικασία διαμόρφωσης του χώρου, παρέχοντας μια εικόνα των αμφιλεγόμενων αναστηλώσεων από σκυρόδεμα που πραγματοποίησε ο βρετανός αρχαιολόγος. Οπως είναι γνωστό ο ίδιος παρενέβη στον χώρο, με τις μεθόδους του να υφίστανται σκληρή κριτική.
Η ιστορία της ανασκαφής
Εν αρχή ην ο λαβύρινθος και ο μύθος. Γιατί ο μύθος προηγήθηκε της ανακάλυψης. Την αρχή όμως όπως προειπώθηκε έκανε ένας Κρητικός, ο Μίνωας Καλοκαιρινός. Σε τρεις περίπου εβδομάδες το 1878 με 20 εργάτες κατάφερε μεταξύ άλλων να αποκαλύψει τα θεμέλια των αποθηκευτικών χώρων του ανακτόρου, όπου φυλάσσονταν πιθάρια, ενώ έσκαψε επίσης και ένα τμήμα της λεγόμενης Αίθουσας του Θρόνου.
Τις εργασίες όμως διέκοψε, με απόφαση της Κρητικής Βουλής, ο ίδιος ο Γενικός Διοικητής Κρήτης, Ιωάννης Φωτιάδης πασάς. Οι ανακαλύψεις του Καλοκαιρινού προσέλκυσαν τη διεθνή προσοχή.
Τη σκυτάλη τελικά πήρε ο Εβανς, ένας ιδιαίτερα οξύνους, συστηματικός και ευρυμαθής μελετητής, διευθυντής του Μουσείου Ashmolean της Οξφόρδης. Ο ίδιος ξεκίνησε την ανασκαφή και ήρθε γρήγορα μπροστά σε πολύχρωμες τοιχογραφίες, πήλινες πινακίδες που έδειχναν ένα πρώιμο σύστημα γραφής, άλλα και ένα δωμάτιο με έναν άθικτο πέτρινο θρόνο, στον οποίο φανταζόταν ότι κάθονταν οι ηγεμόνες.
Αποκαλούσε αυτό το λαβυρινθώδες κτίριο «Παλάτι του Μίνωα» και κατάφερε να διαπιστώσει ότι ήταν ηλικίας περίπου 4.000 ετών και χτίστηκε κατά την Εποχή του Χαλκού. Επινόησε τον όρο «μινωικός» για να περιγράψει τον πολιτισμό της Κρήτης κατά την περίοδο αυτή. Σε λιγότερο από 5 χρόνια η ανασκαφική ομάδα του, αποτελούμενη κατά καιρούς από έως και 250 εργάτες, έφερε στο φως το ανακτορικό οικοδόμημα και τα σημαντικότερα μνημεία στην περιφέρειά του.
Συμπληρωματικές ανασκαφικές έρευνες, εργασίες αναστήλωσης, αλλά και η μελέτη του ανασκαμμένου υλικού απασχόλησαν τον Εβανς και τους συνεργάτες του για πολλές δεκαετίες. Τα επιστημονικά συμπεράσματά του, διανθισμένα από την προσωπική του κοσμοθεωρία και τα στερεότυπα της εποχής, δημοσιεύτηκαν σε σωρεία περιοδικών και στο τετράτομο έργο «The Palace of Minos» (1921-1935), το οποίο αποτέλεσε για δεκαετίες το κυρίαρχο αφήγημα για τον μινωικό πολιτισμό. Ο Εβανς ήταν ακόμη εκείνος που διαμόρφωσε την πρώτη χρονολογική διάκριση του «μινωικού πολιτισμού», βασιζόμενος στην κεραμική ακολουθία από την Κνωσό και άλλες μινωικές θέσεις και συγχρονίζοντάς τες με τις ιστορικές χρονολογίες του αιγυπτιακού πολιτισμού. Το αποτύπωμα του Εβανς για την Ελλάδα είναι θετικό. Εδωσε στην Κρήτη έναν μεγαλειώδη αρχαιολογικό χώρο, ενώ παράλληλα ίδρυσε έναν ολόκληρο κλάδο της αρχαιολογίας, τη μινωική αρχαιολογία.
