Στη Σαλαμίνα, τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ., δεν σώθηκε μόνο η Ελλάδα αλλά «και ο δυτικός πολιτισμός» εν γένει, όπως έχει γράψει, μεταξύ άλλων, ο έγκριτος αμερικανός ιστορικός Μπάρι Στράους στο βιβλίο του για τη «σημαντικότερη ναυμαχία του αρχαίου κόσμου». Ο Αισχύλος έλαβε μέρος στη σύγκρουση αυτή και μετά από λίγα χρόνια συνέθεσε τους Πέρσες, αντλώντας την έμπνευσή του από βιωμένα γεγονότα (και όχι μύθους). Στη συγκεκριμένη τραγωδία δεν κυριαρχούν όσοι νίκησαν αλλά όσοι έχασαν, όσοι συνετρίβησαν.
«Ιδιοφυής και σαγηνευτική σύλληψη, η σύλληψη ενός αυθεντικού ποιητή. Να τα βλέπουμε όλα στο έργο μέσα από την οπτική γωνία των ηττημένων. Οτιδήποτε άλλο, τώρα που το σκέφτομαι, θα ήταν μπανάλ. Μια εξύμνηση, για παράδειγμα, θα αποδεικνυόταν άραγε τόσο μεγαλειώδης, ανθεκτική και, εν τέλει, πολιτική;» διερωτήθηκε ο Νικίτα Μιλιβόγεβιτς απευθυνόμενος προς «Το Βήμα».
Ο σημαντικός σέρβος σκηνοθέτης μίλησε με αφορμή τους «Πέρσες – Το ταξίδι στο πεδίο των ψυχών», μια παράσταση «με στοιχεία περφόρμανς», η οποία γίνεται εκεί ακριβώς όπου, πριν από 2.500 χρόνια, συνέβησαν όλα. Το εγχείρημα, στο πλαίσιο του προγράμματος της «2023 Ελευσίς – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», αναμένεται με ιδιαίτερο, ξεχωριστό ενδιαφέρον που υπερβαίνει τους προφανείς, συμβολικούς λόγους.
«Ο εφιάλτης και η ευθύνη»
Λοιπόν, η παράσταση ξεκινά «με τη δύση του ηλίου» από το λιμάνι του Περάματος Μεγαρίδος, αυτό είναι το σημείο συνάντησης. Υστερα συνεχίζεται «εν πλω», με προορισμό τη Σαλαμίνα, απέναντι. Και όταν πια έχει πέσει η νύχτα, κορυφώνεται «σε μια έρημη περιοχή του νησιού» που έχει θέα στον «τόπο του εγκλήματος», σύμφωνα με την προσέγγιση του Μιλιβόγεβιτς, ο οποίος εστιάζει στις εσώτερες διεργασίες του Ξέρξη, του βασιλιά των Περσών (τον υποδύεται ο Δημήτρης Ημελλος).
«Διάβασα ξανά τους «Πέρσες» και το παράξενο είναι ότι μου ανακίνησαν πάλι το ίδιο βίωμα. Για την ακρίβεια, έπειτα από τόσο καιρό, ζωντάνεψε μέσα μου η ίδια εικόνα, από την οποία προέκυψε και ολόκληρη η παράσταση. Η συγκεκριμένη εικόνα δεν είναι στο έργο αλλά, προφανώς, ανήκει σε αυτό. Ο Ξέρξης, καθισμένος σε θρόνο, παρακολουθεί από ψηλά το απρόσμενο μακελειό των στρατιωτών του, τη βύθιση των πλοίων του, το αίμα που βάφει κόκκινη τη θάλασσα. Παρακολουθεί, δηλαδή, τη σφαγή του λαού του, έναν τρομερό εφιάλτη για τον οποίο ο ίδιος είναι υπεύθυνος. Αρχισα τότε να αναρωτιέμαι πώς θα ήταν η πρώτη του νύχτα μετά από αυτή την καταστροφή. Μήπως κι αυτός «χάνει τον ύπνο του και δεν θα ξανακοιμηθεί ποτέ;» όπως ο Μακμπέθ; Ο Ξέρξης έχασε τα πάντα μέσα σε μια μέρα, όσα έχτιζαν γενιές και γενιές πριν από εκείνον, την αυτοκρατορία των Περσών. Ο Ξέρξης είδε τα πάντα να χάνονται, μέσα σε μια στιγμή, σαν τζογαδόρος. Αυτή είναι η επιτομή του δράματος, για εμένα» εξήγησε ο Μιλιβόγεβιτς, καθώς συντελεστές και ηθοποιοί συγκεντρώνονταν σιγά-σιγά στον χώρο της πρόβας.
