Αντιμέτωπος με έναν ρόλο βγαλμένο μέσα από τον πυρήνα της λογοτεχνίας, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος είναι ο Ρασκόλνικοφ του Φιόντορ Ντοστογέφσκι. Το «Εγκλημα και τιμωρία» ανεβαίνει στο Πορεία σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου και θεατρική διασκευή Θανάση Τριαρίδη.
Πώς ακούσατε την πρόταση για τον Ρασκόλνικοφ;
«Με τον Δημήτρη (σ.σ.: Τάρλοου) είχα δουλέψει ωραία και δημιουργικά στον «Κοτζάμπαση». Κάποια υλικά δεν μπορείς εύκολα να τα αρνηθείς, οπότε είπα αμέσως ναι. Μου αρέσει να φτιάχνω χαρακτήρες, αυτός είναι και ο βασικός λόγος που μου αρέσει να παίζω. Ο Ρασκόλνικοφ είναι ο Αμλετ του μυθιστορήματος».
Εμπόδιο ότι μας είναι «γνώριμος»;
«Αυτός είναι ο κίνδυνος για κάτι τόσο κλασικό και λογοτεχνικό. Η πρώτη μου σκέψη είναι πώς ανεβαίνει στο θέατρο η λογοτεχνία. Συνήθως στα μυθιστορήματα συναντούμε τη σκέψη του χαρακτήρα, όχι τη δράση και τα λεγόμενά του, οπότε με προβληματίζει πώς θα βγει η σκέψη στη σκηνή. Μου φάνηκε ένα πλούσιο πράγμα από το οποίο θα δείξω κάποιες πτυχές, έτσι κι αλλιώς».
Πώς δουλέψατε;
«Πήρα το θεατρικό, το διάβασα μια φορά και μετά άρχισα να (ξανα)διαβάζω το μυθιστόρημα – μελέτη μου ήταν το μυθιστόρημα. Επειδή μου αρέσει να μαθαίνω το κείμενο στην πρόβα και μαθαίνω εύκολα, θέλω στην αρχή να ξέρω καλά τη διαδρομή – κάτι που ήξερα ότι θέλει κι ο Δημήτρης».
Ποιος είναι ο Ρασκόλνικοφ;
«Αν μπορούσα να το συμπτύξω, στα μάτια μου είναι ένας άντρας με βάθος, αλλά ανώριμος. Εχει τις προοπτικές να ζήσει μια ζωή γεμάτη, στην οποία θα προσπαθήσει να δώσει νόημα, κάτι που ψάχνουμε όλοι – περισσότερο όσο μεγαλώνουμε. Το μυαλό του τρέχει με χίλια, αλλά συναισθηματικά είναι πολύ ανώριμος. Το κέντρο του είναι γύρω από τον εαυτό του, δεν έχει κάνει ακόμα συμβιβασμούς, συναισθηματικούς κυρίως. Σαν να περνάει μια καθυστερημένη εφηβεία αλλά με ένα μυαλό πιο προχωρημένο».
Πώς διαχειρίζεστε την πράξη του;
«Την κατανοώ. Θεωρώ ότι καθετί είναι παράγωγο της εποχής του. Ο Ντοστογέφσκι, ως συγγραφική μεγαλοφυΐα, επέλεξε αυτή τη θεματολογία και την προβληματική, που έχει να κάνει και με την εποχή του – ήταν πιο μπροστά. Καταλαβαίνω την έννοια της παράβασης για να βρω ποιος πραγματικά είμαι, γι’ αυτό και μιλάω για ενηλικίωση. Γιατί η παραβατική συμπεριφορά είναι ένα χαρακτηριστικό έξυπνων ανθρώπων, και μάλιστα σε αυτή την ηλικία. Ετσι φτάνει στα άκρα».
Για να σωθεί;
«Με μια αποκρυφιστικά χριστιανική έννοια το ότι πρέπει να φτάσω στην απόλυτη αμαρτία, για να λυτρωθώ και να θεωθώ, έχει επίσης ένα νόημα φιλοσοφικό, που κατανοώ. Αλλιώς πρέπει να πάω σε μια καθαρά ψυχαναλυτική λογική για να πω από τι πάσχει. Εχω παίξει πολλούς ψυχασθενείς στην πορεία μου, οπότε μπορώ να πω ότι το σώμα μου κλωτσάει προς αυτή την κατεύθυνση. Τη σωματοποίηση της τρέλας θα την κάνω μόνο όταν το θεωρήσω απαραίτητο. Γενικά θα το αποφύγω».
Τι φωτίζετε στο έργο;
«Αυτό που προσπαθώ είναι να προσεγγίσω περισσότερο την υπαρξιακή του πλευρά – το νόημα του να ζεις, και πώς μπορείς την ύπαρξή σου να την κρατήσεις αυτούσια και καθαρή μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο δεν μπορείς να επηρεάσεις παρά μόνο με τη βία. Ο Ρασκόλνικοφ δεν ανήκει στην πλειονότητα των ανθρώπων. Η πράξη του είναι μια επιλογή που δεν την αντέχει, αμέσως. Το σώμα του αντιδρά την ίδια ακριβώς στιγμή που το κάνει. Δεν είναι ποτέ ένας ψυχρός δολοφόνος, είναι πολύ επιπόλαιο να τον δούμε ως σχιζοφρενή».