Μια ιστορική αποκατάσταση
Σημειώνεται ότι η έκθεση του Ashmolean αποκαθιστά με έναν τρόπο και τη μεγάλη συμβολή του Μίνωα Καλοκαιρινού στην ανακάλυψη της Κνωσού.
«Θέλαμε να πούμε την ιστορία αντικειμενικά. Ο Εβανς μπορεί να ήρθε σε ρήξη με τον Καλοκαιρινό, αλλά η ιστορία του δεν είναι ίδια με αυτή του Ελγιν» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Αντριου Σάπλαντ, επιμελητής των Συλλογών Εβανς της εποχής του Χαλκού και της Κλασικής Εποχής στο Ashmolean σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «The Guardian». «Ο Ελγιν δαιμονοποιείται στην Ελλάδα επειδή μετέφερε τα Γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ ο σερ Αρθουρ εξακολουθεί να τιμάται λόγω του τρόπου με τον οποίο έκανε γνωστό τον μινωικό πολιτισμό» ανέφερε.
Ο Σάπλαντ ακόμη σημειώνει την άριστη συνεργασία που υπήρξε με το Αρχαιολογικό Μουσείο Κρήτης, ενώ κάνει λόγο και για τις κινήσεις που γίνονται στην Ελλάδα για τον Καλοκαιρινό, αναφερόμενος στην προτομή του που κοσμεί από το 2019 τον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού απέναντι από εκείνη του Εβανς. Ο Καλοκαιρινός βρίσκει πλέον σταδιακά τη θέση που του αξίζει στην ελληνική και στη διεθνή βιβλιογραφία.
Μια «ψηφιακή» Κνωσός
Στην έκθεση βέβαια η αρχαιολογία συναντά την τεχνολογία. Για παράδειγμα, σε μία από τις αίθουσες οι επισκέπτες ξεναγούνται σε μια μοναδική εικονική περιήγηση στο ανάκτορο της Κνωσού, όπως αυτό αναπαρίσταται τον 5ο αιώνα π.Χ., την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου, χάρη στην ψηφιακή αναπαράσταση του χώρου στο βιντεοπαιχνίδι «Assassin’s Creed Odyssey» της Ubisoft. Η Ubisoft δημιούργησε μάλιστα αυτή την ταινία ειδικά για την έκθεση, ώστε να παρουσιάσει την έρευνα πίσω από το παιχνίδι.
Στην τελευταία αίθουσα της έκθεσης παρουσιάζονται οι ανακαλύψεις που έγιναν κατά τη μεταπολεμική περίοδο, καθώς και πολλά πρόσφατα ευρήματα, αλλά και αντικείμενα που αποκαλύφθηκαν σε νεκροταφεία και θρησκευτικά ιερά στις γύρω περιοχές, δείχνοντας ότι η Κνωσός άκμασε για χιλιάδες χρόνια πριν εγκαταλειφθεί γύρω στο 800 π.Χ.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με μία αναφορά στην τελετουργική ανθρωποθυσία που έφεραν στο φως το 1979 οι αρχαιολόγοι Γιάννης Σακελλαράκης και η σύζυγός του Eφη Σαπουνά-Σακελλαράκη στα Ανεμόσπηλια, κοντά στις Αρχάνες. Ο νεκρός βρέθηκε πάνω στον βωμό με το μαχαίρι στο στήθος, δίπλα του ο θύτης και λίγο πιο πέρα η ιέρεια. Οι δύο τελευταίοι σκοτώθηκαν επί τόπου από σεισμό που σημειώθηκε μετά το τέλος της ανθρωποθυσίας. To εύρημα αυτό τάραξε την κυρίαρχη αντίληψη για τους «ειρηνικούς Μινωίτες» παρέχοντας δελεαστικούς υπαινιγμούς για τον μύθο του Μινώταυρου.