Ο Σταύρος Ξαρχάκος είναι σίγουρα μέσα στην «ιερή» δεκάδα των σημαντικότερων συνθετών τραγουδιών που έβγαλε αυτός ο τόπος, από το ρεμπέτικο τραγούδι μέχρι σήμερα. Υπάρχει μία ιδιαιτερότητα σχεδόν μοναδική όσον αφορά το έργο του. Η συντριπτική πλειονότητα των τραγουδιών που έγραψε ήταν παραγγελίες για τον κινηματογράφο, το θέατρο και την τηλεόραση.
Σπουδαία τραγούδια που τραγουδάμε όλοι και τα οποία είχαν τέτοια δύναμη που αυτονομήθηκαν από τις ταινίες και ελάχιστοι πια κάνουμε τη σύνδεση.
Πολλά τραγούδια για τον κινηματογράφο έγραψαν βέβαια και άλλοι συνθέτες, όπως ο Μίμης Πλέσσας και ο Κώστας Καπνίσης, αλλά στον Ξαρχάκο είναι περισσότερο από το ογδόντα τοις εκατό των γνωστών τραγουδιών του.
Σπουδαίοι δίσκοι του, όπως το «Νυν και αεί» και τα «Κατά Μάρκον», είναι εξαιρέσεις στον τρόπο λειτουργίας του για πολλές δεκαετίες. Εμπεριέχει τον Βαμβακάρη, αλλά και τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη, δημιουργώντας ένα εντελώς δικό του και αναγνωρίσιμο ύφος που χαρακτηρίζεται τόσο από τις ρωμαλέες λαϊκές μελωδίες όσο και από μία γλυκύτητα που δεν τη συναντάμε σε άλλον συνθέτη. Είναι ένας μεγάλος μάστορας της «συναισθηματικής χειραγώγησης» (ας μου επιτραπεί αυτός ο όρος), με την έννοια του συνθέτη που συνδύασε τις βαριές και ακριβές αναφορές και καταβολές του λαϊκού μας τραγουδιού με ένα αίσθημα νοσταλγίας και ρομαντισμού.
Τα τραγούδια του είναι η Ελλάδα όπως θα θέλαμε να είναι.
Πιανίστας μεν που αγάπησε πολύ το μπουζούκι και υπάρχουν τραγούδια που μαρτυρούν αυτή τη σχέση, στις περίτεχνες εισαγωγές τους που είναι σίγουρα γραμμένες σε πιάνο στην αρχική τους μορφή (όπως το «Μη μου χτυπάς»).
Μπορεί για ορισμένους να είναι άξιο απορίας το πώς ένας συνθέτης τέτοιας δύναμης και ταλέντου «αφέθηκε» στις παραγγελίες του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης και δεν έκανε περισσότερους δίσκους εκτός αυτής της διαδικασίας, αλλά δεν υπάρχουν κανόνες, ούτε σωστό και λάθος. Αυτός ήταν ο τρόπος του και από το αποτέλεσμα προκύπτει πως ήταν ο σωστός τρόπος.
Για την Ιστορία, η πρώτη του μουσική για το σινεμά ήταν στην ταινία «Ταξίδι» το 1962, για να ακολουθήσουν έναν χρόνο μετά τα τραγούδια στα «Κόκκινα φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη. Η «Λόλα», οι «Διπλοπενιές» και τα «Κορίτσια στον ήλιο» είναι ορισμένες από τις ταινίες για τις οποίες έγραψε μουσική και τραγούδια, με αποκορύφωμα βέβαια των «νεότερων» χρόνων το «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη, το 1983.
Στα θεατρικά του, κορυφαία στιγμή το εμβληματικό «Το μεγάλο μας τσίρκο» το 1972 σε στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη.