Ο Γιάννης Νιάρρος είναι ο Γιώργος, ο αδελφός της Στέλλας (Κοιμήσου) και θα γίνει ο Κρίστοφερ, αυτό το ιδιαίτερο, διαφορετικό αγόρι, που θα ψάξει να βρει «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα», και τα δύο από το Θέατρο του Νέου Κόσμου στη σκηνή του «Τζένη Καρέζη». Ο 26χρονος ηθοποιός, απόφοιτος της Δραματικής του Εθνικού και Βραβείο Χορν 2018, μετράει ήδη μια πενταετία στον χώρο. Μεταξύ άλλων ήταν ο Ρασκόλνικοφ στο «Εγκλημα και Τιμωρία» που ανέβασε ο Σωτήρης Χατζάκης και ο πρωταγωνιστής στον «Νοτιά» του Τάσου Μπουλμέτη, ή, με άλλα λόγια, ένας νέος ηθοποιός που ήρθε για να μείνει.
«Είναι λίγο γραφική η ιστορία μου» λέει καθώς αναφέρεται στην επιθυμία του να γίνει ηθοποιός. «Το ήθελα από πολύ μικρός, το κυνήγησα. Απλώς η μορφή που είχα στο μυαλό μου δεν έχει σχέση με αυτό που κάνω. Οι ξένες και οι ελληνικές ταινίες καθώς και η ελληνική τηλεόραση με είχαν επηρεάσει. Αγαπούσα πολύ την κωμωδία, ήθελα να κάνω τον κόσμο να γελάει. Ο παππούς μου με έλεγε Καραγκιόζη από μικρό. Εκανα μιμήσεις. Με τραβούσαν ηθοποιοί όπως ο Ρόουαν Ατκινσον, ο Μίστερ Μπιν». Ως τα 16 δεν είχε σχέση με το θέατρο. «Τότε όμως μπήκα στον θεατρικό όμιλο του σχολείου μου, πήγαινα στο Κολλέγιο Αθηνών, και γνώρισα την Αγγελική Γριργκινούδη, η οποία ενστερνίστηκε όλα όσα έκανα μέχρι τότε, με βοήθησε και με έστρεψε προς μια άλλη κατεύθυνση. Εκεί είδα κι εγώ ότι το δράμα δεν απέχει πολύ από την κωμωδία. Κυνήγησα να πάω στη σχολή του Εθνικού, μπήκα με τη δεύτερη. Είχα ωριμάσει. Τελικά όσο πιο μεγάλος τόσο το καλύτερο».
Με δασκάλους τον Ακύλλα Καραζήση, τη Μαρία Κεχαγιόγλου, τον Φωκά Ευαγγελινό στην κίνηση, την Αμαλία Μπένετ, ο Γιάννης Νιάρρος συμμετείχε στην πτυχιακή παράσταση της «Πενθεσίλειας» και αμέσως πήρε το διαβατήριο για τη συνέχεια.
«Στάθηκα τυχερός και λόγω ηλικίας και λόγω Εθνικού, γιατί βρέθηκα σε ενδιαφέρουσες ακροάσεις. Η πρώτη μου δουλειά ήταν στη «Δυτική αποβάθρα» με τον Λυντοβίκ Λαγκάρντ στο Εθνικό. Εμείς του Εθνικού έχουμε το αβαντάζ να μας φέρνουν σε επαφή με σκηνοθέτες. Μου δόθηκε απλόχερα αυτή η πρώτη ευκαιρία.
Από τον έναν ρόλο πήγαινα στον άλλον, από τον μικρότερο στον μεγαλύτερο, και πάντα σε κάτι όλο και πιο δύσκολο. Κι αυτό με κρατάει σε εγρήγορση και με κάνει να νιώθω «λίγος», με κάνει να θέλω να δουλέψω και να εξελιχθώ, για το επόμενο βήμα. Αλλά κωμωδία δεν έχω κάνει ακόμα». Ωστόσο διαχωρίζει πια τα πράγματα: «Αν δεν σκεφτείς ότι αυτό που παίζεις είναι δράμα ή κωμωδία, η ερμηνεία σου θα είναι πιο αληθινή και πιο ουσιαστική. Απλά βιώνεις την κατάσταση».  
Ο Γιάννης Οικονομίδης είδε τον Γιάννη Νιάρρο στον «Νοτιά» και αφού συναντήθηκαν, ξεκίνησαν τη συνεργασία για τη «Στέλλα κοιμήσου», δύο χρόνια πριν, στη Σκηνή Νίκος Κούρκουλος στο Εθνικό. Η παράσταση που συνεχίζεται εφέτος για τρίτη χρονιά, έχει αφήσει το αποτύπωμά της στη σύγχρονη θεατρική σκηνή, ένας συνδυασμός ρεαλισμού με δυνατές ερμηνείες, αν και όπως επισημαίνει ο ίδιος, «ρεαλισμός δεν υπάρχει. Αλλά νομίζω πως έχουμε πετύχει ό,τι πιο κοντινό, κυρίως λόγω γλώσσας και μιας σχεδόν κινηματογραφικής λογικής».
«Στην αρχή, την πρώτη χρονιά, ήταν πάρα πολύ δύσκολο όλο αυτό. Είχαμε να ανασύρουμε πράγματα από πολύ προσωπικούς μας χώρους και προσωπικά βιώματα. Εμένα τυχαίνει η ιστορία αυτής της οικογένειας να είναι πολύ κοντινή μου. Ημουν κι εγώ από μια αστική οικογένεια που εξέπεσε στην πορεία, έχασε τα λεφτά της, οπότε δημιουργήθηκαν αμέσως εντάσεις, χωρισμοί, καβγάδες. Ηρθα αντιμέτωπος με κάτι πολύ πραγματικό και δύσκολο, ψυχολογικά, για μένα. Μου ζήτησε δηλαδή ο Γιάννης Οικονομίδης να είμαι ο εαυτός μου μέσα σε μια τέτοια συνθήκη. Κι αυτό ήταν οξύμωρο. Να παίξω τον εαυτό μου. Κι εγώ, κυριολεκτικά, θα ήθελα να φύγω από το δωμάτιο, όπως έκανα και με την οικογένειά μου. Θα ήθελα να μην είμαι εκεί, να μην είμαι πάνω στη σκηνή. Ετσι βρήκα τον Γιώργο, τον ρόλο μου…».
Ο Κρίστοφερ, το 15χρονο αγόρι που θα ερμηνεύσει, παράλληλα, ο Γιάννης Νιάρρος στο «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» αποτελεί μια διαφορετική περίπτωση: «Ο Κρίστοφερ κινείται στο φάσμα του αυτισμού, αλλά ο συγγραφέας δεν τον κατηγοριοποιεί, με την έννοια της κλινικής ταυτότητας. Ολα του τα χαρακτηριστικά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πάσχει από το σύνδρομο Ασπεργκερ. Ο ίδιος αναφέρεται στον εαυτό του σαν ένα παιδί με προβλήματα κοινωνικής συμπεριφοράς. Αυτό που μας ενδιαφέρει και στην παράσταση είναι η διαφορετικότητα. Ο ήρωάς μου είναι ένα διαφορετικό παιδί, σαν το παιδί που όλοι είχαμε στην τάξη μας – τον λέγαμε σπασίκλα, περίεργο, φλώρο… Δεν θέλω να αντιμετωπίσω τον Κρίστοφερ σαν αυτιστικό, αλλά σαν έναν άνθρωπο με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που λέει πάντα την αλήθεια, που μέσα από την πολυπλοκότητά του έχει μια απλότητα: Γιατί είναι καθαρός. Αν κάτι θέλει να μας πει το έργο είναι να μην εξιδανικεύουμε κανέναν. Ολοι διαφορετικοί είμαστε».
Με το Βραβείο Χορν (2018) ο Γιάννης Νιάρρος ένιωσε μια επιβεβαίωση γι’ αυτό που κάνει και για τον τρόπο που το κάνει. «Και μεγάλη χαρά που βρέθηκα ανάμεσα στα άλλα παιδιά πουν έχουν πάρει το Χορν. Επιπλέον με το βραβείο σε μαθαίνει και κάποιος που δεν σε ξέρει». Αν τον ενδιαφέρει η διασημότητα; «Ναι, ως κομμάτι της δουλειάς μου. Δεν θα ήθελα να παίζω ούτε σε ένα άδειο θέατρο ούτε μόνος μου ούτε για τους φίλους μου. Εχω ανάγκη να συνδέομαι με άλλους ανθρώπους. Και οι μεγάλοι ρόλοι με ενδιαφέρουν γιατί σε συνδέουν με περισσότερους, ξεκινώντας από το παρελθόν» καταλήγει.