Η Χαρά Κιοσσέ, που έφυγε από τη ζωή την περασμένη Πέμπτη 17 Οκτωβρίου, υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 – μετά τον θάνατο του Δημήτρη Λαμπράκη. Δημοσιογράφος, συγγραφέας, πιστή συνεργάτις και προσωπική φίλη του Χρήστου Λαμπράκη, η Κιοσσέ ήταν μια δυναμική γυναίκα με ξεχωριστό ταμπεραμέντο, μπροστά από την εποχή της. Είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα αρχαιολογικά θέματα με τα οποία ασχολήθηκε και ανέδειξε μέσα από την αρθρογραφία και το ρεπορτάζ της επί σειρά ετών στο «Βήμα». Ανήκει στις πρώτες γυναίκες δημοσιογράφους που έβαλαν την αρχαιολογία μέσα στη θεματολογία των εφημερίδων.
Με καταγωγή από την Υδρα, γεννήθηκε στην Αθήνα το1934. Απόφοιτος του Αμερικανικού Κολλεγίου Θηλέων – Pierce College, ακολούθησε σπουδές Οικονομικών στο Λονδίνο. Η Χαρά Κιοσσέ μπήκε νέα στον χώρο της δημοσιογραφίας, ξεκινώντας από μια θέση στο γραφείο του Χρήστου Λαμπράκη, το 1958. Σύντομα, από έμπιστη στη γραμματειακή υποστήριξη, πέρασε στο δημοσιογραφικό δυναμικό του ΔΟΛ και με την ξεχωριστή πένα της διακρίθηκε στον τομέα της Αρχαιολογίας. Αλλωστε οι γνώσεις και το ειλικρινές ενδιαφέρον της για τη διάσωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ήταν αδιαμφισβήτητα.
Παρούσα και ενεργή με τις σκέψεις και τις απόψεις της σε όλα τα μεγάλα πολιτισμικά θέματα της εποχής της, εστίασε στις απαιτήσεις μιας σύγχρονης ματιάς πάνω στον τρόπο που οφείλουμε να «βλέπουμε» τον αρχαίο κόσμο. Στα κείμενά της αναδεικνύονται τόσο οι πολιτικές με τις οποίες το κράτος διαχειρίζεται τους θησαυρούς που έχει κληρονομήσει, άλλοτε επικριτικά και άλλοτε όχι, όσο και οι δυνατότητες βελτίωσης των δομών και του τρόπου λειτουργίας τους. Με μια βαθιά αγάπη στο αντικείμενό της αλλά και με την αυστηρότητα που τη χαρακτήριζε, η Χαρά Κιοσσέ ήταν πάντα εκεί: Σε μια ανασκαφή, στο στήσιμο μιας έκθεσης, στα εγκαίνια ενός μουσείου, στην επιστροφή ενός αντικειμένου στη χώρα μας.
Ανάμεσα στα θέματα που καταπιάστηκε ξεχωρίζει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της για τη διάσωση των ορθόδοξων εκκλησιών στην Τουρκία, για τις αρχαιότητες στην Κύπρο, καθώς και για τα ελληνικά μουσεία με την πρόθεση να μεταφέρει την εμπειρία της από τα ταξίδια της στο εξωτερικό. Πάντα με νεανική ματιά και χωρίς προκαταλήψεις η Χαρά Κιοσσέ έγραφε στο «Βήμα» για την «έλλειψη χώρων και αισθητικής» που χαρακτηρίζουν τα δικά μας μουσεία, αναζητώντας απαντήσεις για το πώς θα αποκτήσουμε σύγχρονα, που «δεν θα εξακολουθούν να θυμίζουν ράφια σουπερμάρκετ».
Εκτός από «Το Βήμα», ήταν διευθύντρια στο μηνιαίο γυναικείο περιοδικό «Μόδα».
Το όραμα του Μεγάρου Μουσικής
Ξεχωριστή ήταν και η συμμετοχή της στο όραμα του Χρήστου Λαμπράκη για τη δημιουργία και λειτουργία του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Αφανής συμπαραστάτης στο εγχείρημα, ανήκε στους λίγους και εκλεκτούς των οποίων τη γνώμη υπολόγιζε ο Λαμπράκης. Μαζί με τη Ζωή Σπυρομήλιου, οι δυο τους, έπαιξαν τον δικό τους ρόλο στις εξελίξεις. Καθώς ο Λαμπράκης ήταν, από ιδιοσυγκρασία, ένας κλειστός άνθρωπος, τον οποίο δεν μπορούσε εύκολα κανείς να προσεγγίσει, οι δύο γυναίκες, με τις ιδέες και τον ιδιαίτερο τρόπο τους, είχαν καταφέρει να ανήκουν στον στενό του κύκλο.
Στη στενή της σχέση με την οικογένεια Λαμπράκη περιλαμβάνεται ως το τέλος και η φιλία της με τη Λένα Σαββίδη. Οπως διηγείται η ίδια στο βιβλίο «Στα χρόνια του Χρήστου Λαμπράκη» (Ελευθερία Κόλλια, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2022), η είσοδός της στον ΔΟΛ έγινε λίγο καιρό μετά τον θάνατο του Δημήτρη Λαμπράκη και την ανάληψη της έκδοσης του «Βήματος» από τον γιο του, Χρήστο Λαμπράκη. Λέει χαρακτηριστικά η Χαρά Κιοσσέ: «Μου είπε: «Δεν έρχεσαι; Η Λένα φεύγει και είμαι μόνος». Ητανε οι στιγμές που ήτανε, το ’58 ή μάλλον αρχές του ’59. Φυσικά, ήθελα και έπρεπε να εργαστώ, ήταν κομμάτι της ανατροφής μου το να εργάζομαι. Δεν χαριζότανε όμως. Αυτός δεν χαριζότανε. Στην αρχή βοηθούσα στα διοικητικά με το να γράφω επιστολές στα ελληνικά ή στα αγγλικά – οτιδήποτε. Επαιξε ρόλο και το γεγονός ότι γνώριζα από παλιά τους φίλους του πατέρα του. Δυστυχώς, κείνη την εποχή είχα μια σοβαρή περιπέτεια υγείας κι έλειψα ένα διάστημα στο Λονδίνο. Ηλθε στο μεσοδιάστημα η Ζωή Σπυρομήλιου σε θέση γραμματέως – σοβαρός και συνεπής άνθρωπος. Ετσι σταδιακά ξεκίνησα να γράφω, να μπαίνω στη δημοσιογραφία».
Ψηλόλιγνη φυσιογνωμία – χαρακτηριστικά τα γυαλιά με τον μαύρο σκελετό – η Χαρά Κιοσσέ υπήρξε μια γοητευτική γυναίκα, η οποία απέπνεε τόσο την αστική της καταγωγή όσο και τη διάθεσή της να κινείται έξω από τα στερεότυπα. Ακόμα και με το ντύσιμό της εξέφραζε έναν συνδυασμό αισθητικής και στυλ, απόλυτα συνδεδεμένο με την ίδια της τη ζωή. Από τη μια ήταν ένας θαυμασμός για την αξία του παλαιού και από την άλλη μια αγάπη για το νέο, το καινούργιο, το φρέσκο που έρχεται.
Τη δεκαετία του ’60 είχε παντρευτεί τον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Φωτιάδη, με τον οποίο χώρισε λίγα χρόνια αργότερα. Εζησε για δέκα χρόνια με τον αρχιτέκτονα Νίκο Χατζημιχάλη, ως τον θάνατό του το 1986.
Η Χαρά Κιοσσέ κηδεύτηκε σήμερα Δευτέρα 21 Οκτωβρίου στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.