«Στο κεφάλι του Ξέρξη»
«Εν πάση περιπτώσει, τι μπορεί να συμβαίνει στο μυαλό του βασιλιά των Περσών; Αναζητώντας απάντηση, πλησίασα σε μια εκδοχή που κι εγώ ο ίδιος θα ήθελα να δω. Εξ ου και η παράσταση διαδραματίζεται μέσα στο κεφάλι του Ξέρξη. Εκτυλίσσεται, τρόπον τινά, ως μια διαδρομή της συνείδησής του. Και η συνείδησή του, σαν άλλη τιμωρία, όχι τόσο σαν ενοχή, τον οδηγεί προς τον τόπο που με τίποτα δεν θέλει να πάει, στη Σαλαμίνα. Κάπως έτσι, με δεδομένη αυτή τη βασική ιδέα, σκεφτήκαμε με τους συνεργάτες μου ότι θα άξιζε πολύ και για τους θεατές να ακολουθήσουν μια αληθινή διαδρομή, να επιβιβαστούν σε πλοίο, να περπατήσουν, να αισθανθούν ότι περιηγούνται σε ένα αλλόκοτο μουσείο ανοιχτού χώρου, αρκούντως ταρκοφσκικό θα έλεγα, την ώρα ακριβώς που το φως προσλαμβάνει έναν μεταφυσικό χαρακτήρα, λίγο προτού βρεθούν μπροστά σε μια μαύρη, κατασκότεινη θάλασσα», όπου τους περιμένει, ας προσθέσουμε εμείς, μια εντυπωσιακή έκπληξη η οποία, κατά τα λοιπά, αναδεικνύει και τη σύλληψη του Μιλιβόγεβιτς.
«Το ανείπωτο κρίμα»
«Προτού βρεθούμε στη Σαλαμίνα, νιώθουμε ήδη κάποια πράγματα» συνέχισε ο σέρβος σκηνοθέτης που θεωρεί πλέον την Ελλάδα «δεύτερη πατρίδα του», όπως τόνισε. «Και το να δει κανείς μια παράσταση των «Περσών», ιδίως στη Σαλαμίνα, ήδη κάτι σημαίνει. Η συγκίνηση, εκτιμώ, είναι ακαριαία. Ο τόπος είναι ο ίδιος, ο ουρανός είναι ο ίδιος, η θάλασσα είναι η ίδια, ποιος ξέρει άραγε τι κρύβει, από τότε, ο βυθός της… Από την άλλη μεριά, επί της αρχής, δεν μου αρέσουν καθόλου οι «κατευθύνσεις» και οι «υποδείξεις» προς το κοινό σε μια θεατρική συνθήκη, πώς να αισθανθεί και τι να σκεφτεί. Η πρόκληση είναι να κάνεις μια καινούργια πρόταση που θα συνομιλήσει με τις αγωνίες των σημερινών θεατών. Το ασυνείδητο του Ξέρξη, για εμένα, συμπεριλαμβάνει όλα τα στοιχεία της τραγωδίας, γιατί είναι το ασυνείδητο ενός ανθρώπου που κουβαλά το ανείπωτο κρίμα για τον χαμό τόσων ανθρώπων, νεαρής μάλιστα ηλικίας. Εξ ου και ο Χορός, στη δική μου εκδοχή, απαρτίζεται κυρίως από νεαρούς άνδρες, τον ανθό της χώρας που αφανίστηκε. Υπό μία έννοια, αυτή τη νεολαία ο Ξέρξης πρέπει να την αντικρίσει κατάματα, να αντιμετωπίσει δηλαδή αυτό που έκανε. Πάντως, δεν με ενδιαφέρει τόσο να σχολιάσω την εξουσία καθαυτή, εν προκειμένω. Ακόμη και τώρα, δείτε πόσοι νέοι άνθρωποι σκοτώνονται στα πεδία των μαχών, παντού στον πλανήτη, εξαιτίας βλακωδών ιδεών ή φοβερών λαθών, επειδή μάλλον ένας αντίστοιχος Ξέρξης πήρε ανάλογες αποφάσεις» ανέφερε ο Νικίτα Μιλιβόγεβιτς.