Πώς εντάσσεται η θρησκεία, η πίστη;
«Η έννοια της θρησκείας έχει να κάνει και με την εποχή. Θεωρώ ότι ο Ντοστογέφσκι σε αυτό το μυθιστόρημα έχει μια παράξενη οπτική απέναντι στη θρησκεία που εμένα με αγγίζει περισσότερο. Η έννοια την πίστης για μένα είναι πολύ υψηλή. Αν υπάρχει σήμερα ένα βασικό έλλειμμα στην εποχή μας, το πρώτο που θα έλεγα είναι η πίστη. Με ρωτάνε πώς γίνεται να είμαι 15 χρόνια με τη γυναίκα μου. Κι εγώ από ένα σημείο και μετά μιλάω για την πίστη, όχι με την έννοια της μονογαμίας, αλλά με την έννοια ότι η επιλογή μας, πέρα από τις δυσκολίες, έχει ένα νόημα. Αυτό νιώθω ότι απουσιάζει από την εποχή μας και οδηγεί σε νευρώσεις».
Ποιοι είναι οι δύο πόλοι του Ρασκόλνικοφ;
«Αν προσπαθώ να αφήσω το σημάδι μου στον κόσμο ή αν θέλω να αφήσω τον κόσμο να αφήσει το σημάδι του σε μένα. Αυτός είναι ο μεγάλος του αγώνας. Η κοινωνική δικαιοσύνη που θίγει – σκοτώνω μια τοκογλύφο, άρα κάνω τον κόσμο καλύτερο – είναι μια δικαιολογία. Δεν το έκανε για τα λεφτά, αλλά για να καταλάβει αν είναι παραπάνω από τον μέσο όρο. Αν μπορεί να κάνει κάτι χωρίς ενοχές. Πίσω από αυτό κρύβεται κάτι πιο βαθιά υπαρξιακό – έχει να κάνει με το στίγμα του».
Γοητεύει το κακό;
«Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια λαγνεία, μια γοητεία γύρω από το κακό. Πιθανώς επειδή το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας δεν το αγγίζει, έχει ανάγκη να το κοιτάζει. Να εξερευνά αυτή τη σκιά και να τη δαιμονοποιεί για να μην πάει κοντά της, γιατί φοβάται ότι θα πάει».
Εχετε περάσει κοντά από το κακό, έχετε βγει εκτός ορίων;
«Εκτός ορίων πολύ συχνά, αλλά πάντοτε αυτοκαταστροφικά. Κακό είναι κι αυτό. Πάντα φλέρταρα με τα όρια, ειδικά από την ενηλικίωσή μου. Ακόμα προσπαθώ να μάθω στον εαυτό μου να σέβεται τα ψυχικά του όρια. Εχω περάσει κατάθλιψη, αρκετά έντονη. Εκανα θεραπεία και αγωγή. Απλώς ήταν σε μια συγκεκαλυμμένη μορφή. Το μόνο που έκανα ήταν ότι δούλευα. Εχω υπάρξει κοντά στο κακό, έχω γοητευθεί από το κακό, αλλά δεν νομίζω ότι το έχω ασκήσει, όχι συνειδητά. Με το θέατρο είμαστε πολύ τυχεροί που μπορούμε να εξερευνούμε αυτές τις περιοχές».
Θέλετε να αφήσετε το στίγμα σας;
«Μεγαλώνοντας προσπαθώ να κάνω κάποιες επιλογές και με όρους καριέρας. Και φυσικά θέλω με έναν τέτοιον σπουδαίο ρόλο να καταφέρω, να καταφέρουμε, να βγει κάτι καλό. Κι αυτό να με βοηθήσει σε κάποιες επιλογές. Δεν βιώνω την κάθε μέρα μου έχοντας στον νου μου το στίγμα που θα αφήσω. Θέλω πάντα να φτιάξω μια ύπαρξη».
Τι ψάχνετε;
«Ψάχνω ένα νόημα και στη ζωή μου. Το έχω χάσει από μικρός. Πέρασα μια φάση που έλεγα ότι ζω μόνο πάνω στη σκηνή. Ενιωθα τη ζωή μου σβηστή. Επαιζα τότε στο «Ξύπνημα της Ανοιξης» και σημαδεύτηκε σαφέστατα από τον θάνατο του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη. Αλλά ήμουν ήδη στον δρόμο αυτόν. Πάλευα να βοηθήσω την καταθλιπτική μου τάση στην οποία και έμπαινα, αλλά ήρθε αυτό και με αποτελείωσε. Ηταν τρομακτικό: Χαρά μού έδινε μόνο η σκηνή. Αλλά η σκηνή είναι σκηνή και η ζωή, ζωή. Και η οικογένεια βοηθάει σε αυτό»
Παίζουν: Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Στέλλα Βογιατζάκη, Δημήτρης Ημελλος – Κώστας Φιλίππογλου, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Δημήτρης Μπίτος, Μαριάννα Πουρέγκα – Φαίδρα Αγγελάκη, Σοφία Σεϊρλή. Θέατρο Πορεία: Από 23/11.