Βαδίζοντας με βήμα ταχύ στην κεντρική οδό του Ζαππείου, λίγο πριν από την Αίγλη, η ηχώ της φωνής του Γιώργου Νταλάρα ενώ τραγουδούσε το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» κατέληγε στ’ αφτιά σου με μια γλυκύτητα ταιριαστή με τη χροιά της φωνής του τραγουδιστή. Τα τρία κορίτσια που περπατούσαν μπροστά μου, φοιτήτριες προφανώς, γύρω στα 20, νέες και όμορφες, επιτάχυναν τον ρυθμό του βαδίσματός τους, «πάμε πιο γρήγορα, έχει αρχίσει» είπε η μια, «ναι, ναι, ναι!» η άλλη. Είχε πράγματι αρχίσει, η «Φτωχογειτονιά» ήταν το πέμπτο τραγούδι από τα πολλά που ακούστηκαν προτού τελικά όλοι οι καλλιτέχνες που τίμησαν τον Μίκη Θεοδωράκη την περασμένη Δευτέρα στο Καλλιμάρμαρο συμμετέχοντας στη συναυλία «Είσαι Ελληνας! Αυτό που ήσουν θα γίνεις ξανά!» εξορμήσουν στη σκηνή για να ξεσηκώσουν το κοινό με το «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ». «Για φαντάσου!» σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή. «Αυτοί, αλήθεια, είναι οι Ελληνες που τρώγονται καθημερινά μεταξύ τους;».
Αποφάσισα να πάω στη συναυλία την τελευταία στιγμή, χωρίς εισιτήριο, χωρίς πρόσκληση, χωρίς τίποτε, έτσι για να βρεθώ στον χώρο και να πάρω μια γεύση, έστω απ’ έξω, χωμένος ανάμεσα στα «βρώμικα», στα σουβλάκια και στα καραμελωμένα φιστίκια και αναψυκτικά πάνω στους αμέτρητους πάγκους των μικροπωλητών στο Καλλιμάρμαρο. Νομίζω ότι πήγα γιατί έπρεπε τελικά να πάω, να είμαι κι εγώ εκεί, κάπου στο ανώνυμο πλήθος (και ήταν πλήθος) μιας βραδιάς που έμελλε τελικά να σε ταξιδέψει σε «Δρόμους παλιούς» μιας «Ομορφης πόλης» που τα τελευταία χρόνια έχει τόσο πολύ ασχημύνει.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος