«Ειλικρινά σας λέω, δεν θα μπορούσα με τίποτα να φανταστώ ότι από όλους τους χαρακτήρες του κόσμου θα μπορούσα ποτέ να παίξω τον Μάρλον Μπράντο» λέει ο Ματ Ντίλον. «Ομως διάβασα το σενάριο και μου άρεσε. Μου άρεσε η ειλικρινής ευαισθησία του και το ότι δεν έδειχνε τον Μπράντο τέρας. Η δημιουργία της ταινίας «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» ήταν μια περίεργη κατάσταση, υπήρξε σίγουρα μια προδοσία, δεν νομίζω όμως ήταν μια κατάσταση άσπρου – μαύρου. Είναι λιγάκι πιο σύνθετο…».

Μεσημέρι Τετάρτης 22 Μαΐου και ο Ματ Ντίλον κάθεται δίπλα μου σε ένα τραπέζι του εστιατορίου Albane στην ταράτσα του ξενοδοχείου J Marriott στις Κάννες. Ο ηθοποιός δείχνει πολύ χαλαρός, οικείος, ικανοποιημένος από την ως εκείνη την ώρα υποδοχή που είχε η ταινία «Την έλεγαν Μαρία» (Being Maria), όπου υποδύεται τον Μάρλον Μπράντο και ήταν η αφορμή για αυτή τη συνέντευξη.

Η ταινία της Τζέσικα Παλούντ αναφέρεται στην ταλαιπωρημένη ζωή της ηθοποιού Μαρία Σνάιντερ (την υποδύεται η Αναμαρία Βαρτολομέι), με έμφαση στην παγίδα που της έστησε ο ιταλός σκηνοθέτης Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και ο Μπράντο στα γυρίσματα του «Τελευταίου τανγκό στο Παρίσι», έτσι ώστε να γυριστεί η περίφημη σκηνή του παρά φύσιν σεξ με το βούτυρο. Η δημιουργία αυτής της σκηνής που θα ακολουθούσε για πάντα τη Σνάιντερ, υπήρξε για την ηθοποιό μια πράξη κακοποίησης. Αυτή η ταινία έφερε τον Ματ Ντίλον στη Θεσσαλονίκη. Χθες, Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024,  την παρουσιάσε στο Ολύμπιον (πανελλήνια πρεμιέρα) ενώ σήμερα, Δευτέρα, και πάλι στο Ολύμπιον θα βραβευτεί με έναν τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο σε συνδυασμό με την προβολή της ταινίας «Πόλη των φαντασμάτων» (City of Ghosts), η οποία το 2002 σηματοδότησε το ντεμπούτο του ως σκηνοθέτη.

«Δεν νομίζω ότι μπορώ να περιγράψω με λόγια τι σήμαινε για μένα ο Μάρλον Μπράντο την περίοδο που, νέος ακόμα, ξεκινούσα στην υποκριτική» θα συνεχίσει ο Ντίλον την κουβέντα μας. «Η πρώτη μου ταινία είναι το «Over the edge» – δεν ξέρω αν το γνωρίζετε… 1979-80. Εκεί παίζω έναν απειθάρχητο πιτσιρικά. Αρεσα στον Τζόναθαν Κάπλαν, τον σκηνοθέτη και με αποκαλούσε «Μάρλον». Και γμτ… μου δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Μπράντο. Ηξερα μόνο ότι ήταν ο «Νονός». Ο Τζόναθαν με έλεγε έτσι επειδή σε κάθε σκηνή που γυρίζαμε ήθελα να είμαι αληθινός. Αν έπρεπε να σπάσω ένα παράθυρο, θα έσπαζα το παράθυρο (σ.σ.: ο Ντίλον κάνει μια κίνηση με τη γροθιά του)». Αργότερα βέβαια, όταν ως μαθητής του Actors Studio ο Ντίλον θα έκανε μαθήματα υποκριτικής, θα μάθαινε πολύ περισσότερα για τον Μάρλον Μπράντο.

Η πορεία του

Γεννημένος στο Νιου Ροσέλ της Νέας Υόρκης τον Φεβρουάριο του 1964, ο Ματ Ντίλον παρότι αρχικά υπήρξε «παρεξηγημένος», αργότερα έφτασε στο σημείο να χαρακτηριστεί ως «ο κορυφαίος ηθοποιός της γενιάς του» από τον κριτικό κινηματογράφου Ρότζερ Ιμπερτ. Μετά τη διεθνή αναγνώρισή του στις ταινίες του Φράνσις Κόπολα «Outsiders» και «Ο αταίριαστος», οι πόρτες άνοιξαν και ποτέ δεν έκλεισαν. Δούλεψε με τον Αρθουρ Πεν στον «Στόχο» και τον Γκας Βαν Σαντ στο «Drugstore Cowboy», έπαιξε σε μεγάλες επιτυχίες όπως η κωμωδία «Κάτι τρέχει με τη Μαίρη», υποδύθηκε τον συγγραφέα Τσαρλς Μπουκόφσκι στο «Factotum» του Μπεντ Χάμερ όπως και έναν εφιαλτικό serial killer στο «Σπίτι που έχτισε ο Τζακ» του Λαρς φον Τρίερ. Για το «Crash» του Πολ Χάγκις προτάθηκε για το Οσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Ανάμεσα στις συνεργασίες του είναι με τον Γουές Αντερσον στην κομεντί «Asteroid City», με τον Γιώργο Λάνθιμο στη μικρού μήκους ταινία «Nimic» αλλά και τον Φερνάντο Τρουέμπα στη δραματική ταινία «Στοιχειωμένη καρδιά» που γυρίστηκε πέρυσι στην Ελλάδα.

«Τα πρότυπά μου»

«Τρεις ηθοποιοί ήταν ανέκαθεν τα πρότυπά μου» συνέχισε την κουβέντα μας. «Ο Μάρλον Μπράντο, ο Μοντγκόμερι Κλιφτ και ο Τζέιμς Ντιν. Ειδικά ο Μπράντο ήταν ο ηθοποιός που για μένα άλλαξε τον τρόπο που ο κόσμος έβλεπε τον άνδρα στο σινεμά – τουλάχιστον στην Αμερική. Εβλεπες από την αρχή πώς ότι και αν έπαιζε, ήταν τρωτός, ευάλωτος. Ο Τζον Γουέιν δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο! Ούτε ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ ούτε ο Τζίμι Κάγκνεϊ. Ο Μπράντο έθεσε τις βάσεις για μια νέα διαδρομή στην πορεία του ηθοποιού. Εβγαλε το μέσα προς τα έξω».

Ειδικά στο «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», ο Ντίλον πιστεύει ότι ο Μπράντο έκανε κάτι που κανείς άλλος ηθοποιός δεν είχε τολμήσει ως τότε να κάνει: «Δέχθηκε να εκτεθεί εντελώς απροστάτευτος» είπε. «Κάτι που σήμερα θεωρείται κοινός τόπος στη δουλειά μας, ο Μπράντο το έκανε πρώτος».

 

Η επίμαχη σκηνή

Αλλά σε ό,τι αφορά την περίφημη σκηνή του παρά φύσιν σεξ με το βούτυρο (που στην ουσία είναι η αφορμή για την οποία γυρίστηκε η ταινία «Την έλεγαν Μαρία»), «δεν μου άρεσε ποτέ και δεν της έδωσα και τόση σημασία όσο της έδωσε τόσος κόσμος. Και η ειρωνεία είναι ότι ο θόρυβος γύρω από αυτή τη σκηνή επισκίασε το πόσο πραγματικά καλή είναι η Μαρία Σνάιντερ σε αυτή την ταινία». Ο Ντίλον δεν θέλησε να ασκήσει κριτική για τον Μπράντο και το πώς έπραξε στη δημιουργία της συγκεκριμένης σκηνής. Σύμφωνα με τη σκηνοθέτρια Τζέσικα Παλούντ αλλά κυρίως την ίδια τη Μαρία Σνάιντερ, η τελευταία έπεσε θύμα αποπλάνησης και κακοποίησης καθώς κανείς δεν την είχε ενημερώσει πώς ακριβώς θα γυριστεί η σκηνή. «Εν τέλει αυτή η σκηνή κατέστρεψε τη ζωή της» είπε ο Ντίλον, «ο Μπερτολούτσι και ο Μπράντο έκαναν τα δικά τους για να πετύχει και η Μαρία Σνάιντερ εκτέθηκε, έγινε ο περίγελος της παρέας, δέχθηκε ταπείνωση. Και ίσως γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι σημαντικό που σήμερα γυρίστηκε η ταινία «Την έλεγαν Μαρία»».

Στην ερώτηση αν ο ίδιος ο Ντίλον ένιωσε ποτέ την προσωπικότητά του να «παραβιάζεται» ως ηθοποιός η απάντηση, αμέσως, ήταν «ναι. Ημουν πιτσιρικάς, μόλις ξεκινούσα, γεμάτος πάθος και παίρνοντας πολύ σοβαρά τη δουλειά μου. Μελετούσα, ξενυχτούσα, πάλευα… Ομως ο κόσμος θέλει να σε βλέπει με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Ο κόσμος θέλει ταμπέλες. Για τον κόσμο είσαι ο καρδιοκατακτητής, δεν σε παίρνουν σοβαρά. Στα 19 μου ήμουν πολύ θυμωμένος. Δεν πέρασα ασφαλώς αυτά που πέρασε η Σνάιντερ, ένιωσα όμως ταπείνωση και ντροπή και χωρίς καλά-καλά να καταλάβω τον λόγο».