«Δεν υπάρχουν έτοιμες απαντήσεις»
«Ο προβληματισμός και η αναζήτηση σχετικά με τον Χορό είναι διαχρονική και συνεχής. Ο Χορός, ως συλλογικό υποκείμενο, είχε μιαν άλλη λειτουργία στην αρχαιότητα. Και δεν ξέρουμε πώς ακριβώς τον έβλεπαν οι θεατές τότε ή πώς αντιδρούσαν σε αυτόν. Αυτό για το οποίο είμαστε σίγουροι είναι πως ό,τι κι αν παρακολουθούσαν οι θεατές ήταν στενά συνδεδεμένο με τη ζωή τους. Κι αυτό προσπαθούμε να κάνουμε κι εμείς με το αρχαίο δράμα και τη δική μας ζωή. Πώς συνδεόμαστε εμείς με το αρχαίο δράμα; Πώς αναγνωρίζουμε την εμπειρία μας και την εποχή μας σε αυτό; Απαντήσεις έτοιμες δεν υπάρχουν. Ευελπιστώ, ωστόσο, ότι ενυπάρχουν τουλάχιστον εν μέρει σε κάθε παράσταση, στις επιλογές εκείνες που τη διαμορφώνουν. Το ίδιο ευελπιστώ και για τους «Πέρσες» που θα δείτε στη Σαλαμίνα» είπε ο Νικίτα Μιλιβόγεβιτς.
«Σαν να βυθίζεσαι σε έναν εφιάλτη»
Η πρώτη λέξη που ακούσαμε από το στόμα του για τους «Πέρσες – Το ταξίδι στο πεδίο των ψυχών» ήταν η «μοναδικότητα». Ο πολύπειρος Δημήτρης Καμαρωτός, λίγο προτού αρχίσει η πρόβα εκείνο το απόγευμα, εργαζόταν στον φορητό υπολογιστή του και, παράλληλα, μας έδειχνε κάποιες αεροφωτογραφίες που χρησίμευσαν στον «περίπλοκο και απαιτητικό σχεδιασμό» της παράστασης.
Ο ίδιος έχει αναλάβει και τη μουσική σύνθεση και τη δραματουργία της. «Εχω αυτόν τον διπλό ρόλο στο εγχείρημα. Είναι σαφές ότι ο χώρος, με όλη την ιστορικότητά του, προτείνει μια δραματουργία από μόνος του. Εκτός αυτού, έχουμε συνεκτιμήσει και την ιδιαιτερότητα του χρόνου, του φυσικού φωτός αλλά και των μετακινήσεων που προβλέπονται. Η βασική προσέγγιση του σκηνοθέτη, ότι δηλαδή όλα συμβαίνουν στο όνειρο του Ξέρξη, έχει επιδράσει καθοριστικά στην εξέλιξη και στην ατμόσφαιρα της παράστασης: είναι σαν να βυθίζονται σταδιακά οι θεατές σε μια εναγώνια και εφιαλτική κατάσταση κρίσης» είπε.
«Από την άλλη μεριά, όταν έχεις να διαχειριστείς τον ποιητικό λόγο και μια μετάφραση, την εξαιρετική του Γιώργου Μπλάνα εν προκειμένω, επηρεάζεται και η επεξεργασία της μουσικής σου» συμπλήρωσε. «Υπάρχει η μουσική του λόγου, την οποία εγώ θεωρώ τυπικό κομμάτι της μουσικής που γράφεται με νότες. Η μουσική του λόγου συνομιλεί με την άλλη. Δημιουργείται μια κύμανση νοημάτων, θα έλεγα, σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί η δραστικότητα της μεγάλης ποίησης στις δικές μας πολιτισμικές συντεταγμένες και ευαισθησίες. Αυτό το σπουδαίο πολιτικό έργο, οι “Πέρσες” του Αισχύλου, φέρει μια θαυμαστή ισορροπία μορφής. Και ακριβώς αυτό με κινητοποιεί να βρω, με ειλικρινή φροντίδα, ένα μουσικό ισοδύναμό της για εμάς σήμερα».
«Μυστήριο 35 Αισχύλου Project: Πέρσες – Το ταξίδι στο πεδίο των ψυχών», στο πλαίσιο της «2023 Ελευσίς – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», στις 28 & 29 Ιουλίου. Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές, τους ηθοποιούς και τα εισιτήρια και άλλες χρήσιμες πληροφορίες εδώ.